Λωλαμάρα θα το ακούσεις στη Χίο, κουζουλάδα στην Κρήτη και ποιος ξέρεις πώς αλλιώς και πόσες ακόμα ονομασίες έχουν γεννήσει τα νησιά μας για να περιγράψουν την τρέλα τους. Όχι, δεν είμαστε «κανονικοί» άνθρωποι εμείς οι νησιώτες αν το κανονικό σημαίνει βαρετό και συνηθισμένο.

Είναι όμως η αυτή η ωραία τρέλα που χαίρεσαι να χαζεύεις, τη θες στην παρέα σου, τη ζητάς στο σπίτι σου. Είναι αυτή που κουβαλούν τα αιώνια παιδιά που έχουν πάρει τη ζωή τόσο σοβαρά ώστε να ξέρουν πια πως μόνο έτσι αξίζει να τη ζεις, ακραία και παθιασμένα.

Ξεχωρίζουμε σίγουρα απ’ τα πλάσματα της πόλης. Τρελοί κι ασυμβίβαστοι, φασαριόζοι απ’ τους λίγους, όπου γάμος και χαρά πάντα πρώτοι. Ίσως η αλμύρα και το ιώδιο να μας πείραξε στα μυαλά, ίσως φταίει που αντί για νανουρίσματα μας κοίμιζαν με Θαλασσινό και λίγο αργότερα αρχίσαμε να χορεύουμε νησιώτικα, συρτό και σούστα. Μια φορά, σαν όλους τους άλλους δεν είμαστε, την πετριά μας την κουβαλάμε και τη χαιρόμαστε.

Άνθρωποι φωνάκλαδες που κάνουμε πράξη αυτό το χιλιοακουσμένο «σκυλί που γαβγίζει δε δαγκώνει». Πρόσωπα φωτεινά, χαμόγελα στα χείλη, αλλά και στα μάτια. Αυτό το σημάδι των όμορφων ανθρώπων που όταν γελούν, χαμογελούν και τα μάτια τους μαζί.

Θα μας καταλάβεις απ’ τις φωνές, τη φασαρία, την ντοπιολαλιά μας που μας κάνει τόσο γοητευτικά ξεχωριστούς. Τρώμε και πίνουμε, τραγουδάμε δυνατά, γελάμε μέχρι δακρύων. Δεν ξέρουμε τι πάει να πει «ήπιων τόνων». Έτσι μάθαμε από μικροί, έτσι μεγαλώσαμε. Με φωνές, χορούς και μουσικές σε σοκάκια και πλατείες.

Δε νοιαστήκαμε ποτέ για το τι θα πουν οι άλλοι, αν ακουγόμαστε πολύ ή αν ενοχλήσουμε. Δεν ξέρουμε πώς γίνεται αυτό το ήσυχα κι αθόρυβα. Κι αν κάποιοι βιαστούν να μας κρίνουν ως αγενείς ή αδιάκριτους, είμαστε απλώς άνθρωποι περίεργοι να ζήσουν, αχόρταγοι και την ευτυχία μας δεν την παζαρεύουμε με ευγένειες και τύπους, αλλά την τραβάμε απ’ τα μαλλιά. Μπαίνουμε πάντα στο χορό και χορεύουμε, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Πήγαινε καλοκαίρι –σε ένα οποιοδήποτε ελληνικό νησί– σε πανηγύρι να δεις και να ζήσεις αυτή την τρέλα, να γίνεις κομμάτι της κι αν είσαι νησιώτης θα νιώσεις σπίτι σου, αν πάλι όχι, θα ευχηθείς να ήσουν. Τραπέζια τεράστια με οικογένειες ολόκληρες από γονείς, παιδιά ως θείους και μπατζανάκηδες, συγγενείς, γείτονες, φίλοι, γνωστοί κι άγνωστοι μέσα σε λίγη ώρα γίνονται πάντα μια μεγάλη παρέα.

Χορεύουμε, τραγουδάμε και χαχανίζουμε. Πίνουμε τσίπουρα κι ουζάκια μέχρι να ξημερώσει κι αν δε βγει ήλιος δεν το κουνάμε. Θα δούμε μαζί την ανατολή, θα τραγουδήσουμε το «Όταν χαράζει στο Αιγαίο είναι όμορφα σου λέω» όπου κι αν είμαστε, κι ας μας βρέχει το Ιόνιο – κι όντως είναι όμορφα, κάθε φορά σαν να είναι η πρώτη και κάθε αυγή μοναδική.

Θα πιούμε καφέ γύρω στις 9 που θα σχολάσει το γλέντι κι ύστερα οι τυχεροί θα πάνε για ύπνο κι όλοι οι άλλοι στις δουλειές μας. Με κέφι όμως και πάντα αδιαμαρτύρητα, δε θα αλλάζαμε τίποτα και δε θα χάναμε καμιά τέτοια νύχτα και κανένα τέτοιο ξημέρωμα  για λίγες ώρες ύπνου. Θα κουτουλάμε, αλλά το μεσημέρι θα πάμε στην παραλία και το βράδυ θα κάνουμε πάλι τα ίδια.

Έτσι είμαστε οι νησιώτες. Παράξενοι και ρομαντικοί. Συλλέγουμε ανατολές και δύσεις, μυρίζουμε τα αρώματα της φύσης, ηρεμούμε μπροστά στα κύματα και τρελαινόμαστε πάλι χωρίς λόγο κι αιτία. Τσακωνόμαστε έτσι για το χαμό και λίγο αργότερα γεμίζουμε ποτήρια με σούμες και ρακές και με ένα «άσπρο πάτο» λύνουμε τις διαφορές.

Επιμένουμε να πιστεύουμε ακόμα στις όμορφες ψυχές, τους ωραίους ανθρώπους, στον έρωτα, τη φιλία, τη φιλοξενία. Αυθεντικοί κι αυθόρμητοι, περήφανοι για την τρέλα μας. Κι αν στην αρχή οι φωνές μας σε τρομάξουν, μόλις μας γνωρίσεις θα μας λατρέψεις!

 

Συντάκτης: Πωλίνα Πανέρη