Βιώνουμε στιγμή μετά τη στιγμή συναισθήματα που εναλλάσσονται ή και συνδυάζονται και μας διδάσκουν μέσα από αυτήν τη βόλτα που θα κάνουν στον εσωτερικό μας κόσμο. Δυστυχώς ή ευτυχώς ο πιο βαθύς τρόπος για να αισθανθούμε κάτι είναι να υποφέρουμε γι’ αυτό, όπως είπε κι ο Γκυστάβ Φλωμπέρ. Κι επειδή το αίσθημα απουσίας ή απώλειας έρωτα είναι το πιο ιδανικό συναίσθημα για να προκαλέσει πόνο ας αναφερθούμε σ’ αυτό.
Βιώνουμε τον έρωτα στο απόγειό του κυρίως στο βαρύτερο στάδιο του μαζί, που είναι αυτό της δύσκολης κατάκτησης. Κανείς δε σου εγγυάται πως με το να κοπιάσεις θα έρθει σίγουρα και το πολυπόθητο αποτέλεσμα. Το μόνο σίγουρο είναι πως θα παλεύεις με τις ισορροπίες σου προσπαθώντας να βάλεις μέτρο σε κάτι τόσο ατίθασο όπως είναι ο έρωτας, παραδιδόμενος τελικά στο χάος κι απλά υποφέροντας που μέσα σ’όλα τ’ άλλα το άτομο λατρείας σου δεν είναι δικό σου.
Νοιάζεσαι περισσότερο γι’ αυτό που δεν έχεις. Προσέχεις περισσότερο τις σκέψεις που το περιέχουν κι αγνοείς οποιαδήποτε άλλη προσπαθεί να σε βάλει στο πρωτόκολλο που θα ακολουθούσες σε κάθε άλλο σενάριο συναισθήματος. Όπως τα παιχνίδια που διαφήμιζαν που τ’ αγαπούσαμε και τα ποθούσαμε περισσότερο όταν τα βλέπαμε να είναι μόνα, μακριά μας, στο ράφι της αφιλόξενης βιτρίνας στο κουτί τους παρά όταν έπαιρναν τελικά ρόλο διακοσμητικού στο προσκεφάλι μας.
Τα συναισθήματα που «γράφουν καλύτερα» μέσα μας και που αν αποκτήσουν συχνότητα επηρεάζουν το χαρακτήρα μας είναι αυτά με το αρνητικό φορτίο. Κόβουν βαθύτερα κι άχαρα σαν χειρουργικό νυστέρι συναισθήματα που πηγάζουν απ’ τη θλίψη, ενώ αυτά με το θετικό πρόσημο χαράσσουν ακανόνιστα μικρά σημαδάκια που με τον καιρό ξεχνιούνται. Με μπαλτά θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την απώλεια ερωτικού προσώπου.
Οι πιο πολλές μετάνοιες γίνονται αφότου βιωθεί το αντίο. Έχοντας εκπαιδεύσει τη σκέψη σου να βολοδέρνει γύρω από αυτόν τον άνθρωπο είναι αναπόφευκτο το να θες να ξαναγυρίσεις και μάλιστα σε διάστημα εικοσιτετράωρου. Μέσα σε αυτό το εικοσιτετράωρο βιώνεις ένα καινούριο συναίσθημα· αυτό της υπέρμετρης εκτίμησης. Τότε ξαφνικά τα ανεπαίσθητα σημάδια μέσα μας έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από τις χαράδρες κι ενθυμούμενοί των η εκτίμηση πολλαπλασιάζεται με το νούμερο του επιπέδου απελπισίας.
Κανένας άνθρωπος δε θα δεχόταν να βιώσει κάτι τέτοιο οικειοθελώς αν ρωτούνταν νηφάλιος. Μα ένας ερωτευμένος θα έπεφτε ξανά και ξανά στη λεπίδα του μπαλτά χορεύοντας το χορό του Ζαλόγγου· με αυταπάρνηση. Ακόμη κι αν τον προειδοποιούσες για το πόσο θα υποφέρει δε θα τον ένοιαζε καθώς η συνειδητοποίηση της πραγματικής αξίας του ανθρώπου τους έφερνε τον αφορισμό εκείνης της εικονικής. Αυτής που δημιουργήθηκε εξαιτίας των φίλτρων των προκαταλήψεων που του δημιούργησαν τα όσα έζησε στον πρότερο βίο του κι ο ίδιος δεν μπορεί να φανεί επιεικής και κατανοητικός.
Στο μυαλό ανθρώπου υπό την επήρεια έρωτα τέτοια πράξη θεωρείται θανάσιμο αμάρτημα. Σε μεταγενέστερο στάδιο κι αφού φύγει η μέθη θα συνειδητοποιήσει το μέγεθος του πόνου που υπέφερε. Θα καταλάβει με τον καιρό πως αν υπάρξει και πάλι ερωτευμένος, για χάριν της συναίσθησης θα το περνούσε ξανά και με πλήρη επίγνωση το στάδιο της ατομικής συμφοράς. Τώρα ωστόσο, ως άνθρωπος σε πλήρη επαγρύπνηση, κατανοεί το γιατί κάποια συναισθήματα έχουν επιτρεπτά όρια και φυσιολογικές τιμές. Έκτοτε κυνηγάει τις μικροεκδορές που προσφέρει η χαρά και λαβωμένος πια ευχαριστιέται τις πληγές του.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου