Ήτανε μια φορά ένα πλάσμα που γκρίνιαζε ολημερίς στους φίλους του για το πόσο χάλια περνάει μακριά τους. Τι τηλέφωνα τους έπαιρνε, τι μηνύματα τους έστελνε. Μετρούσε ακόμη και τις μέρες, ώστε να επιστρέψει στην πόλη και να τους διηγηθεί τις μαύρες διακοπές του.
Βαριόταν αφόρητα σ’ εκείνο το μέρος, κάθε φορά, που τον πήγαιναν οι δικοί του. Ειδικά, τα καλοκαίρια που οι διακοπές κρατούσαν περισσότερο. Στο εξοχικό ήταν θαρρώ ή στο σπίτι στο χωριό, δε θυμάμαι και πολύ καλά, έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε.
Βέβαια, τώρα που μεγάλωσε ξέχασε τα τότε λεγόμενά του. Λέει πως θυμάται με νοσταλγία εκείνες τις εποχές και δε γκρινιάζει πια. Κάθε φορά που επισκέπτεται το συγκεκριμένο μέρος νιώθει απέραντη χαρά και συχνά-πυκνά προσκαλεί συγγενείς και φίλους για στιγμές χαλάρωσης και διασκέδασης. Τους διηγείται ένα σωρό ιστορίες απ’ την παιδική του ηλικία εκεί κι η κάθε μνήμη που έρχεται στο μυαλό του συνοδεύεται από ένα μεγάλο χαμόγελο.
Αχ, πόσο ζηλεύουμε τις οικογένειες που έχουν εξοχικά σε παραθαλάσσια μέρη και σπίτια σε χωριά. Ναι, εσάς εννοούμε που πετάγεστε για βόλτα, όποτε βρίσκετε ελεύθερο χρόνο, άλλοτε για Σαββατοκύριακα, άλλοτε για ολιγοήμερες διακοπές, γιορτές, αργίες κι όποτε έχετε την ανάγκη να «ξεφύγετε». Εσάς που έχετε τη δυνατότητα να φεύγετε στην κυριολεξία απ’ τη βάση σας κάθε φορά που σας κουράζουν οι ίδιες παραστάσεις, μα παράλληλα πηγαίνετε σ’ ένα μέρος γνώριμο κι οικείο, που πάντοτε σας περιμένει.
Ορισμένοι όταν ήσασταν σε μικρότερη ηλικία κάνατε τα αδύνατα δυνατά για να αποφύγετε το σπίτι στο χωριό ή το εξοχικό. Σας έσερναν οι γονείς σας με το ζόρι, καθώς δε θέλατε ν’ ακολουθήσετε τις οικογενειακές εξορμήσεις στη φύση. Ήταν αναπόφευκτες οι γκρίνιες, τα νεύρα κι οι τσακωμοί, ώσπου τα χρόνια κύλησαν σαν νερό και ηρεμήσατε. Επιτέλους, υψώθηκε και ανεμίζει η λευκή σημαία ανάμεσα σε εσάς και «τους μεγάλους». Η ανακωχή έφερε συμβιβασμούς, αλληλοκατανόηση και διάφορα, άλλα προνόμια στη ζωή σας.
Το εξοχικό ή το σπίτι στο χωριό που σνόμπαρες, όταν ήσουν μικρός, τώρα αποτελεί έναν τρόπο φυγής και λες ευτυχώς που υπάρχει. Μεγαλώνοντας άλλαξες τρόπο σκέψης και το εκτίμησες. Άρχισες να το αγαπάς, να το φροντίζεις και θέλεις να πηγαίνεις, όσο πιο συχνά γίνεται. Είναι το σπίτι που θες να μοιράζεσαι πράγματα και καταστάσεις με ανθρώπους. Θες να το βλέπεις γεμάτο. Εκεί δε χωράνε οι καταθλιπτικές σου μέρες, εκεί θες καλή παρέα και ξεκούραση.
Πλέον δεν είσαι αναγκασμένος να στριμώχνεσαι στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου με οδηγό τον πατέρα σου και συνοδηγό τη μητέρα σου. Έχεις τα δικά σου κλειδιά και μπορείς να πηγαίνεις χωρίς τη συνοδεία τους, επιλέγοντας εσύ πότε και με ποιους. Αλλά και μαζί τους δεν περνάς άσχημα τα τελευταία χρόνια. Έτσι δεν είναι; Αν τύχει και πάτε όλοι μαζί, απολαμβάνεις τις οικογενειακές συγκεντρώσεις. Περνάς το χρόνο σου μαζί τους από επιλογή, χαίρεσαι πραγματικά όταν τους βλέπεις, συζητάτε, διασκεδάζετε.
Όμως το μεγαλύτερο bonus της συγκεκριμένης οικίας (είτε είναι 30τμ, είτε 130τμ) είναι ότι αποτελεί ένα σίγουρο μέρος για «ξελόγιασμα» στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Κάνεις με αυτοπεποίθηση την πρόταση ελπίζοντας να πει «ναι» κι όλα τα άλλα έρχονται από μόνα τους.
«Πάμε στο τάδε; Θα περάσουμε πολύ όμορφα. Ξέρεις, έχουμε και σπίτι εκεί. Αν θέλεις, μπορούμε να μείνουμε το βράδυ».
Έλα, σίγουρα έχεις πει κάτι αντίστοιχο σε κάποιο φλερτ σου -μπορεί και στα περισσότερα-. Δεν είναι κακό, τις περισσότερες φορές πιάνει. Ξέρεις πόσοι έρωτες ξεκίνησαν σε διήμερα και τριήμερα τέτοιου τύπου; Αν πάλι δεν έχεις σκοπό να ερωτευτείς, πρόσεχε. Θερίζουν οι καλοκαιρινοί έρωτες σε εξοχικά και σπίτια στα χωριά αυτήν την εποχή.
Επιμέλεια κειμένου Αγγελικής Κατσουλίδη: Νάννου Αναστασία.