Ήταν ακόμη μια βαρετή και ήσυχη Κυριακή, απο εκείνες που είτε λιώνεις στον καναπέ είτε αγχώνεσαι για μια ακόμη Δευτέρα που πλησιάζει. Τέτοιες μέρες, συνήθως δε γίνεται τίποτα. Ή σχεδόν τίποτα. Βλέπεις έχεις ένα καινούριο γείτονα. Δεν τον ξέρεις καλά. Εκ πρώτης όψεως μοιάζει καλό παιδί και λιγομίλητο. Δε σε έχει χαιρετήσει ποτέ στο διάδρομο και με το ζόρι ψελλίζει ένα ανόρεχτο «γειά» όταν βρεθείτε μούρη με μούρη στο κτίριο. Συζεί με την κοπέλα του. Δεν είναι λίγες οι φορές που αναστατώνουν την πολυκατοικία με τις φωνές τους. Καβγαδάκια θα πεις. Τους έχεις ακούσει άπειρες φορές να πλακώνονται αλλά δε μίλησες. «Δεν είναι δική μου δουλειά», σκέφτηκες.
Τον τελευταίο καιρό όμως τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Το καλό αυτό παιδί αντιμετωπίζει ένα σοβαρό θέμα το οποίο του διαταράσσει την, κατά τα άλλα, τέλεια ζωή του. Πρόσφατα, στη διπλανή πολυκατοικία μετακόμισαν δυο οικογένειες προσφύγων και τα μπαλκόνια τους είναι διπλανά. Και αυτό τον ενοχλεί. Έχεις βαρεθεί να τον ακούς να τους λέει να βγάλουν το σκασμό και να τους απειλεί, συνήθως σε κακά αγγλικά. Εκείνος ισχυρίζεται πως κάνουν θόρυβο και τον ενοχλούν, ακόμη και αν εσύ που μένεις ακριβώς δίπλα του, δεν τους έχεις ακούσει ποτέ. Τη στιγμή που είσαι έτοιμος να κοιτάξεις για ακόμη μια φορά τη δουλειά σου, το ανηψάκι σου, που το προσέχεις κάθε Κυριακή, σε ρωτάει, «τι του έχουν κάνει και τους μισεί;», για να του απαντήσεις με τεράστια ευκολία, «τίποτα παιδί μου, απλά είναι ρατσιστής».
Βαρύς χαρακτηρισμός που σε κάνει να νιώθεις ένοχος και λίγο να ντρέπεσαι για λογαριασμό του, ακόμα κι αν ξέρεις πως για το ρατσιστή της διπλανής πόρτας, δεν ευθύνεσαι εσύ. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι για να αλλάξεις τις ιδέες και τις αντιλήψεις ενός ενήλικα, όσο λάθος κι αν σου φαίνονται. Ή μήπως μπορείς κι απλά δεν το κάνεις για να μη βγεις από τη ζώνη άνεσής σου; Αξίζει να προσπαθήσεις; Στην τελική, μήπως γίνεσαι άδικος μαζί του;
Εσύ είχες την τύχη να ζήσεις, να σπουδάσεις και να εργαστείς σε ένα διεθνές και πολυπολιτισμικό περιβάλλον. Έκανες και δυο ταξίδια παραπάνω στη ζωή σου. Αντιλαμβάνεσαι όμως πως εκείνος, από επιλογή ή όχι, έχει δει και γνωρίζει λιγότερα. Γι’αυτό, αποφασίζεις να τον βοηθήσεις με το μόνο τρόπο που εσύ ξέρεις. Να του γράψεις ένα γράμμα για να του εξηγήσεις κάποια πράγματα βασικά.
Του γράφεις λοιπόν και του αναλύεις πόσο δύσκολο είναι να είναι κανείς ξένος σε μια ξένη χώρα, τόσο μακριά από τους δικούς του και όσα έχει συνηθίσει αλλά και πόσα πράγματα μπορεί να κερδίσει από την εμπειρία αυτή. Προσπαθείς να τον κάνεις να καταλάβει πως συνήθως δε φεύγεις από τον τόπο που μεγάλωσες από επιλογή αλλά γιατί δεν είχες άλλη επιλογή. Τον συμβουλεύεις να προγραμματίσει σύντομα ένα ταξίδι στο εξωτερικό με την πεποίθηση πως την πρώτη φορά που θα καθίσει σε ένα τραπέζι με άτομα διαφορετικής εθνικότητας, θα σταματήσει να φοβάται τόσο το ξένο και το άγνωστο. Κλείνεις το γράμμα και τον συμβουλεύεις να γεμίζει τη ζωή του με περισσότερη αγάπη και κατανόηση και λιγότερο θυμό. Στο υστερόγραφο του λες πως λυπάσαι που δε βρέθηκε ποτέ κανείς όταν ήταν ακόμη στην ηλικία του ανηψιού σου να του μάθει την αγάπη, την κατανόηση, την ανεκτικότητα και του εύχεσαι κάποτε να βρει τη δύναμη ν’αλλάξει μόνος του.
Βάζεις το γράμμα σε ένα φάκελο και το αφήνεις ανώνυμα στο γραμματοκιβώτιό του. Ελπίζεις πως θα κρατήσει έστω και δύο λέξεις απ’όσα του έγραψες και αυτομάτως νιώθεις πιο αισιόδοξος. Ίσως γιατί μέσα σου γνωρίζεις πως ο μεγαλύτερος σύμμαχος της αδικίας και της βίας κάθε μορφής, είναι απλά η αδιαφορία σου. Όταν αποφασίσεις να δράσεις, τότε είναι που πραγματικά μπορείς να γυρίσεις το παιχνίδι.
Ξέρεις καλά πως στη χώρα μας, δεν είναι εύκολο να είναι κανείς μετανάστης. Το νιώθεις πως ο διαχωρισμός ανάμεσα σε εμάς και στο άλλο, το διαφορετικό, το ξένο, είναι ακόμη έντονος. Σίγουρα, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά και ενθαρρυντικά βήματα για μια πιο ανεκτική κοινωνία για τα οποία είσαι περήφανος. Ξέρεις όμως ότι ως χώρα έχουμε ακόμη απόσταση να διανύσουμε.
Όταν κανείς δε θα διστάζει να αποκαλύψει την αλήθεια για την καταγωγή του στους άλλους από φόβο μήπως κριθεί και απορριφθεί χωρίς να του δοθεί μια ευκαιρία, όταν δε θα υπάρχουν υπάρχουν γονείς που αρνούνται να δεχτούν προσφυγόπουλα στα σχολεία των παιδιών τους και όταν το μέλλον των παιδιών που ήρθαν ως πρόσφυγες ή οικονομικοί μετανάστες στην Ελλάδα δε θα θεωρείται αμφίβολο, τότε μόνο θα μιλάμε για μια ανοιχτή και φιλόξενη κοινωνία που ευνοεί την ένταξη όλων των κοινωνικών ομάδων.
Σκεπτόμενος αυτά, ρίχνεις μια ματιά στον ανηψιό σου που τόση ώρα προσπαθεί να σου τραβήξει την προσοχή αναστατώνοντας όλο το σπίτι. Δεν ξέρεις αν στην τελική θα μπορέσεις να κάνεις τον κόσμο καλύτερο για εκείνον, ξέρεις όμως πως μπορείς να τον βοηθήσεις να γίνει ο ίδιος ένας καλύτερος άνθρωπος στον κόσμο. Και όσο περνάει από το χέρι σου, θα το κάνεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου