Οι πρώτες στιγμές, οι ανεξέλεγκτα αποκαλυπτικές ματιές, τα αυθόρμητα αγγίγματα, τα διστακτικά μισόλογα· είναι η γλώσσα του σώματος που καθώς ανταλλάζουμε τις κινήσεις της, πολλές φορές δεν ξέρουμε ούτε πώς να την ερμηνεύσουμε, ούτε πώς να εκφράσουμε κατάλληλα το σκίρτημα που αρχίσαμε να νιώθουμε.
Υπάρχει άραγε κατάλληλος τρόπος να εκφράσεις όσα νιώθεις στον έρωτα; Κι άραγε, μεταφράζεις σωστά τα σημάδια που λαμβάνεις από τον άλλον ή τα παραφράζεις στον βωμό των προθέσεων και των αναγκών σου; Κι αν θέλεις να στείλεις κι εσύ αυτά τα σημάδια και να αποκαλύψεις όσα νιώθεις, τα στέλνεις σωστά ή κακοπαίζεις τον ρόλο του εξομολογητή, ξεχνάς το σενάριο κι έτσι αφηρημένος όπως είσαι, ακολουθείς επιτηδευμένες τεχνικές και κατάλληλες –υποτίθεται– μεθόδους φλερτ, που κάπου άκουσες, κάποιοι σε συμβούλεψαν, σε έπεισαν πως πιάνουν, που τελικά προγραμμάτισες τον αυθόρμητο ενθουσιασμό σου και μόνο με μεθοδικές κινήσεις σκοπεύεις να «κατακτήσεις» τον αγαπημένο σου.
Χρησιμοποιείς το φλερτ ως μέθοδο προσέγγισης και με απλά βήματα θες να σιγουρέψεις την ανταπόκριση του πριν αποκαλυφθείς εντελώς. Δε θα μπορούσες να τα έλεγες με μιας όλα, αφού δεν είναι και πολύ ρομαντικό, μοιάζει απότομο κι αν σε απορρίψει, θα έχεις ήδη εκτεθεί ανεπανόρθωτα.
Μα μήπως τελικά όλη αυτή η ανάγκη της τακτικής του φλερτ μπερδεύει περισσότερο τα δεδομένα, παρά τα φτιάχνει; Ξεκινάς να φλερτάρεις, προδίδεις τα συναισθήματά σου με το σταγονόμετρο, προσέχοντας μη και πέσει στην αντίληψη του άλλου κάτι παραπάνω και δεν πρέπει. Τυπικά, πρέπει να τον σιγοψήσεις, να μην έχεις καμία διαχυτικότητα, ώστε να τον έχεις σε μια διαρκής εγρήγορση και να απορεί αν τελικά τον θέλεις ή όχι. Κι ίσως υπό αυτές τις συνθήκες το φλερτ να είναι κάτι σαν ένα είδος προστασίας. Δε λες τι νιώθεις για να μη σου το γειώσει κανείς.
Μα είναι κι αυτό το επίμονο δίλημμα που σε πιάνει: Να αποκαλύψεις άμεσα όσα νιώθεις ή να περιμένεις λίγο ακόμη. Ό,τι θα τα πεις, βέβαια, θα τα πεις. Ή μάλλον κατά βάθος αυτό θες. Θέλεις να μιλήσεις για τα συναισθήματά σου. Τον τρόπο προσπαθείς να βρεις. Θέλεις να τα μοιραστείς όλα, αλλά πρέπει πρώτα να ελέγξεις αν ευνοούν οι συνθήκες.
Κάθε φορά είναι λες και δεν έχεις ξαναφλερτάρει ποτέ, λες και δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς μια καψούρα. Κι όσες εμπειρίες κι αν έχεις επί του θέματος, κάθε φορά είναι λες και το ζεις από την αρχή. Κάθε νέος έρωτας μηδενίζει τα κοντέρ κι εσύ απλώς πρέπει να αφεθείς, ν’ αράξεις στο κάθισμα αναπαυτικά και να τον αφήσεις να σε πάει και να σε φέρει, να σε απογειώσει, να σε προσγειώσει, να σε ανανεώσει, να σε παλαβώσει και γενικώς να σου αναστατώσει αυτό το πάθος, χωρίς να φέρεις κι ιδιαίτερες αντιρρήσεις.
