Είναι βέβαιο, όσο περίεργο και ν’ ακούγεται , ότι όλοι μας έτυχε να μιλήσουμε στον εαυτό μας φωναχτά. Είτε γιατί μας είδαμε στον καθρέφτη και μας θεωρήσαμε ένα φυσικό συνομιλητή, είτε απλά για να ακούσουμε μια γνώριμη φωνή, είτε γιατί μας αρέσει να σκεφτόμαστε φωναχτά. Πολλοί θα σκεφτούν πως όλο αυτό είναι μια τρέλα. Πως αποκλείεται στα πλαίσια του φυσιολογικού ένας άνθρωπος να μιλάει μόνος του. Είτε αυθόρμητα είτε εσκεμμένα. Πόσο δε, μάλλον, αν σ’ ακούσουν να το κάνεις όταν είσαι ανάμεσα σε κόσμο.
Η εσωτερική αυτή ανάγκη πηγάζει κι άρχεται- πολύ συχνά- από στιγμές θυμού ή πόνου. Ας θέσουμε το παράδειγμα του τραπεζιού στο οποίο σκοντάφτουμε γιατί «πετάγεται μπροστά μας». Ή ακόμη καλύτερα του κομοδίνου, που φλερτάρει μια ζωή ασύστολα με το μικρό δάκτυλο του ποδιού. Αργά ή γρήγορα θα το χτυπήσεις το ρημάδι το πόδι, είναι μαθηματικώς βέβαιο. Θ’ αρχίσεις να βρίζεις το έπιπλο που βρέθηκε στο δρόμο σου. «Αναθεματισμένο, γιατί βρίσκεσαι εδώ;» θα μπορούσε κανείς δικαίως να ρωτήσει περιμένοντας απάντηση στα σαφή ερωτήματα που θέτει. Όχι φυσικά. Αλλά κάπου πρέπει να ξεσπάσεις, ειδικά στις περιπτώσεις που η ευθύνη αφορά καθαρά τα έπιπλα που μετακινήθηκαν μόνα τους -άκου τώρα- και μπλέχτηκαν στα πόδια σου!
Δε θα είναι λίγες οι φορές που θα περπατάς στο πεζοδρόμιο και θα δεις κάποιον δίπλα σου να μιλάει μόνος του. Θα αναρωτηθείς αν φοράει ακουστικά ή Bluetooth. Ο εγκέφαλός μας αρνείται να δεχθεί την πληροφορία ότι το άτομο που περνάει από δίπλα του δεν απευθύνεται σε κάποιο συνομιλητή παρά μόνο στον εαυτό του. Κάποιες φορές ενδεχομένως να μετράει και τα δάχτυλά του σαν να υπολογίζει κάτι, σε πιο προχωρημένες καταστάσεις. Ή να κρατάει με αγανάκτηση το κεφάλι του και να επικαλείται τα θεία. Μην παρεξηγήσεις. Απλώς η σκέψη του μπήκε σε πιο δυνατό volume από το κανονικό. Σαν ένα ποτήρι που ξεχείλισε είναι ο εγκέφαλός του. Έχει την ανάγκη να πει προς τα έξω τι σκέφτεται. Και ποιος ο καλύτερος ακροατής , εκτός από τον εαυτό του; Καμία απόρριψη και πλήρης αποδοχή.
Αν είσαι δυνατός παίχτης, αρχίζεις και τα γλυκόλογα στα αντικείμενα. Πόσες ήταν οι φορές που μέχρι να πάρει μπρος το αμάξι ή το κλιματιστικό είπες την ατάκα «άντε χρυσό μου, ξεκίνα σε παρακαλώ». Η κουβέντα βέβαια μπορεί να επεκταθεί και σ’ ερωτήσεις. Μπαίνεις για παράδειγμα στο μπάνιο και βλέπεις ότι τελείωσε το σαμπουάν. «Τώρα βρήκες και ‘συ να τελειώσεις;» λες και θα φοβηθεί και θα ξαναγεμίσει μόνο του. Δεν έχει καμία σημασία αν αυτό το αντικείμενο δεν ακούει, δε μιλάει, δε φέρει καμία ευθύνη για τη χρήση του. Θα τ’ακούσει. Οι πιο επικές συζητήσεις γίνονται με τα κινητά τηλέφωνα. Όταν αυτό κτυπάει αδυσώπητα και δε σταματάει όταν εσύ είσαι στην τουαλέτα; Όταν πέφτει στο πάτωμα και το σώζεις στο τσακ πριν γίνει θρύψαλα; Ή όταν η μπαταρία είναι ετοιμοθάνατη και το παρακαλάς ν’ αντέξει λίγο ακόμη μέχρι να πας στο σπίτι; Σίγουρα θα του φώναξες έστω μια φορά στη ζωή σου, «Καλά μωρέ έρχομαι, τι βαράς συνέχεια» και χωρίς αμφισβήτηση θα το έριξες και το βρισίδι σου και θα το κατηγόρησες ότι χαλάει συνέχεια.. Σίγουρα θ’ αποδεχτεί τις ευθύνες του, ποτέ δε θα σου πει όχι το κινητό. Το κινητό είναι τίμιο. Έκανε λάθος; Θα το πληρώσει.
Οι καλύτεροι όμως είναι εκείνοι που στέκονται μπροστά από τον καθρέφτη και συζητάνε. Από συνταγές μαγειρικής, σχόλια για το αφεντικό στη δουλειά, ξεμάτιασμα, μέχρι γκομενικά ακούει κι αυτός ο φουκαριάρης. Κι όχι ό,τι και ό,τι. Με ύφος, με πυγμή. Όσα δε λες κατά πρόσωπο σ’ όσους σε νευρίασαν, τα ξεστομίζεις την ώρα εκείνη στον καθρέφτη. Ο εαυτός σου κάνει έναν εικονικό διάλογο με αποδέκτη τον alter ego σου, τα αυτιά του ίδιου του πομπού. Αυτά που θα ήθελες ν’ ακούσεις από συγκεκριμένα στόματα που δεν είναι πια στη ζωή σου. Κάνει αντίλαλο τη σκέψη σου και για μια στιγμή θαρρείς πως ζεις όντως σ’ αυτήν την πραγματικότητα. Όχι δεν είναι αφύσικο. Είναι ένα είδος άμυνας. Και συμβαίνει σε πολλούς εκεί έξω.
Ίσως ακούγεται λίγο τρελό όλο αυτό αλλά είναι ένα είδος επικοινωνίας. Είναι ένα είδος μονολόγου. Κι αυτά τα αντικείμενα στα οποία απευθύνεσαι δε φέρουν καμία αντίδραση, είτε τα βρίσεις είτε τα στολίσεις με χρυσόσκονη. Θες και ‘συ να πεις τον πόνο σου, βρε αδελφέ. Δεν έχει καμία σημασία που δε θα ικανοποιήσει κάποιο απ’ αυτά τις απορίες σου. Σημασία έχει ότι εκτονώθηκες κι εσύ από ατυχήματα κι ατυχή συμβάντα που συμβαίνουν καθημερινά εκεί έξω. Η απάντηση πάντως είναι πάντα η ίδια. Τι έκπληξη και τούτο;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου