«Μπορεί τον έρωτα να τον βιώνω διαφορετικά με τον εκάστοτε άνθρωπο αλλά στο χωρισμό είμαι ο ίδιος. Τον περνάω μόνος μου κι ό, τι απελπιστική κίνηση παρακαλετού την κρατώ για μένα». Ορισμός της αξιοπρέπειας ή της δειλίας;
Λίγο-πολύ όλοι έχουμε έρθει σε επαφή με αυτή τη φράση, ο καθένας με τον τρόπο του. Μπορεί να μην την έχουμε καν παραδεχτεί με λέξεις, μα διαβάζοντάς την κάπου αντανακλά μέσα μας είτε σαν ιδιόκτητη, είτε σαν ανάμνηση εξωτερικής συμπεριφοράς. Όπως και να’ χει η φράση αυτή καθ’ αυτή φανερώνει δύναμη ψυχής. Ο περισσότερος κόσμος στο χωρισμό θέλει να πέσει στα πατώματα, να ξεφτιλιστεί ακόμα για χάρη του τέως έρωτά του. Αυτός όμως που δηλώνει πως όλη αυτήν την ανάγκη για παρακμή την κρατά για τον εαυτό του και τη διαχειρίζεται σαν κατάσταση πένθους έχει για αρχή σεβασμό στον εαυτό του.
Ο χωρισμός δεν είναι συναίσθημα· τα συναισθήματα έχουν μικρή διάρκεια κι είναι αυτά που πλαισιώνουν μια κατάσταση. Ο χωρισμός είναι η ίδια η κατάσταση, αφού κρατάει καιρό -ανάλογα πάντα με το χαρακτήρα και τη φύση της εκάστοτε σχέσης. Ο έρωτας επειδή έχει να κάνει με το τι συναισθήματα θα καταφέρει να σου ξεκλειδώσει ο άλλος δεν μπορεί να έχει το ίδιο πατρόν δυο φορές. Είναι κάτι τόσο πολύπλοκο όσο το γονιδίωμα του καθενός· το χαρακτηρίζει η μοναδικότητα.
Ωστόσο επειδή ο χωρισμός έχει να κάνει με επίθεση εσωτερικών πυρών στα τεκταινόμενα που θα προκύψουν από το πώς το διαχειρίζεται αντίστοιχα ο άλλος, είναι ο ίδιος κι ας αλλάζουν τα πρόσωπα. Διαφέρει ελάχιστα ίσως από άτομο σε άτομο, μα ατομικά θα παρατηρήσεις ένα μοτίβο στη διαχείριση της κατάστασης αυτής του χωρισμού. Αυτοί που έχουν δουλέψει γενικά με τον εαυτό τους μπορούν όντως να σταθούν στο ύψος τους, να πουν «η ζωή συνεχίζεται γύρω σου δεν μπορείς να παρατήσεις τον εαυτό σου στη στιγμή του χωρισμού σου και να αφήσεις τα πάντα να κινούνται προσπερνώντας σε, το χωρισμό θα το μελετάς μόνος σου».
Τον πρώτο καιρό θα επιτρέψουν στους εαυτούς τους να το σκέφτονται και να ξεσπούν όπως το χρειάζονται, όταν η πληγή τους κλείσει δε θα συνεχίζουν να την πειράζουν εμμονικά απλά για να συνεχίσουν με κάποιον τρόπο να βρίσκονται σε επαφή με τον «πρώην», αλλά η ενθύμηση του συμβάντος θα είναι μόνο για να βελτιώνουν το “perspective” τους. Έχουν πλέον τη συναισθηματική νηφαλιότητα ν’ απομονώσουν τα συναισθήματα από το γεγονός, να εκτιμήσουν που έσφαλαν, τι συμπεριφορές δε θα ανεχθούν από τους εκάστοτε μεταγενέστερους.
Όλοι έχουμε την ανάγκη να παρακαλέσουμε. Η ειδοποιός μας διαφορά έγκειται στο πόσο καλοί είμαστε στο να κατευνάζουμε αυτή μας την ανάγκη ή έστω να την κρατάμε στην ιδιωτική μας σφαίρα χαλιναγωγημένη. Δεν είναι εύκολο να σταθείς στα πόδια σου ταυτόχρονα με κάτι τόσο βαρύ να έχει καταπλακώσει τον ψυχισμό σου. Όχι δεν είναι δειλία το να μη δείχνεις προς τα έξω πόσο σε έχει επηρεάσει· κάθε πένθος, κάθε απώλεια θα κληθείς να την αντιμετωπίσεις και τελικά να τη σηκώσεις μόνος σου.
Κάθε χωρισμός σου αποτελεί μια κραυγή σου σε ένα μέρος με ηχώ· είσαι μόνος, σε χτυπά η φωνή σου όταν γυρίζει σε σένα αναπάντητη, το αποδέχεσαι τα βάζεις κάτω, χαράζεις πορεία και συνεχίζεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου