Άντε λοιπόν, τι περιμένεις; Αφού το ξέρεις, στο ‘χω πει, στο ‘χω δείξει, στο ‘χω φωνάξει. Είναι γραμμένο στο πρόσωπό μου. Μόνο φωτεινό ταμπελάκι δεν έχω βάλει, με φωσφοριζέ επιγραφή «μου αρέσεις» , «σε θέλω» , «κάνε κάτι» , «φάσωσέ με» και τα συναφή. Όλα εκείνα που δηλώνουν ερωτική επιθυμία, τρέλα, καύλα, απώλεια υπομονής. Αλλά εσύ όχι. Εκεί! Κύριος. Βρε άνθρωπε, έλα και πεσ’την μου επιτέλους!
Και να πω ότι δε γούσταρες κι εσύ, εντάξει, αυτό να το καταπιώ. Να το δεχθώ ότι δεν είμαι του γούστου σου, ότι δεν είμαι στα μέτρα σου ή ότι γουστάρεις ακόμα τα παλιά. Αυτό άντε, να πάει στο καλό. Αλλά όχι να γουστάρεις κι εσύ και να μην κάνεις τίποτα! Όχι ρε φίλε, αυτό δεν το δέχομαι, μου κάθεται στο λαιμό, μου χαλάει τη γεύση, πώς το λένε. Δηλαδή πώς να σε χαρακτηρίσω; Δειλό; Μπορεί. Κότα; Ίσως. Σε λέω και ολιγόψυχο, έτσι για να δείξουμε ότι ξέρουμε και από μεγάλο λεξιλόγιο, μπας και συγκινηθείς και κάνεις κάτι πιο γρήγορα.
Και το υφάκι αυτό του δύσκολου άνδρα νομίζεις πως με συγκινεί; Έλα, όμως, που εμένα τα νεύρα μου τεντώνονται γιατί εγώ θέλω, θέλω εδώ και τώρα κι αυτή η καθυστέρηση μου κλονίζει το νευρικό μου σύστημα. Κάνε ένα βήμα, να κάνω εγώ το επόμενο που λέει κι ο Μητροπάνος. Δώσε μου εσύ το έναυσμα κι εγώ θα σου δώσω εμένα. Αρκεί να κάνεις αυτό το ένα βήμα.
Γιατί το καθυστερείς; Φοβάσαι; Μη φοβάσαι. Κι εγώ ψημένη είμαι, να στο δείξω περισσότερο; Παρατήρησε με και θα το καταλάβεις, τα μάτια μου στο φωνάζουν. Δες πώς σε κοιτάνε, δες την τόση προσμονή. Άκου την ανάσα μου όταν είμαι δίπλα σου πόσο αλλάζει, πόσο είναι πιο βαριά και σιγανή. Άκου τον πόθο μου. Νιώσε το σώμα μου όταν είμαι κοντά σου, νιώσε τη λαχτάρα του να βρεθεί με το δικό σου.
Και το ήξερα, δεν θα μου έβγαινε σε καλό αυτή η γνωριμία. Το υποσυνείδητό μου ούρλιαζε, με προειδοποιούσε αλλά εγώ εκεί, να πάω για τα δύσκολα. Τι το ‘θελα; Αφού το ξέρω, δεν είμαι εγώ για τέτοια. Εγώ θέλω να μου τα δίνουν όλα στο πιάτο, να γίνονται όλα μπαμ-μπαμ. Σε θέλω, με θέλεις, αυτό ήταν, όλα μια χαρά. Αυτά τα παιχνιδάκια, το σκωτσέζικο ντους και τα γνωστά, εμένα με φοβίζουν και με γεμίζουν αμφιβολίες. Θέλω να είμαι σίγουρη για τα συναισθήματα αυτού που έχω απέναντί μου κιι όχι να αμφιταλαντεύομαι.
Εγώ να στέκομαι εδώ κι εσύ εκεί, εγώ να θέλω να σε στριμώξω στη γωνία κι εσύ να στέκεις σαν το χάνο; Τι πράγμα είναι αυτό; Ξύπνα επιτέλους. Αν δεν γίνει τώρα, πότε; Μην καταλήξεις απωθημένο, εγώ δεν είχα ποτέ απωθημένα, ό,τι άρχιζα πάντοτε το τελείωνα, δεν θα μου χαλάσεις εσύ την ηρεμία. Δεν θα αναφέρομαι σε σένα με τη λέξη «παραλίγο». Γι’ αυτό βιάσου γιατί ο χρόνος δεν περιμένει ποτέ κανένα ν’ αποφασίσει πότε είναι η κατάλληλη στιγμή γι’ αυτόν. Ο χρόνος περνάει κι εσύ τον αφήνεις ανεκμετάλλευτο.
Επιμέλεια κειμένου Δέσποινας Τάμπου: Ελευθερία Παπασάββα.