Λένε πως η χειρότερη φυλακή είναι ο εαυτός μας. Κι η αλήθεια είναι πως με τα χρόνια να περνούν, η φυλακή σου γίνεται όλο και πιο δική σου κι ο εγκλεισμός σου ολοένα και πιο ασφυκτικός. Κλειδωμένος στον εαυτό σου με τα κελιά τόσο γερά που κανείς δεν μπορεί να διαπεράσει και μέσα απ’ τις στιγμές ελευθερίας σου να σε πλησιάσει, να σε ακουμπήσει μα κυρίως να σε αγγίξει.
Έχεις γίνει δέσμιος του εαυτού σου. Μιλάς κρυφά, κλαις σιωπηλά κι αισθάνεσαι ακόμα πιο κρυφά. Κατασκευάζεις έναν κόσμο γύρω από ‘σένα και μέσα επιτρέπεις να εισβάλουν όλα εκείνα που η σιωπή σου πνίγει, όλα εκείνα τα όμορφα που ονειρεύεσαι ακόμα και στον ξύπνιο σου.
Πόνεσες, ήσουν πάντα έτσι, διατηρείς ισχυρές άμυνες προστασίας ή προτιμούσες πάντα την ασφαλή οδό, το μόνο σίγουρο είναι πως επέλεξες να μη μιλάς για όσα νιώθεις, για όσα σε προβληματίζουν, για όσα αφήνεις να βράζουν μέσα σου. Προκειμένου να σε προστατέψεις, σωπαίνεις. Γιατί αν είναι κάτι που σε έμαθαν τα χρόνια σου είναι πως το μόνο που έχεις δεδομένο, είσαι εσύ.
Δεν το είχες ποτέ με τις λέξεις, τα έπλαθες όλα με άρτια στρατηγική στο μυαλό σου και σαν πιόνι στο σκάκι χειριζόσουν τα βήματα της ζωής σου. Κι ας σου λέγανε όλοι με ευκολία πως είναι λύτρωση να εξωτερικεύεις όσα νιώθεις, πως ο χρόνος σου δε θα ‘ναι πάντα μόνιμα παρών, γι’ αυτό να διεκδικείς όσα θες, εσύ τα έβλεπες πάντα από μια άλλη οπτική.
Βλέπεις, για σένα σημασία έχει που κατάφερες να νιώσεις ξανά, που συνειδητοποίησες πως έχεις ακόμα αλήθεια κι αγάπη που νόμιζες πως στις είχαν πετάξει. Κι ας ακούς από παντού πως θέλει δύναμη και τόλμη να μιλήσεις, εσύ ξέρεις πιο καλά από πολλούς πως η επιλογή της σιωπής χρειάζεται μεγαλύτερη δύναμη και πιο συγκροτημένη τόλμη. Γιατί άπαξ κι εισβάλεις στο καβούκι της σιωπής, η επαφή με τον έξω κόσμο, με το χάος, με τη βαβούρα από τα εύκολα λόγια, απομακρύνεται όλο και πιο εύκολα.
Μόνο εσύ ξέρεις τι σημαίνει προσποίηση από όσα μέσα σου ουρλιάζουν μανιωδώς. Μόνο εσύ ξέρεις πόσο δύσκολο είναι να μη σκάσεις ένα απ’ τα πιο αληθινά σου χαμόγελα σε εκείνα τα μάτια που σε βλέπουν και σε θέτουν σε έναν παράδεισο, ως τότε για σένα, ανύπαρκτο. Χαμογελάς μόνο στη σκέψη που υπάρχει αυτός ο ένας άνθρωπος που εν αγνοία του σου δίνει δύναμη να αντέξεις, να συνεχίσεις με ένα στόχο απροσδιόριστο.
Αποφασίζεις να μη μιλήσεις κι αυτομάτως μετατρέπεσαι σε κάποιον άλλο. Πώς να χειριστείς εύκολα το να μην είσαι εσύ; Ξέρεις καλά τι θες. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Μα είναι τρομερά επώδυνο να τα κρύβεις κι είναι ακόμα πιο επώδυνο να είσαι ο εαυτός σου. Γιατί θες απλά να τον αρπάξεις και να πεις όσα καιρό τώρα παραπονιούνται, να μπορέσεις να κοιτάξεις χωρίς χρονοδιαγράμματα τα μάτια εκείνα που ξέρεις καλά με πόση δύναμη σε μπολιάζουν, με πόση γαλήνη ηρεμούν τα κύματά σου μα για τους δικούς σου λόγους αρκείσαι στο να προσπαθείς να δείχνεις ότι αδιαφορείς.
Αδιαφορείς και προβάλλεσαι ως το πλέον δυναμικό άτομο κι όλα αυτά στο όνομα του φόβου μη προδοθείς. Μα όσο μένεις εσύ με εσένα, όλα φανερώνονται. Ο πραγματικός σου εαυτός κλαίει γιατί δεν αντέχει τον κλοιό. Κλαίει ακόμα γιατί στερείται τα όμορφα που έχεις να του δώσεις. Μα κλαίει κυρίως γιατί η σιωπή σου τον αφήνει να μένει μισός κι αρκείται στα μέτρια μα τα μέτρια και τα ελάχιστα σου έχει δείξει πολλές φορές πως δεν τα ανέχεται.
Μόνο εσύ ξέρεις πόσο αβάσταχτα δύσκολο είναι να κρατήσεις για ‘σένα συναισθήματα που πίστευες ισχυρά μα δεν υπάρχουν πια. Γιατί θυμώνεις κάποτε που τα όνειρά σου τα κυριεύει ο ενικός, που οι πιο πολλοί σε θεωρούν δειλό μα πνιγμένος στους λυγμούς και στα ξεσπάσματά σου, ανακαλύπτεις τη δύναμη που σου προσφέρει η σιωπή σου.
Είσαι πανίσχυρα συμβατός δότης με εσένα, το τι είσαι και τις δυνάμεις σου γιατί τόλμησες να τεθείς ισχυρός αντίπαλος του ίδιου του εαυτού σου. Κάποτε, ίσως αποφασίσεις να αφήσεις ενδοιασμούς κι επιφυλάξεις πίσω. Θα σε βρεις όμως εξίσου δυνατό.
Αν μια φορά άντεξες στο κλουβί σου, όταν αποφασίσεις να μιλήσεις, θα σε γοητεύεις ακόμα και σένα γιατί όσα βρίσκονται παραταγμένα τώρα στη σιωπή σου, θα ξέρουν ακριβώς για πού να βαδίσουν.
Επιμέλεια Κειμένου Ήβης Παπαϊωάννου: Πωλίνα Πανέρη