Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

 

Γράφει η Κυριακή Μενδρινού.

 

Το περασμένο καλοκαίρι είχα πάει διακοπές με τις φίλες μου στη Μύκονο, ήμουν 18 χρονών και ως γνωστόν η Μύκονος στο ξενύχτι και στην καλοπέραση με φίλους το καλοκαίρι είναι ο number one προορισμός!

Εγώ είχα ξετρελαθεί που θα πηγαίναμε μια βδομάδα διακοπές με τις καλύτερές μου φίλες. Στο μυαλό μου δεν υπήρχε τίποτα άλλο από το να περάσω καλά και να ξεχάσω ό,τι με προβλημάτιζε εκείνη την εποχή. Οι τρεις φίλες μου η Μαρία, η Βαγγελίτσα και η Άννα ήταν έτοιμες για το ταξίδι, το ίδιο κι εγώ. Το βράδυ που φεύγαμε πήγαμε με ανυπομονησία στο καράβι.

Φτάνοντας στη Μύκονο μας παρέλαβε ένα πολύ ωραίο αμάξι και μας πήγε στο ξενοδοχείο. Το ίδιο βράδυ βγήκαμε για ποτό με σκοπό να γνωρίσουμε κόσμο και να περάσουμε ωραία στις διακοπές μας. Εγώ πρόσφατα χωρισμένη από μια σχέση 4 χρονών δεν ήθελα να γνωρίσω κανέναν από αυτούς τους λιγούρηδες που μας κοιτούσαν λες και ήμασταν λουκουμάδες. Όλοι είχαν πέσει από πάνω μας.

Φτάνοντας στο ξενοδοχείο, δούλευε στη ρεσεψιόν ένα πολύ όμορφο παλικάρι γύρω στα 24 με γαλάζια μάτια και ανοιχτά χρώματα με τέλειο χαμόγελο και σώμα. Έμοιαζε λες και έχει βγει από περιοδικό με μοντέλα. Όλες οι κοπέλες του ξενοδοχείου, ακόμα και οι φίλες μου του έκαναν κοπλιμέντα, εγώ μόνο τον κοιτούσα και εκείνος το ίδιο, με κοιτούσε και μου γελούσε.

Την επόμενη μέρα είχαν αλλάξει οι βάρδιες κι ενώ περίμενα να ξυπνήσω και να δω τον κούκλο στη ρεσεψιόν να μου γελάσει για να πάει καλά η μέρα, εκείνος έλειπε. Μετά από μια καλή μέρα στην Μύκονο, όχι τέλεια γιατί δεν είδα το πρωί τον κούκλο, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για να ετοιμαστούμε για τη βραδινή έξοδο.

Πήγαμε σε ένα πολύ ωραίο μπαρ με πολύ κόσμο. Ένιωθα ότι κάποιος με κοιτάει επίμονα, στρέφοντας το βλέμμα μου αριστερά είδα το παλικάρι που δούλευε στο ξενοδοχείο να με κοιτάει με αυτά τα υπέροχα γαλάζια μάτια του, μου χαμογέλασε και το ίδιο έκανα και εγώ. Μετά από ώρα ήρθε ο σερβιτόρος και μου έδωσε ένα ποτό, δεν ήξερα από ποιον ήταν αλλά αυτός ο θεός που με κοιτούσε συνέχεια, σήκωσε το ποτό του και μου έκλεισε το μάτι.

Αυτό γινόταν όλη την νύχτα και είχε συνέχεια σε 3ο, 4ο, 5ο ποτό. Μετά από πολύ ζάλη ήρθε κοντά και ρώτησε το όνομά μου. Εκείνον τον έλεγαν Γιώργο και ήταν 24 χρονών. Προσφέρθηκε να μας γυρίσει στο ξενοδοχείο, αφού κι εκείνος εκεί μένει λόγω της δουλειάς. Μπήκαμε στο αμάξι με τις φίλες μου, φτάνοντας στο ξενοδοχείο και αφού είχαν βγει όλες από το αμάξι, γύρισε και χαϊδεύοντας τα μαλλιά μου, μου είπε ότι είμαι πανέμορφη και ότι όσο με έβλεπε του έφτιαχνα το βράδυ, με φίλησε στο μάγουλο και με καληνύχτισε. Εγώ μέσα στο μεθύσι μου δεν καταλάβαινα και πολλά ανέβηκα στο δωμάτιό μου.

Οι φίλες μου όταν με είδαν ξετρελάθηκαν όλη την ώρα με ρωτούσαν τι μου είπε όταν μείναμε για πέντε λεπτά μόνοι μας. Το επόμενο πρωί πήγαμε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου να φάμε πρωινό και στο τραπέζι που ήταν για εμάς είχε ένα καρτελάκι που έγραφε «θα ήθελα πολύ να σε ξαναδώ, Γιώργος» κι ένα τριαντάφυλλο. Εγώ με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά συνέχισα το πρωινό μου. Το βράδυ βγήκαμε πάλι στο ίδιο μπαρ για να ξαναδώ τον Γιώργο. Δεν ήταν εκεί. Απογοητεύτηκα.

Εκείνος μου είπε ότι ήθελε τόσο πολύ να με δει. Πέρασε η νύχτα χωρίς να τον δω. Γυρίζοντας στο ξενοδοχείο τον είδα να μπαίνει σ’ ένα δωμάτιο με μια κοπέλα. Μέσα μου σκέφτηκα τι χαζή που είσαι και πίστεψες αυτόν. Αυτός είναι όμορφος, δεν υπήρχε περίπτωση να μιλούσε μόνο σ’ εμένα απλά ήθελα να περάσει καλά και με εμένα. Νευρίασα τόσο πολύ.

Το πρωί δούλευε στην ρεσεψιόν, άφησα το κλειδί του δωματίου και πήγα να φύγω αλλά εκείνος σηκώθηκε από την καρέκλα του και μου έπιασε το χέρι και με γύρισε πίσω «στάσου» μου είπε, γύρισα τον κοίταξα και μου χαμογελούσε «δε σε είδα καθόλου χθες και ήταν χάλια η μέρα μου» είπε. «Εγώ βγήκα για ποτό εκεί που σε είδα την προηγούμενη φορά αλλά εσύ δεν ήσουν» του είπα. «Ήθελα πολύ να έρθω αλλά έγινε κάτι και άλλαξαν τα σχέδια μου, θες να τα πούμε το απόγευμα που θα τελειώσω από τη δουλειά;» εγώ αρνήθηκαν γιατί σκέφτηκα ότι έχει κάτι άλλο και δεν μπορώ να γίνομαι τρίτη. Εκείνος χλόμιασε και μου άφησε το χέρι.

Το σκεφτόμουν όλη μέρα αλλά από την επόμενη απόλαυσα τις διακοπές μου. Την τελευταία μέρα που θα φεύγαμε μου ζήτησε να πάμε για ένα καφέ. Εγώ σκέφτηκα ότι δεν είχε νόημα να πάω για καφέ μαζί του, αλλά δέχτηκα γιατί έτσι κι αλλιώς ήταν η τελευταία μέρα στο νησί, μετά δε θα τον ξαναέβλεπα και στεναχωριόμουν.

Μετά τη δουλειά του με πήγε σε ένα ακριβό καφέ σε μια ωραία παραλία. Μου μιλούσε ώρες για εκείνον τον ίδιο κι εγώ ένιωθα ότι κάτι μας ενώνει. Μου είπε ότι κάθε μέρα παρακολουθούσε τις κάμερες και με έβλεπε, με είδε και εκείνη την μέρα που ήταν με την άλλη κοπέλα. Μου εξήγησε ότι αυτή ήταν της νονάς του η κόρη και ότι δεν έχει τίποτα αυτό τον καιρό. Μετά από όλα αυτά εγώ δεν ήθελα να φύγω με τίποτα από την Μύκονο, αλλά έπρεπε να γυρίσω στο νησί μου γιατί παντρευόταν η αδερφή μου σε 2 βδομάδες. Με τον Γιώργο ανταλλάξαμε τηλέφωνα και μιλούσαμε κάθε μέρα. Μου έλεγε ότι του λείπω και ότι αν δεν πάω θα φύγει να έρθει να με βρει.

Στο bachelor της αδερφής μου της έκανα έκπληξη εισιτήρια για δύο μέρες στη Μύκονο να πάμε μαζί με τις φίλες της. Εννοείται έκλεισα και στο ξενοδοχείο που δούλευε ο Γιώργος! Όταν πήγα ο Γιώργος ενθουσιάστηκε και δε με άφηνε να πάω πουθενά μόνη μου και με πήγαινε στα καλύτερα μέρη. Τον είχα ερωτευτεί από την πρώτη στιγμή. Αυτές τις δύο μέρες που ήμουν εκεί ήταν οι ωραιότερες της ζωής μου, αλλά και τη μέρα που φεύγαμε μου ανακοίνωσε ότι θα έρθει μαζί μου. Έτσι λοιπόν, ο Γιώργος ήρθε στο νησί μου γνώρισε τους γονείς μου και τον συμπάθησαν όλοι. Κάνει τα πάντα για εμένα και με έχει σαν πριγκίπισσα!

 

Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

 

Ψήφισε με like+share την ερωτική ιστορία της Κυριακής και χάρισέ της ένα ταξίδι για δύο, σε Σκιάθο, Σκόπελο ή Πάρο!