Καθημερινά προσπαθούμε να απομνημονεύουμε μοτίβα, πληροφορίες και πρωτόκολλα λέξη προς λέξη. Μιλάμε για αυτήν την ψυχαναγκαστική αποστήθιση παπαγαλίας που μαθαίνουμε από μικρά παιδιά όταν «καταβροχθίζαμε» παραγράφους ολόκληρες στην ιστορία.

Με την αποστήθιση δεν έμαθε ποτέ κανένας πραγματικά. Έρευνες του ΜΙΤ έχουν αποδείξει πως ό,τι αποστηθίζουμε αποθηκεύεται στη βραχυπρόθεσμη μνήμη μας, με αποτέλεσμα να το ξεχνάμε μετά από λίγο καιρό. Για να μάθεις κάτι πρέπει ή να σου κάνει εντύπωση ή να το καταλάβεις.

Κάπως έτσι, μηχανικά, πάντα προσπαθούμε να απομνημονεύουμε ξερά σκέτα ονόματα ανθρώπων με μόνο ερέθισμα το πρόσωπό τους, πιέζοντας τον εγκέφαλό μας να τα μεταβιβάσει στη μακροπρόθεσμη μνήμη, ενώ δε γνωρίζουμε κάτι πιο ουσιαστικό για το άτομο πίσω από τις δύο δοθείσες πληροφορίες πρόσωπο και όνομα ώστε να δημιουργηθεί ένας συνδυασμός με πιο έντονο ερέθισμα, άρα και πιο εύκολα μεταβιβάσιμος.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος όπως ένας υπολογιστής διαθέτει δύο ειδών μνήμες: τη βραχυπρόθεσμη και τη μακροπρόθεσμη. Η μεν ξεσκαρτάρεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ίσως ακόμα και κατά τη διάρκεια της ίδιας μέρας, ενώ η δε μένει ανέπαφη από τη στιγμή που η πληροφορία εγκατασταθεί εκεί. Για να μεταβεί, όμως, μια πληροφορία από τη μία μνήμη στην άλλη πρέπει να μπορείς να τη συνδέσεις με κάποια άλλη ήδη υπάρχουσα, αφού πρώτα την κατανοήσεις σαν έννοια.

Στην καθημερινότητά σου ακόμη, η αποστήθιση δεν είναι καθόλου πρακτική -πέραν του γεγονότος ότι στερεί την κριτική ικανότητα και τη δημιουργική σκέψη. Γιατί μη έχοντας κατανοήσει μια έννοια ως το βάθος της σε αφήνει απροετοίμαστο για τις περιπτώσεις που θα υπάρξουν επιπλοκές και θα πρέπει να σκεφτείς σφαιρικά. Με την αποστήθιση είσαι προετοιμασμένος για τη μία από τις πολλές διαστάσεις ενώ είναι λες και κατάπιες την πληροφορία αμάσητη. Δεν μπορείς να εκφέρεις γνώμη για κάτι το οποίο απλώς προϋπάρχει στο πάτωμα της μνήμης ανέγγιχτο, χωρίς να έχεις πειραματιστεί ψαχουλεύοντας μήπως κουμπώσει κάπου αλλού. Μπορείς να πεις την πληροφορία που θυμάσαι αλλά δεν μπορείς να συζητήσεις πέρα από εκεί που σε πάει η μνήμη σου.

Ο υγιής τρόπος αυτόματης πλοήγησης της μνήμης είναι μόνο ο συνειρμός, κι αυτός ευνουχίζεται μέσω της «απέξω απομνημόνευσης». Ο κώδικας προγραμματισμού που χρησιμοποιεί ο καθένας στον υπολογιστή απεριόριστων δυνατοτήτων που λέγεται εγκέφαλος, διαφέρει. Γι’ αυτό η αποστήθιση μπορεί να βολεύει έναν άνθρωπο με υπερθυμία ή αυτόν με τη φωτογραφική μνήμη, αλλά δε συμφωνεί με τον τρόπο εκμάθησης του μέσου όρου των ανθρώπων.

Οι περισσότεροι άνθρωποι λειτουργούν με αναμνήσεις. Πορεύονται με γνώμονα αυτές στην καθημερινή τους ζωή· στη διαλογή ανθρώπων, στη λήψη αποφάσεων, στο χειρισμό μηχανημάτων στη δουλειά τους. Λειτουργούμε μέσω των ερεθισμάτων που δεχόμαστε καθώς συνδυάζουν οπτικοακουστικό υλικό και διαδραστικότητα, γι’αυτό και τα ξεχνάμε δύσκολα. Μια θεατρική παράσταση, η αγαπημένη μας σειρά με λεπτομέρειες, το πρώτο μας φιλί με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Είναι αναμνήσεις, κι αν τις ζούσαμε κι αυτές όπως βιώνουμε την εισδοχή της πληροφορίας, ούτε αυτές θα θυμόμαστε. Θα είμαστε πάνινοι και άψυχοι.

Ίσως, σε αυτό το σημείο να βρίσκεται πραγματικά η υπόσταση της ψυχής· εκεί που η πληροφορία παύει να είναι απλή έννοια και γίνεται συναίσθημα που αγγίζει όλες τις αισθήσεις.

Αν τελικά αυτό είναι το κλειδί και το κρατάμε ήδη, γιατί εμμένουμε στο να προσπαθούμε με ξένα κλειδιά, ενώ βλέπουμε πως η πύλη εισόδου στη μακροπρόθεσμη μνήμη ανοίγει μόνο με το δικό μας;

 

Συντάκτης: Μαγδαληνή Μαρία Παπάζογλου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα