Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε βρεθεί με μια πιστωτική/χρεωστική/ prepaid κάρτα στα χέρια μας ή, έστω, με λίγα παραπάνω ευρώ γενικότερα, κι έχουμε επιλέξει να πάμε και να σηκώσουμε όλα τα μαγαζιά σε ψώνια. Κι όταν πλέον γυρνάμε στο σπίτι, μετά από ώρες ποδαρόδρομου κι αναζήτησης, κοιτάζουμε την πληθώρα των πραγμάτων που έχουμε αγοράσει κι αναρωτιόμαστε «Είχα πραγματική ανάγκη να αγοράσω και τα 5 μπλουζάκια; Δε μου έφτανε μόνο το ένα;».
Εννοείται πως δεν έχουμε ανάγκη τα 2/3 από όσα έχουμε ψωνίζουμε, αλλά εμείς επιμένουμε να το κάνουμε σε μια στιγμή παρόρμησης και θεωρώντας πως έτσι θα ανέβει η διάθεσή μας. Υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που αφού κατευνάσουν την καταναλωτική τους μανία, ύστερα μπορεί να νιώσουν τύψεις κι ενοχές. Αισθάνονται πως δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους και τους λόγους που τους ώθησαν να αγοράσουν τόσα πολλά πράγματα, καθώς επίσης τους αγχώνει κι η αύξηση των χρεωστικών τους υπολοίπων σε τράπεζες, μετανιώνοντας για τις αγορές τους.
Ωστόσο, αυτή είναι η μειοψηφία, αφού, έστω κι επιφανειακά, οι περισσότεροι απολαμβάνουμε τα ψώνια μας, καθώς οι γεμάτες σακούλες και ντουλάπες μας μάς ανανεώνουν και μας φτιάχνουν το κέφι, ανεβάζοντας παράλληλα την ψυχολογία και την αυτοπεποίθησή μας. Το shopping, λοιπόν, μπορεί όντως να αποδεικνύεται θεραπευτικό, τουλάχιστον για λίγο.
Όταν μας πιάνει αυτός ο υπερκαταναλωτισμός, πρέπει να καταλάβουμε πως στην ουσία θέλουμε να ικανοποιήσουμε μια συναισθηματική μας ανάγκη ή εναλλακτικά να ξεσπάσουμε για κάτι που μας στρεσάρει αυτό τον καιρό, αποπροσανατολίζοντάς μας. Μπορεί να βιώνουμε μια άσχημη κατάσταση στη σχέση μας, ή μπορεί να ‘μαστε τέρμα πιεσμένοι στη δουλειά, ή ακόμα και να τα έχουμε βάψει μαύρα ψυχολογικά για οικογενειακά ή εσωτερικά μας ζητήματα. Όπως και να ‘χει, η επιλογή μας, που λειτουργεί σαν παυσίπονο στη θλίψη μας, είναι να κάνουμε μια ανάλαφρη βόλτα στα μαγαζιά.
Μπορεί να μη μας νοιάξει η μάρκα ή η ποιότητα, να προτιμήσουμε απλά κάτι που να μας ταιριάζει. Μπορεί να μη μας νοιάξει ούτε η ποσότητα, αρκεί να πάρουμε έστω ένα πραγματάκι, που προφανώς δεν το ‘χουμε ανάγκη, αλλά θα μας δώσει μια στιγμιαία χαρά. Γιατί απ’ τη στιγμή που θα το χαζέψουμε στη βιτρίνα, μέχρι να το αγγίξουμε, να το προβάρουμε, και να το πάρουμε σπίτι, θα αδειάσουμε τον νου μας από άλλες έννοιες και θα αισθανόμαστε μια προσωρινή πληρότητα. Παρέα με έναν αέρα ανανέωσης, αφού μας κάνουμε το χατίρι και μας κακομάθουμε, βιώνουμε μια ενδόμυχη συνειδητοποίηση πως ικανοποιήσαμε το εγώ μας και το ανεβάσαμε ψηλά, έστω και για μια στιγμή, κάνοντάς το προτεραιότητα, πάνω από όλους κι από όλα.
