Νομίζεις πως οι αλλαγές δεν είναι τίποτα άλλο παρά ζήτημα χρόνου. Βλέπεις στραβά και σκέφτεσαι «Εγώ θα τα αλλάξω, δεν μπορεί…». Πόσες φορές αγόρασες ρούχο με σκοπό να το κόψεις και να το ράψεις στα μέτρα σου; Και πόσες άλλες δε θαύμασες ένα κομμάτι στη βιτρίνα που πάνω σου έδειχνε αδιάφορο κι αποφάσισες απλώς να το αφήσεις στη θέση του και να μην ασχοληθείς μαζί του; Υπήρχαν κι άλλες που εκ πρώτης όψεως γοητεύτηκες από κάτι, το απέκτησες, μα μετά έψαξες κάρτα αλλαγής να το επιστρέψεις, γιατί συνειδητοποίησες πως τελικά δεν είναι αυτό που φαίνεται ή αυτό που είχες εσύ παρατηρήσει ή πως δεν πρόκειται να καταφέρεις να το διαμορφώσεις καθ’ όπως το είχες εξαρχής στο μυαλό σου.
Πολυσυζητημένο ότι κανείς δεν αλλάζει παρά μονάχα με τη θέλησή του (και με μεγάλο κόπο) κι όμως, υπάρχουν φορές που πιστέψαμε τόσο πολύ σ’ εμάς που περιμέναμε να πετύχουμε το ακατόρθωτο: να φέρουμε στη ζωή ενός ανθρώπου την αλλαγή που εμείς θεωρούμε πως θα του κάνει καλό. Στον εαυτό μας ίσως να μην παραδεχτούμε ποτέ πόσο μεγάλη πρόκληση αποτελεί το να προσαρμόσουμε κάποιον, ώστε να ανταποκρίνεται στις δικές μας απαιτήσεις κι επιθυμίες. Συχνά μάλιστα το να καταφέρει να συμβεί η πολυπόθητη αλλαγή με τη δική μας συμβολή αποτελεί και μιας μορφής προσωπικό στόχο, ένα στοίχημα με τον εαυτό μας πως θα καταφέρουμε να βοηθήσουμε κάποιον να αποκτήσει αυτό που στα δικά μας μάτια φαντάζει ιδανικό. Κι αν όμως δεν το θέλει; Αν τα ‘χει βρει με τον εαυτό του και τις παραξενιές του και δεν περιμένει κανέναν «σωτήρα» να του δείξει το δρόμο προς την αλλαγή; Δε θα δούμε ποτέ την εγωιστική πλευρά και την πραγματική μας πρόθεση πίσω απ’ την προσπάθεια να φέρουμε κάποιον στα μέτρα μας, μιας και μπορούμε -ή θέλουμε- να διακρίνουμε μονάχα την καλή διάθεση, τη θετική κι εποικοδομητική κριτική, το αληθινό ενδιαφέρον, την αλτρουιστική πλευρά. Εξάλλου, υποτίθεται πως δε θέλουμε κανείς ν’ αλλάξει για μας, αλλά μονάχα για να βοηθήσει τον εαυτό του, να ‘ναι πιο λειτουργικός, να εντοπίσει τα ελαττώματά του -αφού εμείς του τα επισημάνουμε- και να προσπαθήσει να τα διορθώσει.
Και κάπου εδώ ήρθε η στιγμή ν’ αναρωτηθείς αν άραγε το άτομο που ‘χεις απέναντί σου δεν τα ‘χει διακρίνει ποτέ άλλοτε και περιμένει εσένα σαν από μηχανής Θεό να του χτυπήσεις το καμπανάκι. Ο οξύθυμος λες να μην ξέρει ότι δεν μπορεί να ελέγξει τα νεύρα του και τα ξεσπάσματά του; Ότι λέει πράγματα που δεν εννοεί και μετά μετανιώνει; Κι ο γκρινιάρης; Θαρρείς πως δεν έχει πιάσει ποτέ τον εαυτό του να παραπονιέται ακατάπαυστα για μικροπράγματα, ασήμαντα και καθημερινά, που κατά βάθος θα ‘θελε πολύ να μπορεί να αγνοήσει;
Η αλήθεια είναι ότι όλοι ξέρουμε τα στραβά μας. Όλο και κάποιος μας τα ‘χει πει απ’ έξω-απ’ έξω ή ακόμα και ξεκάθαρα, όλο και κάποια φορά τα παραδεχτήκαμε ενδόμυχα στον εαυτό μας, όταν κάναμε την αυτοκριτική μας με φώτα κλειστά σε χώρο που ήμασταν σίγουροι ότι ακόμα κι οι σκέψεις μας δε θα μπορούσαν να ακουστούν. Τώρα το γιατί δεν τα ‘χουμε ακόμα αλλάξει είναι ένα άλλο θέμα. Χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε αλλαγής είναι η δυσκολία τόσο στην επίτευξή της όσο και στη διατήρησή της. Πολλοί όντως προσπάθησαν, μα τα μέτρα που πήραν ίσως να ‘ταν προσωρινά και να μην έφεραν την πολυπόθητη λύση. Και μετά ίσως και να ‘ρθε η στιγμή της αποδοχής, η πεποίθηση πως το ελάττωμα πάει παρέα με το χαρακτήρα κι είτε επιλέγεις το πακέτο ολόκληρο είτε αναζητάς καλύτερη προσφορά.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι άνθρωποι που δεν κατάφεραν, δε θέλησαν ή δεν προσπάθησαν ν’ αλλάξουν μόνοι τους, δε θα το κάνουν επειδή εμφανίστηκες εσύ. Ίσως μπορείς να τους παροτρύνεις, να τους κινητοποιήσεις, μα σε καμία περίπτωση να ‘σαι ο φορέας της αλλαγής. Αν βλέπεις κάτι που εξαρχής δε σου κολλάει, δεν ταιριάζει με τις πεποιθήσεις σου και σκοπός σου για να καταφέρεις να προσαρμοστείς είναι να το φέρεις στα μέτρα σου –κάτι που μπορεί να απαιτεί απ’ την πιο μικρή έως την πιο μεγάλη τροποποίηση–, απομακρύνσου.
Εδώ ακόμα παλεύουμε να τα βρούμε με τον εαυτό μας, να κάνουμε την αλλαγή στη δική μας ζωή, να φέρουμε την επανάσταση στην καθημερινότητά μας, στις ιδέες, τις σκέψεις μας, τα ενδιαφέροντά μας. Ακόμα ψάχνουμε ποιοι είμαστε και ποιοι θα θέλαμε στην πραγματικότητα να ‘μαστε ώστε να κινηθούμε προς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ακόμα παλεύουμε με τα δαιμόνια μέσα μας, τα διλήμματά μας, τις ενοχές, την ηθική και το alter ego μας. Δε θα αλλάξεις κανέναν. Κι όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσεις, τόσο αυξάνεις τις πιθανότητες για αλλαγή στη μόνη περίπτωση που κρατάς εσύ τα ηνία και ως ένα βαθμό μπορείς να ‘χεις τον έλεγχο. Κι αυτή δεν είναι άλλη απ’ τη δική σου ζωή, τη διαφοροποίηση στο χαρακτήρα και τη νοοτροπία σου.