Δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες κι αυτή είναι μία κοινή διαπίστωση, αφού όλοι έχουμε τις ψυχολογικές μας διακυμάνσεις κι εναλλαγές. Δεν είσαι ίδιος και δεν έχεις μία και μόνο διάθεση ούτε κάθε ώρα, ούτε κάθε μέρα, ούτε κάθε μήνα ή κάθε χρόνο. Δε γίνεται να αντιδράς το ίδιο στις συναναστροφές σου, δεν είσαι ο ίδιος άνθρωπος σε όλους πάντα.
Πέρα από λογικό, το ότι ο καθένας σου βγάζει και κάτι διαφορετικό, είναι κι η καθημερινότητα, που όλο κι από κάτι θα ‘σαι επηρεασμένος μέσα στη ρουτίνα σου ή θα περνάς μια ζόρικη φάση. Έτσι, κάποιος θα σε πετύχει στις στραβές σου, κάπου-κάπου θα τους αγαπάς όλους, και πάει λέγοντας. Απέναντι σε κάποιους βέβαια θα ‘σαι μονίμως στραβός, σε άλλους μονίμως καλός, αλλά αν εξαιρέσουμε τις απόλυτες αντιπάθειές μας και τους ανθρώπους που πάντα μας φτιάχνουν τη μέρα, στο σύνολο δεν είσαι πάντα ίδιος.
Το ποιον θα πετύχεις και σε ποια στιγμή, παίζει πρώτο, λοιπόν, στους παράγοντες της συμπεριφοράς σου απέναντί του αλλά και γενικά. Ναι μεν μας θέλει η κοινωνία να κρατάμε τους τύπους, να χαμογελάμε και να ‘μαστε μονίμως με τον καλό λόγο στο στόμα, αλλά δεν μπορούμε να ‘μαστε μες στο κέφι 24/7. Όλο και κάποιος θα σου σπάει τα νεύρα, όλο και κάποια κίνηση ή λέξη θα σε εκνευρίσει, πράγμα που επηρεάζει και την αντίδρασή σου προς τους γύρω σου. Πολύ πιθανόν, επομένως, να φταίει η κούραση ή τα νεύρα που σου είχαν δημιουργηθεί ήδη από πιο νωρίς, και σε συνδυασμό με συσσωρευμένη πίεση και τα ζόρια της καθημερινότητας δεν μπορείς να υποκριθείς ούτε για μια στιγμή πως είναι όλα ok και να παραστήσεις το ευγενικό και ζεν τυπάκι.
Δε σου ‘χει τύχει ποτέ να μην έχεις όρεξη ούτε το χέρι να σηκώσεις για να χαιρετήσεις; Να περνάει κάποιος γνωστός από δίπλα σου, κι ενώ υπό φυσιολογικές συνθήκες δε θα είχες πρόβλημα να ανοίξετε κουβέντα, να εύχεσαι να μη σε δει; Όχι, δεν είναι ότι έχεις κάτι προσωπικό με το εν λόγω άτομο, η ενέργειά σου είναι απλά ανύπαρκτη, τα νεύρα σου ίσως έχουν φτάσει ταβάνι, κι η υπομονή σου έχει εξαντληθεί, με αποτέλεσμα να μην αντέχεις ούτε την πιο απλή συναναστροφή. Αντίστοιχα, δε σου έχει τύχει κάποιος γνωστός που θα συναντήσεις να κάνει πως δε σε βλέπει ή να σ’ αποφύγει σε χρόνο dt μιλώντας σου μονολεκτικά; Μην απορείς τι τρέχει και μην το παίρνεις προσωπικά, έχει κι αυτός τα δικά του. (Ή όντως δε γουστάρει να σε βλέπει.)
Ασυζητητί, δεν ανήκουν όσοι κάποτε συστηθήκαμε ή αναγκαστήκαμε να συνυπάρξουμε σε μια τάξη κι ένα γραφείο στις συμπάθειές μας. Ειδικά μ’ αυτούς, λοιπόν, όταν δεν είμαστε στις καλές μας, δε μας βγαίνει κι εύκολα η ευγένεια και το επιτηδευμένο χαμόγελο. Οπότε, δεν μπορούμε που δεν μπορούμε να τους βλέπουμε γενικά, σκέψου και να τους πετύχουμε σε λάθος στιγμή και να ‘ναι κι επίμονοι. Ε, δεν είναι να ανεβούμε σε κανένα βουνό μετά ολομόναχοι, να μην ξαναδούμε άνθρωπο, μπας κι ησυχάσει το κεφάλι μας;
Έτσι, όμως, είναι οι σχέσεις μας με τους ανθρώπους, μία δε θα θέλεις να τους βλέπεις κι απ’ την άλλη ψάχνεις απεγνωσμένα συντροφιά να μιλήσεις και να μοιραστείς σκέψεις, φόβους κι επιθυμίες. Οπότε άκυρη η ιδέα του βουνού. Απλώς υπάρχουν στιγμές αυστηρά ακατάλληλες για κοινωνικοποίηση κι άλλες που κι ευγενικός είσαι, και το small talk σου το ζητάς, τυπικότατος. Το πρόβλημα θα υπήρχε αν ήταν όλες οι στιγμές ίδιες κι αν μονίμως ήσουν αντικοινωνικός ή αν ήσουν συνέχεια υπερβολικά ευγενικός κι ήθελες να τα ‘χεις καλά με όλους. Μια ισορροπία ψάχνουμε, λοιπόν, και στη συμπεριφορά μας στον έξω κόσμο και παντού.
Κανείς δεν υποτιμά την αξία της ευγένειας, γνωρίζουμε πως οφείλουμε να σεβόμαστε τον καθένα που μιλάμε, κρατώντας τους ανάλογους τύπους. Είναι, ωστόσο, καλύτερα να αποφεύγουμε αυτούς που δεν αντέχουμε παρά να ‘μαστε αγενείς μαζί τους ή να προσποιούμαστε κι ύστερα να ξεσπάμε σε όποιον βρούμε μπροστά μας.
Υπάρχουν μέρες που δεν αντέχουμε να κρατάμε ούτε τύπους, ούτε ευγένειες ούτε τίποτα. Για εκείνες τις μέρες η συνταγή είναι τσαγάκι, απομόνωση και τσιμουδιά σε κανέναν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη