Γράφει η Έλενα Στ.
Να σου πω όσα θα ‘θελα, μα πού να ‘σαι; Να σε δω μπας και καταφέρω κι εξηγήσω σε ‘σένα τουλάχιστον, όλ’ αυτά που με γυροφέρνουν τόσο ξεκάθαρα, τοξικά και βασανιστικά.
Μα ούτε πού είσαι ξέρω, ούτε πού θα υπήρχε πιθανότητα να σε πετύχω. Ένας άγνωστος. Χωρίς πολλά-πολλά. Χωρίς καμιά επαφή. Ποτέ. Ένας άγνωστος που κέρδισε την προσοχή σου χρόνια πριν, που δεν είχες την παραμικρή δυνατότητα να γνωρίσεις, καμιά ευκαιρία να δείξεις πόσο καλό μπορείς να κάνεις σ’ έναν άνθρωπο. Και που η ζωή τα ‘χει φέρει έτσι που βρέθηκε ξανά στο δρόμο σου. Σαν γνωστός-άγνωστος αυτή τη φορά μα και πάλι χωρίς επαρκείς δυνατότητες για να γνωριστείτε.
Λένε πως μπορώ να ψυχολογώ άτομα εύκολα κι ας μην τα γνωρίζω. Κι είναι η μοναδική φορά που θέλω να είναι τόσο αλήθεια. Γιατί, βλέπεις, είναι η μοναδική δικαιολογία που υφίσταται για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο της τρέλας μου, του τόσο ανομολόγητου κολλήματος μ’ έναν άγνωστο.
Δεν έχω μειώσει τα κριτήριά μου, ίσα-ίσα. Έχω γίνει τρομερά επιλεκτικός άνθρωπος και ξέρω τι μπορεί να με καλύψει και τι όχι. Ό,τι δεν είναι για ‘μενα το μυρίζομαι σαν πληγωμένο μα πάντα ξύπνιο, κουτάβι.
Δε σου κρύβω πως ακόμα κι εγώ τρομάζω όταν νιώθω πως σε νιώθω, όταν αντιλαμβάνομαι τον πόνο για τον πρόσφατο χωρισμό σου, το στάδιο της διαδικασίας που βρίσκεσαι, μα κυρίως όταν συνειδητοποιώ ότι το χαμόγελο εκείνο που ζητάς, εγώ έχω να στο δώσω. Ξέρεις, πονάω μαζί σου.
Έχω αγάπη μέσα μου απεριόριστη, μα δύσκολα προσβάσιμη. Σε ‘σένα όμως, όχι. Κι αν το ένστικτο είναι πιο δυνατό από κάθε γεγονός, η περίπτωσή μου το επιβεβαιώνει με τον πιο έμπρακτο τρόπο.
Είναι που όταν σε βλέπω να χαμογελάς, λιώνω. Κι είναι που όταν σε άκουσα τυχαία, η φωνή σου συμπλήρωσε το παζλ του σεναρίου μου.
Κι αν κάτι πάει στραβά, το γερά και πολλάκις χτυπημένο ένστικτό μου, δε θα ‘χει πέσει έξω. Όχι αυτή τη φορά.
Να ‘ρθεις στη ζωή μου κι ας αποδειχτεί πως είχα λάθος. Να ‘ρθεις με τα μαγικά εκείνα φίλτρα που κοροϊδεύω μα είναι όση αλήθεια έχω τη δεδομένη στιγμή. Κι αν αυτό με καθιστά ρομαντικό κι αδύναμο πλάσμα, η τόση μεγάλη αισιοδοξία μου πως με κάποιο τρόπο θα συναντήσω εσένα, το μυστήριο άγνωστο του κόσμου μου, είναι πως το μόνο που έχω, το μόνο που μπορώ, είναι να σε ονειρεύομαι.
Δε σε πιέζω κι ούτε θέλω να τρομάζεις. Πάρε το χρόνο σου. Εδώ δεν κινδυνεύεις, να ‘σαι σίγουρος. Κι αν κάποτε συμβεί αυτό, σημαίνει πως θα κινδυνεύω κι εγώ μαζί σου.
Μαζί. Μαζί κι όλα έχουν ήδη φτιάξει.