Για μας τις γυναίκες, η ζωή περνάει από πολλές διαφορετικές φάσεις. Ως προασπίστριες του είδους και έχοντας και έναν τίτλο «ασθενούς» να υπερασπιστούμε, δεν μπορούμε απλώς να γεννηθούμε και να ζήσουμε.
Πρέπει να δώσουμε το στίγμα μας ως τρισχαριτωμένα μωράκια, να μεγαλώσουμε και να γίνουμε ναζιάρικα κοριτσάκια, μετά χαμηλοβλεπούσες δεσποινίδες, έπειτα πονηρά θηλυκά, κατεργάρες γυναίκες, να κάνουμε στάση στο σταθμό των καθωσπρέπει κυριών και να καταλήξουμε γλυκομίλητες, ροδομάγουλες, στρουμπουλές γιαγιάδες.
Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν μας λέει πότε συντελούνται οι κοσμογονικές αλλαγές και περνάμε από το ένα στάδιο στο άλλο.
Κοινό μυστικό, αποτελούν οι τρεις βασικές κατηγορίες. Παιδί, κοπέλα, γυναίκα. Όλες έχουμε ένα γεγονός ορόσημο που σηματοδοτεί την είσοδο από το ένα στάδιο στο επόμενο.
Σταματάμε να είμαστε παιδιά όταν νιώσουμε ότι χάνουμε την αθωότητά μας, μετά το πρώτο φιλί ή μόλις αντικρίσουμε τις πρώτες αιμάτινες σταγόνες. Για μένα, κάπου ανάμεσα στη Σούπερ-Κατερίνα και στο «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο», του Προύστ, έγινε η μεταβολή του υπερκινητικού χαζοκόριτσου, στην επιτηδευμένη wannabe πολυδιαβασμένη, δεσποινίδα.
Μέχρι εδώ, όλα καλά. Το να νιώσεις γυναίκα όμως, είναι δύσκολη υπόθεση. Τα γεγονότα τρέχουν και η γυναικεία φύση υπερισχύει της εφηβικής με διάφορους τρόπους. Η πρώτη μας φορά, το απολυτήριο του σχολείου, η ενηλικίωση. Γεγονότα απλά και φυσικά επακόλουθα της ωρίμανσης.
Γιατί η γυναίκα, είναι πάντα ένα πλάσμα ώριμο, μετρημένο, που σκέφτεται προτού πράξει. Το δικό μου, προσωπικό παράδοξο, είναι ότι ένιωσα γυναίκα κάνοντας το πιο ανώριμο πράγμα της ζωής μου. Ένιωσα γυναίκα, όταν τρύπησα τον αφαλό μου χωρίς να πω κουβέντα σε κανέναν. Ήταν η δική μου δήλωση ότι «παίρνω τη ζωή στα χέρια μου και κουμαντάρω μόνη μου τον εαυτό μου».
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η μετάβαση γίνεται. Να φτάσεις εκεί είναι εύκολο και αναμενόμενο.
Το δύσκολο είναι, να ξέρεις ποια θέλεις να είσαι. Πάντα θαύμαζα εκείνες τις γυναίκες που σηκώνονται από το κρεβάτι στην τρίχα, με μαλλί κομμωτηρίου, επαγγελματικό βάψιμο, δέκα πόντους νύχι και σταθερότητα ακροβάτη στα ψηλοτάκουνα. Τις επιτυχημένες εκείνες γυναίκες, που μπήκαν στη σχολή των ονείρων τους, την τελείωσαν στα τέσσερα χρόνια, απολαμβάνουν την ανέλιξη στην καριέρα τους και ξέρουν ακριβώς πού οδηγείται η ζωή τους.
Εγώ δεν έχω καμία σχέση με την κατηγορία αυτών των τυχερών γυναικών. Εγώ σηκώνομαι απ’ το κρεβάτι με τα μαλλιά στριφογυρισμένα στην κορυφή του κεφαλιού, με μπούκλες να γλιστράνε στα μάτια μου.
Πηγαίνω στο σούπερ μάρκετ με το μποξεράκι και μουτζουρωμένη μάσκαρα, γιατί το προηγούμενο βράδυ γελούσα τόσο πολύ που έκλαιγα.
Στη σχολή φοράω τις φόρμες του αγοριού μου, τρία νούμερα μεγαλύτερες, μόνο για να τον νιώθω κοντά μου. Δε ανεβαίνω ποτέ σε γόβες, γιατί μοιάζω με ξυλοπόδαρο, αλλά κυκλοφορώ με μπότες χειμώνα-καλοκαίρι.
Κοιτάζοντας πίσω, βλέπω με τα κιάλια όλα αυτά που νόμιζα ότι θα γίνω όταν μεγαλώσω. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν ήξερα τι ακριβώς ήθελα. Βλέπω τον εαυτό μου να μεταλλάσσεται με τρόπους που δεν είχα ποτέ φανταστεί, ενώ στοιχεία που προσπαθούσα να υιοθετήσω από φημισμένα πρότυπα, δεν μπόρεσα να τα ταιριάξω πουθενά. Και τελικά , άφησα τις παιδικές φαντασιώσεις στη λησμονιά, όπου ανήκουν.
Για μας τις γυναίκες, η ζωή περνάει από πολλές διαφορετικές φάσεις. Προσπαθούμε να γίνουμε femme fatale, κορίτσια της διπλανής πόρτας, να έχουμε και κορμί και μυαλό και να εντυπωσιάζουμε λυτούς και δεμένους.
Τελικά όμως, αυτό που έχει σημασία είναι να είμαστε και να μένουμε αληθινές.