Σου έχω πει ποτέ, πόσο πολύ σε θέλω; Το είπα όσες φορές χρειάστηκε για να το εμπεδώσεις; Μπα, ποτέ δε θα ‘ναι αρκετές. Όχι γιατί χρειάζεσαι εσύ την επιβεβαίωση, αλλά γιατί εγώ δε χορταίνω να σου αφιερώνω αυτές τις λέξεις.
Λατρεύω να μου λες πως θέλεις να με ακούσεις να στο λέω. Λατρεύω να μου λες ότι εσύ με θες περισσότερο, πόσο μάλλον όταν με κάνεις να σωπαίνω παγιδεύοντας κάθε μου αίσθηση με τα χείλη ή και το σώμα σου. Λατρεύω να σκαλώνεις και να μου χαμογελάς αμήχανα. Λατρεύω ακόμα κι όταν μένεις στη σιωπή κοιτώντας με στα μάτια, είτε χαμηλώνοντας το όμορφο βλέμμα σου. Ό,τι και να κάνεις, θα με κάνεις απλά να σε θέλω περισσότερο.
Και ξέρεις γιατί; Γιατί το παιχνίδι αυτό μαζί σου με τρελαίνει. Ένα παιχνίδι που δεν έχει τέλος και συνεχώς κεντρίζει το ενδιαφέρον. Ένα παιχνίδι για ιδιαίτερους παίκτες όπως εσύ, κι όσο νικάς τόσο με κερδίζεις. Ξέρω πως με θες, ξέρεις πως σε θέλω, άλλωστε γι’ αυτό είμαστε ακόμα μαζί, μα αυτή η κόντρα, αυτό το νάζι, αυτό το παιχνίδι, ακόμα κι η γκρίνια που βρίσκω πολλές φορές χαριτωμένη, με φέρνει ακόμα πιο κοντά σου. Κι όσο πλησιάζω τόσο πιο εύκολα μπορείς να με απογειώσεις.
Ακούγεται ιδανικό, μα δεν μπορεί ο καθένας να το καταφέρει αυτό στην οποιαδήποτε φάση μας. Μα εσύ –αχ, εσύ– με φτιάχνεις τόσο πολύ, ό,τι και να κάνεις, όπως και να είμαι, όπως και να ‘σαι.
Δεν είναι ο τρόπος σου που με κάνει να ανάβω και να φτιάχνομαι αλλά εσύ. Τον τρόπο τον μαθαίνει ο καθένας, είναι σαν επιστήμη, άμα θέλεις ασχολείσαι κι έχεις όποιον θες ανάμεσα στα πόδια σου. Μα εμένα μου φτάνουν και τα πιο απλά, αρκεί να ‘ναι από εσένα.
Είναι ανεξήγητα υπέροχο το να ξέρω πως μπορεί ο καθένας να με διεκδικήσει ή και να με φτιάξει, μα να θέλω μόνο εσένα. Σαν κάποιο, βαριάς μορφής, ναρκωτικό που με κάνει να εξαρτώμαι απ’ το άγγιγμά σου μονάχα, και τίποτα και κανένας δε συγκρίνεται με όσα εσύ μου προσφέρεις και μου προκαλείς.
Σε επέλεξα, χωρίς να ξέρω εξαρχής τον λόγο, μα τον έμαθα στην πορεία κι έχω ακόμα πολλά να μάθω. Ακόμα και συνήθεια να γίνεις, αν δεν έχεις γίνει ήδη, είσαι από αυτές που δε θα άλλαζε κανείς. Άφησα κάθε μου πτυχή να βγει αβίαστα προς εσένα και τη δέχτηκες, έτσι απλά. Είχα τον τρόπο να σε κατακτήσω, όπως κι εσύ, μα εμείς οι ίδιοι το πήγαμε παραπέρα. Γι’ αυτό κι οτιδήποτε άλλο φαντάζει ανάξιο μπροστά σου. Γιατί να αρκεστώ σε κάτι άλλο όταν έχω εσένα;
Τι να μου κάνουν τα πιο όμορφα μάτια του κόσμου, όταν δε με αναστατώνουν μονίμως όπως τα δικά σου όταν με κοιτάνε; Και όχι, δεν υπερβάλλω καθόλου… Λατρεύω το βλέμμα σου κι ό,τι έχει ως επακόλουθο. Με τρελαίνει κάθε κοίταγμά σου την ώρα που σε φιλάω ή σε αγγίζω. Όταν, δε, κλείνεις τα μάτια σου γιατί η ηδονή δε σ’ αφήνει να τα κρατήσεις έστω και λίγο ανοιχτά, λιώνω, αφού ξέρω πως φέρω την ευθύνη γι’ αυτή σου την αναστάτωση.
Με πιάνει δέος όταν οδηγείς με τα χέρια σου τα δικά μου πάνω σου, πάνω απ’ το ύφασμα απ’ το οποίο θέλεις να σε απαλλάξω, με φτιάχνει ίσως και περισσότερο από εσένα. Κάνεις τη φαντασία μου να οργιάζει κάθε φορά δείχνεις πόσο σου αρέσει ό,τι κάνω, με προκαλείς με τρόπο που αδυνατείς ίσως να καταλάβεις, κάνοντάς με να ανάβω και να σε θέλω ακόμα πιο πολύ.
Ακόμα κι όταν βρισκόμαστε έξω, ένα παιχνιδιάρικο ή έντονο βλέμμα, ένα δήθεν τυχαίο άγγιγμά σου, ή και το άρωμά σου, είναι ικανά να με κάνουν να ανατρέξω σε εκείνες τις απόκρυφες στιγμές μας που βρήκαν καταφύγιο στη μνήμη μου, αναζωπυρώνοντας κάθε μου αίσθηση. Με προκαλείς και με κάνεις να ανυπομονώ για τη στιγμή που θα μείνουμε οι δυο μας. Κι ας μην είναι στο κρεβάτι, ίσως και να μην αντέξουμε να φτάσουμε ως εκεί.
Στο είπα πως μου αρέσει αυτό το παιχνίδι. Σου είπα πως σε θέλω, κι όσο αντέχουμε, θα με κάνεις να σε θέλω περισσότερο. Και θα στο λέω, ξανά και ξανά, μέχρι να το εμπεδώσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη