Η ένωση δύο σωμάτων. Η απόλυτη ένωση δύο σωμάτων. Η στιγμή που αφήνεσαι στον άλλον με κάθε δυνατό τρόπο. Που τον εμπιστεύεσαι και του δίνεις την ευκαιρία να γνωρίσει κάθε πλευρά του εαυτού σου. Αυτήν την πιο ευάλωτη, την πιο ευαίσθητη. Και του επιτρέπεις, μάλλον, να απολαύσει κάθε πλευρά σου. Το σεξ είναι μια αμοιβαία στιγμή εμπιστοσύνης. Είναι μια στιγμή που ανοίγεις όλα σου τα χαρτιά. Που έρχεσαι χωρίς μάσκες κι ωραιοποιήσεις και λες «Ορίστε, αυτός είμαι, αυτά έχω».
Έστω έτσι θα ‘πρεπε να ‘ναι. Επειδή το σεξ είναι ταυτόχρονα κι απόλαυση σαρκική. Και μπροστά σε αυτήν, μπροστά στην ικανοποίηση, δηλαδή, ανταλλάσσουμε όλα τα υπόλοιπα που μας προσφέρει. Ας είμαστε ειλικρινείς. Μπροστά στην ευχαρίστησή μας, τη συχνά επιφανειακή κι εντελώς εφήμερη, παραμελήσαμε τα συναισθήματά μας. Παραδοθήκαμε, με λίγα λόγια, σε ένα ωραίο κορμί, σε ένα ωραίο βλέμμα, σε μια ωραία μυρωδιά. Κάναμε σεξ γιατί το σώμα μας το ζήτησε. Κι όχι επειδή γεννήθηκε η επιθυμία στο μυαλό μας.
Κι αυτό το παζάρεμα το επαναλάβαμε πολλές φόρες. Το πρόβλημα, ίσως, να ξεκινάει όταν αυτή η έκπτωση γίνεται μια επανειλημμένη κατάσταση με ένα άτομο. Γιατί τότε ξεκινάς να νιώθεις, χωρίς να νιώθεις ακριβώς. Ξεκινάς, δηλαδή, να αναπτύσσεις μια οικειότητα με αυτό το σώμα. Με το άγγιγμα αυτού του ανθρώπου. Με τη μυρωδιά του. Και μέσα στην οικειότητα, αφήνεις να ξεγλιστρήσουν και σκέψεις της στιγμής. Συναισθήματα που καίνε λόγω της αδυναμίας εκείνων των λεπτών, συναισθήματα που παγώνουν λίγο μετά τον οργασμό.
Και ξεκινάς να εξωτερικεύσεις τις σκέψεις σου -ή και τις εξιδανικεύσεις σου. Να ψιθυρίζεις «σε θέλω» στο αφτί του άλλου. Να τον λες «μωρό σου» καθώς βογκάς από ευχαρίστηση. Να φωνάζεις «είσαι δικός μου» καθώς τελειώνεις. Αφήνεις τις σκέψεις σου να πάρουν φωνή. Αφήνεις το σώμα σου, κι όχι το μυαλό σου, να μιλήσει εκείνη τη στιγμή. Και το πρόβλημα είναι πως όλα διαρκούν όσο εκείνη η στιγμή.
Δύσκολο να μην αφήσεις τις χαζές σου σκέψεις να δηλητηριάσουν την επαφή σας, όσο την απολαμβάνεις τόσο. Εξάλλου, εσύ ξεχνάς εύκολα. Εσύ ξεχνάς αμέσως, ίσως. Με το που θα ντυθείς και θα γυρίσεις να χαμογελάσεις στον άλλον. Κλείνοντας την πόρτα και την όλη φάση για ‘σένα. Σφραγίζοντάς την και ορίζοντάς την ως σκέτο σεξ. Και δε χρειάζεται να εξηγήσεις κάτι στον άλλον. Θα καταλάβει από μόνος του, πως όσα είπες ήταν μια παρόρμηση της στιγμής, πως ήθελες να ντύσεις κάπως την ατμόσφαιρα. Και γυρνάς σπίτι σου χαλαρός. Κι ίσως κοιμηθείς κατευθείαν. Ίσως χαζέψεις μια ταινία. Σίγουρα, όμως, θα ‘χεις ξεχάσει τα πάντα, σαν να μην έγινε ποτέ τίποτα.
Αλλά ποτέ μας δε σκεφτήκαμε τον άλλο. Επειδή ο άλλος μπορεί και να κρεμάστηκε υπερβολικά από αυτό το «κάτι» που του ψιθυρίσαμε. Ο άλλος ίσως πήρε το άκουσμα αυτού του «μου» και το μετάφρασε σαν κατάθεση ψυχής. Κι ίσως να γύρισε σπίτι ενθουσιασμένος. Ίσως να ‘κανε σενάρια και να φαντάστηκε συνέχειες. Και του αρκεί να σκέφτεται αυτά τα λόγια για να χαμογελά. Κι εκείνα παίζουν ξανά και ξανά στο μυαλό του. Και κάνει όνειρα. Και σχεδιάζει ένα μέλλον. Επειδή για ‘κείνον αυτά τα λόγια δεν υπήρξαν απλά λόγια του αέρα, αλλά πρελούδιο της πιο ερωτικής ιστορίας.
Κι η παρεξήγηση ξεκινάει κάπου εκεί. Όταν ο άλλος χτίζει ελπίδες μέσα από λόγια της στιγμής. Όταν ο άλλος ζει μέσα από αυτά τα συναισθήματα της στιγμής. Και το θέμα είναι πως δε μιλάμε ακριβώς για μια παρεξήγηση αλλά για τα συναισθήματα ενός ανθρώπου. Που τα βάζουμε στο «περίμενε». Επειδή οι λέξεις μας γέννησαν προσδοκίες, προσδοκίες που δεν έχουμε τη διάθεση να τις επιβεβαιώσουμε. Κι έτσι, μέσα από χαζές δικές μας λέξεις, καταδικάσαμε τον άλλον σε συναισθήματα χωρίς ανταπόκριση.
Και, μεταξύ μας, πονάει. Μεταξύ μας ίσως πονέσαμε. Όχι εμάς, ίσως να πονέσαμε άλλους. Και να χρωστάμε μια συγγνώμη σε ‘κείνους που τους γεμίσαμε ψεύτικες ελπίδες. Κι αν πονέσαμε εμείς από άλλους, η λύση είναι μία: αποδοχή. Όσο πιο γρήγορα αποδεχτούμε πως ήταν όλα εν βρασμώ ψυχής και κάψουμε τις ψευδαισθήσεις μας, θα απελευθερωθούμε.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη