Μίμος. Mιμείται χαρακτηριστικά, κινήσεις, εκφράζει συναισθήματα,  ένας πλανόδιος του δρόμου, ένας ηθοποιός βουβού κινηματογράφου.

Όσο η εκφραστικότητα αποτελεί ένα ταλέντο, μια χάρη, άλλο τόσο ο μιμητισμός αποτελεί ένα ελάττωμα. Κι ενώ η μίμηση δημιουργεί ανθρώπους ζωντανούς, ο μιμητισμός μας καθιστά άβουλους, παθητικούς και χωρίς φαντασία για δημιουργία, με χαμένη την έμπνευσή μας.

Ο μιμητισμός, αποκαλύπτει έναν αδύναμο εαυτό που υποτιμάται, αναιρείται, δεν αποδέχεται τον ίδιο. Νιώθει μειονεκτικά απέναντι στους άλλους. Αντικαθιστούμε τον εαυτό μας μ’ έναν ξένο. Στην προσωπικότητά μας φοράμε τη μάσκα του, με την αίσθηση πως θα γίνουμε αρεστοί.

Όπως το παιδί, φορά τα παπούτσια της μαμάς και πατάει στα βήματά της, έτσι και στον μιμητισμό το άτομο πατά στην πεπατημένη οδό κάποιου άλλου, αντί να ορθώσει το ανάστημά του και να χαράξει δικό του δρόμο.

Ξεφεύγει από την ευγενή  άμιλλα  του προτύπου του και θέλει να πάρει τη θέση του. Δεν ξεγυμνώνεται ως γνήσιος εαυτός, αλλά εξελίσσεται ως ο άλλος. Φοράει την προσωπικότητα του άλλου, μασκαρεύεται.

Πώς όμως, θα δώσουν οι άνθρωποι αυτοί, το δικό τους στίγμα και θα ξεφύγουν από τη μάζα; Πώς θα ξεδιπλώσoυν τη δική τους αύρα και το στιλ, όταν μένουν προσκολλημένοι πιστά σε κάποιον που θέλουν αποκλειστικά ν΄ αντιγράψουν;

Όπως μια φωτοτυπία ξεχωρίζει από το πρωτότυπο έγγραφο, έτσι και οι άνθρωποι αυτοί, θα είναι πάντα αντίγραφα, ποτέ πρωτότυπα. Υιοθετούν συμπεριφορές έξω από τα νερά τους. Μαριονέτες που χορεύουν στα νήματα  του κατόχου τους. Οι σκέψεις τους κινούνται βάση  του ατόμου που μιμούνται. Στόχος τους ν΄ αντιγράψουν και την τελευταία  λεπτομέρειά του.

Άνθρωποι δειλοί, άτολμοι που φοβούνται να χάσουν, να τσαλακωθούν. Δε βγαίνουν στη σκηνή της ζωής χωρίς μακιγιάζ, αλλά καμουφλάρονται  με τα στολίδια των άλλων. Υπερφορτώνονται. 

Μορφές μιμητισμού, η ξενομανία και ο νεοπλουτισμός που μιμούνται είτε την ξένη κουλτούρα, είτε την τάξη της ελίτ. Στόχος η επιδειξιομανία.

Τι ποιο αυθεντικό από το να τολμάς να κάνεις λάθη.

Τι ποιο αυθεντικό από το να εκφράζεσαι αληθινά, ως ο εαυτός σου.

Τι ποιο αυθεντικό από το να θεμελιώνεις τα δικά σου πιστεύω και να τα υποστηρίζεις.

Είναι βαρετό να τρως ξαναζεσταμένη σούπα. Δεν έχει κέφι, δεν έχει δράση να μιμείσαι, διότι δεν ανακαλύπτεις μόνος σου τη μαγεία της ζωής. Δεν κάνεις πράγματα με την καρδιά σου που πραγματικά επιθυμείς, απλά ακολουθείς.

Είσαι  υπόδουλος, ενός άλλου ατόμου που στην ουσία δεν καταλαβαίνεις πως σε χειρίζεται με το ν΄ ακολουθείς κατά γράμμα όλα τα βήματα της ζωής του.

Ο μιμητισμός γεννά ανθρώπους ασυνείδητους. Έχουν χάσει το παρελθόν τους, το γενεαλογικό δέντρο της δικής τους ιστορίας. Δημιουργώντας στο μυαλό τους είδωλα, γίνονται χωρίς να το καταλαβαίνουν ειδώλια.

Αποτελούν μια επιφάνεια, χωρίς ουσία. Οι ιδέες τους μένουν στείρες, υμνούν τις ιδέες αυτών που μιμούνται. Δεν κολυμπούν κόντρα στο ρέμα και δεν αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα. Άβουλοι στο παρόν και μέλλον. Έρμαια της κοινωνίας, έτοιμα προς εκμετάλλευση.

Δεν οδηγούνται από την ατόφια ψυχή τους, αλλά από έναν σκλαβωμένο ψυχισμό, που τον περιορίζουν δραστικά στην ελευθερία κινήσεών του.  Παπαγαλίζουν, δε δημιουργούν, αναπλάθουν.

Πιστεύουν ό,τι πιστεύεις, εκτελούν ό,τι εκτελείς.

Να δημιουργείς από τη ζεστασιά της καρδιάς, από την αύρα της ψυχής και την αλήθεια του πνεύματός σου. Να έχεις πρότυπα, ποτέ όμως να μη γίνεσαι ένα άβουλο πιόνι που ανακαλύπτει τους άλλους, χωρίς να έχεις ανακαλύψει πρωτίστως το δικό σου εαυτό.

 

«Ἔστιν οὖν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας…» 

 

Επιμέλεια Κειμένου Νίκης Ατζέμογλου: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Νίκη Ατζέμογλου