Τι πρέπει να κάνεις ή να μην κάνεις, τι να δείξεις σκοπίμως και τι να κρύψεις εκτάκτως, τι χρειάζεται και τι επείγει να μη μαθευτεί; Έχεις συναισθήματα άγουρα κι ασυγκράτητα. Τα λες ή σωπαίνεις; Κι αν τα πεις, θα επιλέξεις να τα πεις στο ίδιο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή παραδίπλα σε κάποιον τρίτο, μπας και το προσεγγίσεις πλαγίως;
Ωστόσο, μπορείς να τα πεις ακριβώς όπως έχουν. Ούτε παραδίπλα, ούτε πλαγίως, ούτε γραπτώς, αλλά ευθέως. Να τον κοιτάς κατάματα και να ζητάς απάντηση επιτόπου. Ο αληθινός κι ευθύς άνθρωπος θα σου τη δώσει αμέσως, χωρίς καθυστέρηση. Δε θέλει σκέψη το συναίσθημα. Ή νιώθεις ή δε νιώθεις. Τα ενδιάμεσα μόνο κουράζουν. Μη σε αφορά τόσο η απόρριψη ή η ανταπόκρισή του, όσο να αποκαλύψεις ό,τι ακριβώς νιώθεις μέσα σου, χωρίς ζουμιά και παιχνίδια. Μα πού είναι η μαγεία, θα πεις. Πού είναι το μυστήριο κι η γοητεία του φλερτ; Κάποιοι τρομάζουν με τέτοιες αποκαλύψεις και ζητούν χρόνο. Μα ο χρόνος είναι τόσο σχετικός και η ζωή δε θα τον περιμένει.
Τελικά, να εκφράζουμε τα συναισθήματα μας με μιας κι όπου μας βγάλει ή να περιμένουμε να του βγάλουμε του άλλου και λίγο το λάδι; Να μην είναι σίγουρος αν τον θέλουμε ή όχι. Δεν υπάρχει «καθώς πρέπει» τρόπος να αποκαλύψεις τα συναισθήματά σου. Έχει να κάνει με την προσωπικότητα του ατόμου και τη διάθεση του καθενός. Οι ακραίες τεχνικές δεν οδήγησαν πουθενά. Και τα πολλά μυστήρια δεν ωφελούν και κάπου.
Είναι που ο έρωτας δεν έχει λογική. Από τη μία θα σε πιάσει το πείσμα, θα γουστάρεις τόσο, αλλά δε θα πεις ποτέ τίποτα κι από την άλλη θα σ’ αφήσουν οι ντροπές, θα αγνοήσεις τους δισταγμούς και θ’ αποκαλυφθείς αδιαφορώντας για το λεγόμενο «παιχνίδι τακτικής» του φλερτ, γιατί απλώς δε σε ενδιαφέρει να παίξεις. Θέλεις να ζήσεις το απρόβλεπτο και δε θες να περιμένεις καμιά κατάλληλη στιγμή να ‘ρθει, όχι από έλλειψη υπομονής, αλλά από το θάρρος σου ν’ ακούσεις την όποια απόφαση του άλλου εξαρχής, για να μην κάνεις τσάμπα όνειρα.
Η τακτική του φλερτ λειτουργεί για όσους θέλουν λίγο από μυστήριο και λίγο από πλάνη. Αλλά αν τελικά δεν καταλήξει στο προσδοκώμενο όνειρο, η απογοήτευση θα είναι τεράστια. Τουλάχιστον, αν ξέρεις από την αρχή τις προθέσεις του άλλου, γειώνεσαι και προχωράς χωρίς εικονικές πεταλουδίτσες στο στομάχι. Καλό είναι να ξέρεις πού πατάς, να ξέρεις πού πατάει κι άλλος, για να μην τον περιμένεις τσάμπα και τελικά δεν εμφανιστεί και ποτέ.