Είναι ορισμένοι που εκφράζονται καλύτερα μέσω του γραπτού παρά του προφορικού λόγου. Είναι που όταν εκφράζονται γραπτώς, είναι λίγο πιο πολύ ο εαυτός τους, εννοούν λίγο περισσότερο αυτά που λένε, ξεστομίζουν λίγο ευκολότερα αλήθειες. Έτσι λοιπόν, επειδή ξέρουν πως γραπτώς ό,τι λένε το εννοούν, δίνουν περισσότερη βάση στα γραπτά λόγια των άλλων, ψάχνοντας κάθε φορά σ΄αυτά να βρούνε την ουσία.

Ένα ακόμη προνόμιο του γραπτού λόγου είναι πως ανά πάσα στιγμή μπορείς να ανατρέξεις σ’ αυτό που θες να διαβάσεις, όσα φορές θέλεις, διατηρώντας αναλλοίωτο το περιεχόμενο, αλλά και τα συναισθήματα που σου προκαλεί. Πάντα εκτιμούσα τα γραπτά, γιατί η κάθε λέξη είναι πιο μελετημένη πριν αποτυπωθεί σε χαρτιά, εικόνες υπολογιστών και κινητών, ενώ στα προφορικά άλλοτε ξεχνάμε να πούμε όσα θέλουμε κι άλλοτε πάλι λέμε παραπάνω απ’ όσα πρέπει. Επίσης το κεφάλι μας συγκρατεί μόνο όσα αντέχει, ή θέλει να αντέξει, κι έχει την τάση να ξεχνάει· στα γραμμένα μηνύματα όμως, δεν υπάρχουν αυτοί οι κίνδυνοι.

Μ’ εκείνους τους ξεχωριστούς, τους αγαπημένους μας, μιλάμε πολύ συχνά μέσω γραπτών μηνυμάτων, είτε αυτά είναι μέσω κινητού, υπολογιστή, ή ακόμη κλασσικά γράμματα και ραβασάκια.

Ανατρέχοντας λοιπόν στα κρατημένα, περιβόητα πρώτα μηνύματα, διαβάζεις συνομιλίες όπως «πέρασα πολύ όμορφα σήμερα, να ξέρεις. – Κι εγώ καιρό είχα να περάσω έτσι», κι είναι σα να ξαναζείς αυτή τη γλυκιά αμηχανία, και την ομορφιά του καινούριου. Τώρα παρατηρείς τη διαφορά στην ώρα μεταξύ του ενός μηνύματος και του άλλου και θυμάσαι τα δευτερόλεπτα που έμοιαζαν αιώνια μέχρι την επόμενη απάντηση, αλλά και την έκρηξη χαράς όταν άκουγες το μαγικό ήχο του εισερχόμενου μηνύματος.

Λίγο πιο κάτω διαβάζεις «πραγματικά, μαζί σου νιώθω ελεύθερος να είμαι ο εαυτός μου, δεν το έχω ξανανιώσει». Εσύ απάντησες κάτι ταυτόχρονα αποκαρδιωτικό και ελπιδοφόρο όπως «είμαι δύσπιστη με τα μεγάλα λόγια, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο, με σένα θέλω να τα πιστέψω». Κι ύστερα οι μήνες περνούσαν, και όσο δένατε, τόσο τα γραπτά μηνύματα αυξάνονταν σε αριθμό και περιεχόμενο. Ειδικά όταν σ’ εκείνο το πολυπόθητο «είμαι ερωτευμένος μαζί σου», η δική της απάντηση «κι εγώ» ήταν η μεγαλύτερη επιβεβαίωση των όσων πίστεψες και ένιωσες.

Όταν μάλιστα χρειάστηκε να μείνετε μακριά για αρκετό καιρό, δε σταματήσατε τη συνήθεια σας. Γράμματα και κόλλες Α4 γέμιζαν από λέξεις που δε θα ήταν ποτέ οι ίδιες αν λέγονταν προφορικά. Η υπογραφή «δικός σου» σε κάθε επίλογο χαραζόταν λίγο βαθύτερα απ’ το κοινότοπο «φιλιά» στο κλείσιμο ενός τηλεφώνου. Το post it στο ψυγείο σου είναι πιο πολύτιμο και αξιομνημόνευτο και από το μαγνητάκι με τον Πύργο του Άιφελ, γιατί εκείνο δε γράφει «Μη με ξεχνάς, σ’ αγαπώ».

Καθώς κατεβαίνεις, συνειδητοποιείς πως αφενός υπήρχαν και στιγμές που απ’ τη μια ξαναβλέποντάς τις γραμμένες, εύχεσαι να είχες διαγράψει, αφετέρου τις χρειάζεσαι για να σου υπενθυμίζουν πως αντέξατε. «Τι εννοείς έχω αλλάξει; Μήπως εσύ άλλαξες και είναι ευκολότερο να χρεώνεις εμένα;» «Νιώθω να πνίγομαι» η απάντηση και ένα βουβό «τελειώσαμε» που δε βρήκε ποτέ ανταπόκριση. Κάτι μέρες μόνο το υπομείνατε, και καθώς περνάς βιαστικά όλες τις στενάχωρες λεπτομέρειες, φτάνεις στο καλό και πάλι· «μου έλειψες. Απόψε θέλω να βρεθούμε, δε τα ζυγίσαμε καλά τα πράγματα». Κι ύστερα από λίγες ώρες απάντησες πως ευχαριστείς το Θεό που σου έστειλε και πως δε θα ‘θελες ποτέ να το αφήσετε να φτάσει σ’ αυτό το σημείο ξανά, απλώς γιατί δε μπορείτε. Γιατί τόσο ο αποστολέας όσο και ο αποδέκτης των γραπτών σας μηνυμάτων έχουν πολύ συγκεκριμένο όνομα και αριθμό, και κυρίως ιστορία.

Μια ιστορία που ξεδιπλώνεται κάθε φορά που ανατρέχεις να διαβάσεις τις συνομιλίες σας και ξαναζείς όλη την πλοκή απ’ την αρχή, ταξιδεύοντας στην ίδια συναισθηματική κατάσταση που βρισκόσουν τότε. Αναπολείς, νοσταλγείς, ενθουσιάζεσαι, ψυχοπλακώνεσαι κι ύστερα ανακουφίζεσαι· πάντα όμως αισθάνεσαι ευγνώμων που μέσα απ’ το γραπτό ταξίδι, βλέπεις πως ο προορισμός άξιζε κάθε στάδιο.

Είναι μαγικό να γυρνάς σε γραπτά μηνύματα και συνομιλίες και να ανακαλύπτεις πως όσος καιρός κι αν πέρασε, μπορείς να ταυτιστείς, σαν να ζεις τη στιγμή τώρα.

Άλλωστε, όπως λέει και το λατινικό ρητό «τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν».

 

Συντάκτης: Νάντια Γιαννέλου