Μπορεί για κάποιους αυτό να θεωρείται ανούσιο, επιφανειακό και να κρίνεται αυστηρά, πως όποιος ψωνίζει κάνει αδικαιολόγητες κι αλόγιστες σπατάλες σε αγορές που μόνο την τσέπη του μπορούν να καταπονήσουν, χωρίς να προσφέρουν κάτι περισσότερο, όμως δεν είναι έτσι. Μια βόλτα στα μαγαζιά είναι μια μικρή διέξοδος απ’ τα όποια προβλήματα της καθημερινότητας. Αν κάτσουμε να το σκεφτούμε λίγο περισσότερο, μπορούμε να πούμε πως είναι μια διαδικασία που σε κάνει να βγεις απ’ το σπίτι, να σκεφτείς ποιο προϊόν θα επιλέξεις να αγοράσεις και σε ποιο κατάστημα να πας να το αγοράσεις, κι έτσι να ξεχαστείς για λίγο από ό,τι σε ταλαιπωρεί και σου βασανίζει το μυαλό. Συμπερασματικά, λοιπόν, θεωρείται πως είναι ένα είδος θεραπείας, καθώς αδειάζει τον νου από αποπνικτικές σκέψεις, βάζοντάς σε στη διαδικασία να κάνεις πράγματα για εσένα.
Για κάποιους θεωρείται πως είναι ένα σωσίβιο από δύσκολες ψυχολογικές καταστάσεις της ζωής αλλά και μια αναγκαία εξωτερική αλλαγή, για να ισορροπήσει και να ενθαρρύνει την εσωτερική. Για φαντάσου κάποιος να ‘χει βιώσει το οριστικό τέλος μιας μακροχρόνιας σχέσης ή ένα επίπονο διαζύγιο ενός αποτυχημένου γάμου… Πόσο θα ήθελε μια ανανέωση ακόμα και στα σεντόνια και στις πετσέτες που χρησιμοποιούσαν κάποτε μαζί, προκειμένου να μη θυμίζουν πια το άλλο πρόσωπο! Είναι απολύτως βέβαιο και κατανοητό πως άνθρωποι που ‘χουν βγει από τέτοιες συνθήκες θα κάνουν μαζικές αγορές. Το «μαζί» δεν υπάρχει στο παρόν πια για εκείνους, υπάρχει μόνο το «εγώ» κι αυτό το «εγώ» χρειάζεται ένα φρέσκο περίβλημα, απαλλαγμένο από αναμνήσεις.
Κάποτε, λοιπόν, είναι επιτακτική η ανάγκη για μια καινούργια αρχή. Μια καινούργια αρχή που ξεκινάει πρώτα απ’ τα υλικά αγαθά, απ’ το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο, όπως καινούργιο αυτοκίνητο ή καινούργιο σπίτι. Σε αυτήν την περίπτωση, το shopping λειτουργεί, όντως, ως therapy στο μεταβατικό στάδιο από μια αποτυχημένη σχέση ή γάμο σε μια νέα ευκαιρία για ισορροπία κι ευτυχία.
Για κάποιους άλλους, πάλι, η επιδρομή στα μαγαζιά ανακουφίζει την ανασφάλειά τους πριν από ένα μεγάλο γεγονός, που τους προκαλεί αμφιβολίες και στρες. Ίσως για ορισμένους να θεωρείται πως είναι πολύ σημαντικό το να αγοράσουν νέα ρούχα (ένα κουστούμι ή ένα φόρεμα, για παράδειγμα) για να παρευρεθούν σε μια κοινωνική υποχρέωση, ένα γάμο, μια βάφτιση, ή ακόμα και για να δείξουν επαγγελματισμό σε μια συνέντευξη για δουλειά. Ενώ δεν παύουν ποτέ να υπάρχουν όλοι εκείνοι που περιπλανιούνται στις βιτρίνες μέχρι να βρουν κάτι που θα τους κάνει να αισθάνονται σίγουροι και θα τους δώσει την αυτοπεποίθηση που χρειάζονται για να εντυπωσιάσουν το πρόσωπο που τους ενδιαφέρει, ειδικά αν έχουν κλείσει κάποιο ραντεβού. Σαφώς κι όλο αυτό είναι μια ψευδαίσθηση, εξάλλου δεν είναι η εμφάνιση που μετράει, σίγουρα όμως μας κάνει να αισθανόμαστε κάπως πιο ποθητοί.
Το επιφανειακό shopping therapy, λοιπόν, που συχνά επικρίνουμε, μπορεί να ‘χει πολύ βαθύτερα οφέλη, να αποβεί ιδιαίτερα διασκεδαστικό, αλλά και να λάβει και μια μικρή μορφή ιεροτελεστίας. Κυρίως αν δεν ψωνίζεις μόνος αλλά με φίλους. Γιατί, στην ουσία, τα ψώνια είναι ένα κανάκεμα από και προς τον εαυτό μας, και πού και πού επιβάλλεται να μας καλομαθαίνουμε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη