Ήρθε, λοιπόν, εκείνη η ώρα όπου η νύφη κι ο γαμπρός έβαλαν βέρα. Ανέβηκαν και κατέβηκαν σιγά-σιγά την ανηφόρα της εκκλησιάς –προσέχοντας να μη λερωθεί το νυφικό– κι η ζωή τους μονομιάς άλλαξε. Κι «έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν» και «ούς ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω».
Και το πίστεψαν αυτό το «μη χωριζέτω», γιατί κανείς, ποτέ, δεν ανέβηκε τα σκαλιά της εκκλησίας ή του δημαρχείου γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι ο γάμος θα οδηγηθεί στο διαζύγιο. Διαφορετικά θα είχε προβλέψει να ‘χει αγκαζέ του, ή για κουμπάρο του, έναν καλό δικηγόρο.
Τι γίνεται, όμως, όταν ο χωρισμός δεν έρχεται από ένα τρίτο πρόσωπο αλλά απ’ της μοίρας το γραφτό; Γιατί μερικά ζευγάρια μοιάζουν τόσο ταιριαστά, σαν ένα σημάδι του πεπρωμένου να βρεθούν για να ‘ναι μαζί. Απ’ την άλλη, όμως, υπάρχουν κι εκείνα τα αταίριαστα ζευγάρια, που σε κάνουν ν’ αναρωτιέσαι και να σπας το κεφάλι σου πώς κατέληξαν μαζί.
Είναι καλοκαιράκι, όμως, και το μυαλό δεν πρέπει να σπάει. Γι’ αυτές τις απαντήσεις υπάρχουν οι ψυχολόγοι κι οι ειδικοί. Κι ευτυχώς, δηλαδή. Γιατί μπορεί να σ’ απαλλάξουν από περιττά έξοδα. Όχι, μην πάει το μυαλό σου σε προσκλήσεις, μπομπονιέρες, νυφικά και λουλούδια. Αυτά είναι τα λιγότερα. Γιατί ένα διαζύγιο θα σου στοιχίσει περισσότερο. Και τα κλάματα χαράς σύντομα θα γίνουν κλάματα (και) στην τσέπη σου.
Γιατί αν ανήκεις σε ‘κείνη την κατηγορία των ζευγαριών που ναι μεν πέρασαν το κατώφλι του γάμου, αλλά είναι και καταδικασμένα να περάσουν κι αυτό του δικηγόρου, τα πράγματα είναι δύσκολα. Γιατί, απλά, ανήκεις σ’ εκείνο τον τύπο ζευγαριών που δεν έχει αυτό το «κάτι» που είναι αναγκαίο προκειμένου να διαγράψει τη σωστή πορεία στην έγγαμη ζωή με το άλλο του μισό.
Και να που, ξαφνικά, κάνει την εμφάνισή της η καθημερινή συναισθηματική αγγαρεία. Αυτή η ανισότητα που έρχεται μέσα στο «μαζί» και σου δημιουργεί όλα εκείνα τα ερωτηματικά για το λιγότερο ή το περισσότερο που προσφέρεις συγκριτικά με τον άλλον. Εκείνο το βάρος που νιώθεις, προς το βραδάκι, για τη σχέση σου. Εκτός αν ανήκεις στο ζευγάρι που έχει λίστα.
Από ‘κείνες, δηλαδή, που σ’ οδήγησαν στο φαινομενικά τέλειο. Ή, καλύτερα, στο διαζύγιο, χωρίς να το καταλάβεις. Γιατί τι να τα κάνεις τα χαρακτηριστικά, αν δεν μπορείς να μοιραστείς κοινές αξίες κι ενδιαφέροντα; Καλό το χρήμα κι η ομορφιά, αλλά και το shopping therapy κάποια στιγμή το βαριέσαι. Όπως αρχίζεις να βαριέσαι και τον σύντροφό σου.
Κι αν πέταξες τις λίστες και καλωσόρισες τον συμβιβασμό, τότε τα λόγια είναι περιττά. Εκτός αν η δράση-αντίδραση είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της σχέσης σου. Δεν έρχεται μαζί σου σινεμά, δε θα πάει για καφέ με τους φίλους. Κέρατο εσύ, κέρατο κι άλλος. Συνεχίζεται το κέρατο; Ακριβό διαζύγιο.
Είναι, όμως, κι αυτό το σεξ που έρχεται μερικές φορές και κάνει τη διαφορά. Αυτή η χημεία στο κρεβάτι που σε κάνει να πιστεύεις ότι θα ‘ναι αιώνια κι ατελείωτη. Αυτό το πάθος που μπορεί να κρατήσει μια σχέση δυνατή και σταθερή. Έλα, όμως, που όλα τα προβλήματα δε λύνονται μ’ αυτό. Γιατί όταν θα σου προσφέρει μερικούς απογόνους, θα το χάσεις, και μετά θ’ αναρωτιέσαι τι γίνεται.
Για να βάλουμε στη μέση και τη συνεχόμενη επανασύνδεση με το σεξ. Γιατί αν ανήκεις στα ζευγάρια που ελκύουν το δράμα, έχεις παραβλέψει την ασυμβατότητά σας. Έχει να κάνει με τον εθισμό στην ένταση και τον καβγά, που στο τέλος οδηγεί σε αγαπούλες. Μέχρι να ‘ρθει το οριστικό πλήγμα. Κι ο ένας απ’ τους δύο βαριέται και κάνει δραματική έξοδο.
Θα αφήσουμε στην άκρη, όμως, τα χρήματα και τις διαφορές ηλικίας. Γιατί, στην τελική, δεν υπάρχει συνταγή επιτυχίας. Όμως το να δώσεις μεγαλύτερη βαρύτητα στο να σχεδιάσεις μια γαμήλια τελετή απ’ ό,τι στον ίδιο το γάμο, αυτή είναι –εγγυημένα– μία συνταγή αποτυχίας. Και στο κάτω-κάτω της γραφής όλα μες στη ζωή είναι.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη