Πολύ αίμα, δάκρυα, ιδρώτας και μελάνι έχουν χυθεί για τις σκέψεις που κάνει το μυαλό όταν θέλεις να κοιμηθείς κι εκείνο αποφασίζει μεταμεσονύκτιο ρέιβ πάρτυ συναισθημάτων.

Λίγοι όμως είναι αυτοί που έχουν καταναλώσει ενέργεια για να γράψουν δυο λόγια γι’ αυτό το έρμο το επόμενο πρωί. Δε μας ενδιαφέρει ποτέ το πρωί κι αν είναι να γράψουμε για μέρα, θα γράψουμε για ξημέρωμα, γιατί ακούγεται πιο καλλιτεχνικό.

Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι πως σε αντίθεση με τα βράδια που όπου και να είσαι και ό,τι κι αν κάνεις, θα σκέφτεσαι πάντα το ίδιο πράγμα, οι πρωινές σου σκέψεις βασίζονται κατά κύριο λόγο στις συνθήκες που θα ξυπνήσεις. Ο δεύτερος αφορά το πόσο μεγάλη την έχεις την αδράνεια (μην κάνετε βρώμικες σκέψεις).

Για παράδειγμα, είτε είσαι πτώμα, μεθυσμένος, θυμωμένος, ή απλά βαριέσαι και βλέπεις βιντεάκια στο γιου τιουμπ, η σκέψη σου θα είναι μια, θα έχει ονοματεπώνυμο και εσύ έχεις ήδη σκεφτεί κάποιον πολύ συγκεκριμένο άνθρωπο όση ώρα το διαβάζεις.

Το πρωί ας πούμε, εξαρτάται η σκέψη σου, πρώτα και κύρια από το αν έχεις ακούσει το ξυπνητήρι. Αν το έχεις ακούσει και σου φάνηκε εξαιρετικά βάρβαρο, η ροή της συλλογιστικής σου πάει κάπως έτσι:

Μπορώ να πατήσω αναβολή;

Αν η απάντηση είναι ναι, κοροϊδεύεις τον εαυτό σου για άλλα πέντε λεπτά πριν σου ξανακάνεις την ίδια ερώτηση.

Αν η απάντηση είναι όχι, τότε το ξύπνημα συνοδεύεται από ελαφριά γαμωσταυρίδια του στιλ, «γαμώ, πάλι δεν ξεκουράστηκα», «ποιος πάει να δουλέψει πάλι την τύχη μου», »κρυώνω δε θέλω να ξεσκεπαστώ» και άλλα τέτοια γλυκούλικα.

Αν όμως δεν έχεις ακούσει το ξυπνητήρι, εκεί μιλάμε για άλλης ποιότητας σκέψη, ιδιαίτερα δημοφιλούς. Αυτή είναι μια είναι διαχρονική και πάντα επίκαιρη:

Τι ώρα είναι; Όχι ρε πούστη μου θα αργήσω πάλι.

Κάποιοι άλλοι πρωινοί συνειρμοί ακολουθούν μια κυκλική πορεία και είναι πιο απλοί, λιτοί κι απέριττοι. Η δική μου προσωπική καθημερινή ακούει στο όνομα: Κατουριέμαι.

Αν βέβαια κοιμάσαι με γκομενάκι δίπλα, οι σκέψεις ακολουθούν μια πανικόβλητη ροή που καταλήγει σε πιο ερωτική συνήθως φάση.

Βρωμάει η αναπνοή μου σίγουρα. Τώρα να κουνηθώ ή θα τον ξυπνήσω και τώρα να σηκωθώ ή θα κοιμηθούμε κι άλλο; Αχ δες τι όμορφος-η που είναι, ωχ κουνήθηκε, ξύπνησε, φιλιόμαστε, πόσο μ’ αρέσει, λες να κάνουμε σεξ, κάνουμε σεξ, είμαι χαρούμενος.

Εκεί αν είσαι άτυχος, θα υπάρχει και μια παρένθεση που θα λέει κατουριέμαι.

Από κει και πέρα υπάρχουν και οι σκέψεις της Ελληνίδας μάνας, που περνάνε από το αν ξύπνησαν τα παιδιά μέχρι και το τι φαγητό θα μαγειρέψει μεθαύριο και όλα αυτά πριν καν σηκωθεί από το κρεβάτι, η σκέψη του φοιτητή που αναρωτιέται τι σκατά ήπιε πάλι χθες το βράδυ και οι κλασικές παιδικές σκέψεις, τι παιδικά έχει σήμερα το σταρ.

Η κυριακάτικη σκέψη βέβαια, αυτή που σου επιβεβαιώνει ότι ναι, ναι και πάλι ναι δεν έχεις τίποτα να κάνεις σήμερα είναι μακράν η πιο υποσχόμενη για ένα καλό, ήρεμο ξύπνημα.

Πάντα όμως υπάρχει μια σκέψη, ένα μοναδικό και υπέροχο συναίσθημα, από κείνα που εύχεσαι να σου τύχουν για μια φορά στη ζωή σου κι αν γίνεται να μην ξαναφύγουν ποτέ.

Είναι αυτή η φωνή μέσα σου που μόλις ανοίγεις τα μάτια σου, σου λέει: «Ρε φίλε, πόσο τυχερός παίζει να είσαι που κοιμάται δίπλα σου;»

Κι αν ήδη έχεις σκεφτεί ποιος, τότε χαμογέλα!

Κάτι έχεις κάνει καλά.

 

Επιμέλεια Κειμένου Γιοβάννας Κοντονικολάου: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου