Σαββατόβραδο και εγώ μέσα, με πυρετό, να σιχτιρίζω την μοίρα μου και να βουλιάζω στον ίδιο, ταλαιπωρημένο καναπέ. Στην τηλεόραση τίποτα το αξιόλογο να παίζει, κάνα δυο χαζο-ταινιούλες που έχω ξαναδεί, αλλού επαναλήψεις, και τελευταία γεγονότα.
Απ’τα πολλά βασανιστήρια και τα τεστ αντοχής του τηλεκοντρόλ στα χέρια μου (προφανώς από τα νεύρα μου που το ραντεβού μου για απόψε θα ήταν ο καναπές μου), άθελά μου πάτησα και ανέσυρα από το χρονοντούλαπο των παιδικών μας χρόνων, το παλιομοδίτικο βίντεο.Τι σας θύμισα τώρα ε? Ναι, αυτό με τις τεράστιες κασέτες. Παλιές, καλές εποχές!
Άρχιζε να παίζει μια ταινία γνώριμη απ’ τα παλιά. Εποχής. Ξέρετε, από εκείνες με τα φανταχτερά φουστάνια, τις ονειροπόλες γυναίκες, τις εκάστοτε άμαξες, τα ωραία λόγια, τα μεγάλα, τους άντρες με τους καλούς τρόπους, τους γνωστούς ιππότες και τα παραμυθένια happy end.
Η πρωταγωνίστρια συνήθως ταπεινή, την λες και κοπέλα της διπλανής πόρτας, γλυκιά και ευαίσθητη, πέφτει –εντελώς καταλάθος– πάνω στον άντρα των ονείρων της. Το καρέ εδώ είναι κοντινό κι έχει σαν στόχο να σε βουτήξει βίαια από την άνετη θεσούλα σου και ως άλλη μοιραία περσόνα να το ζήσεις και συ για λίγα λεπτά.
Συνήθως κάπου εκεί ανάμεσα στην αναμπουμπούλα των πεταμένων βιβλίων απ’ την σύγκρουσή τους (γιατί φυσικά ο υποψήφιος καρδιοκατακτητής είναι και λάτρης της κουλτούρας), τις φλογερές και πολλά υποσχόμενες ματιές, ούτε λίγο ούτε πολύ, μετά από λίγο καιρό θα ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Kαι να σου το παραμυθάκι και κάπου εκεί αναρωτιέσαι πώς μπορείς να καταπίνεις και να χωνεύεις μάλιστα με τόση ευκολία τέτοια κατασκευάσματα επιστημονικής φαντασίας! Ας όψεται το δίκιλο παγωτό που ήτανε light, αλλιώς…
Μα για στάσου· ποιον νομίζουν ότι κοροϊδεύουν με το να διαιωνίζουνε τέτοια ξεπερασμένα πρότυπα, και βασικά ποιον νομίζεις ότι κοροιδεύεις εσύ που πιστεύεις σε τέτοιες τσιχλόφούσκες!
Όλα αυτά ήταν πολύ ωραία, μέχρι όμως μια ηλικία και για να μας παίρνει πιο εύκολα ο ύπνος τα βράδια. Μετά μεγαλώσαμε απότομα, ξαφνικά απ’ τη μια τάξη στην άλλη, μάθαμε ότι δεν υπάρχει Άη Βασίλης, ότι τα γλυκά παχαίνουν και ότι δεν υπάρχει νεράιδα των δοντιών. Φρίκη σου λέω, σκέτη φρίκη. Άντε τώρα εσύ που από μικρό κοριτσάκι μεγάλωσες με τις πριγκίπισσες της Disney, και την Barbie μέσα στο ροζ σου συννεφάκι, να μάθεις να ζεις με το συνηθισμένο, το άσχημο, το βαρετό.
Στο σημερινό δικό σου παραμύθι υπάρχουν σε κάθε στενό και άλλοι δράκοι, το φουστάνι σου δεν θα ‘ναι πάντα καινούργιο και λαμπερό, και ο πρίγκιπας ή ξέμεινε κάπου από βενζίνη και περιμένει την βοήθεια ή ίσως δεν έρθει ποτέ. Με άλλα λόγια, αν μεταφέρετε και μεταφράσετε αυτά τα παιδικά μας ερεθίσματα σε σημερινά δεδομένα, αυτές οι συναντήσεις όπου πέφτετε τόσο αδέξια και χαριτωμένα ο ένας πάνω στον άλλο κι εκείνη αναφωνεί όλο νάζι «με συγχωρείτε, ήταν τυχαίο» συμβαίνουν μόνο στις ταινίες. Σήμερα, στην καλύτερη περίπτωση αν δεν έχει αργήσει για την δουλειά του, να σε βοηθήσει να σηκώσεις τα ψώνια, να σου παραχωρήσει το ταξί, και φυσικά στη χειρότερη και πιο πιθανή των περιπτώσεων να σε στολίσει με όλα εκείνα τα κοσμητικά επίθετα που μέχρι χτες αγνοούσες παντελώς την ύπαρξή τους.
Οι τυχαίες γνωριμίες, τα τυφλά ραντεβού, τα σκηνοθετημένα από την μοίρα ατυχήματα και τα «ωω προλάβαμε και οι δυο το ίδιο ταξί», «κουτουλίσαμε στην ουρά για την εφορία», «σε είδα στην ουρά του σουπερμάκετ» και πάει λέγοντας, όταν συμβαίνουν ως σκηνές στην πραγματικότητα, όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με τα κινηματογραφικά ρομάντζα, αλλά συνήθως σε ξενερώνουν φουλ και σε προσγειώνουν βίαια.
Δεν φταίνε οι άνθρωποι γι’ αυτό. Όχι, δεν γενηθήκαμε ξενέρωτοι ούτε αναίσθητοι, όταν όμως σε γαλουχούν μ’ αυτά τα πλαστικά πρότυπα, μέχρι την ημέρα που συνειδητοποιείς ότι όλα ήταν μια καλοστημένη φάρσα εις βάρος σου, και δη με βάση κερδοσκοπική, κάπου τρελαίνεσαι και βγαίνει το θηρίο από μέσα σου. Θες απεγνωσμένα το παραμύθι σου, επένδυσες τόσα χρόνια σ αυτό, και σου ανήκει δικαιωματικά.
Φίλη, ένα θα σου πω και μπορεί να το έχεις ξανακούσει: πρίγκιπες δεν υπάρχουν πια, τους πάτησε το τρένο! Ούτε και παραμύθια, ούτε πριγκήπισες, γιατί πόσο λαμπερή να είσαι πια μετά από 10 ώρες κάθε μέρα στο πόδι; Μα μην απελπίζεσαι και μην κατσουφιάζεις. Είμαστε αυτό που διαλέγουμε να είμαστε, αυτό που θέλουμε κι όχι απλά μια ταμπέλα. Εμείς δίνουμε τη σημασία στις λέξεις, θετική ή αρνητική, άρα εμείς και μόνο μπορούμε να προσαρμόσουμε το παραμύθι στα μέτρα μας!
Άνθρωπέ μου, τι θλιβερό να σου παίρνουνε το όνειρο και συ να τους αφήνεις, μα χειρότερο απ’αυτό είναι να τους αφήνεις να φτιάχνουν εκείνοι το δικό σου όνειρο και εσύ απλά να λες τις ατάκες που σου δίνουν.