Θ’ ακούσεις συχνά να λένε πως ο καθένας παίρνει ό,τι αξίζει, λες κι είμαστε νομίσματα και κάποιος αυθαίρετα έχει ορίσει «πόσο πάμε», συνεκτιμώντας διάφορους παράγοντες, ώστε να μας βάλει ταμπελάκι που θα λέει ποιοι είμαστε και ποια η ισοτιμία μας. Κι άλλους να πιστεύουν πως ο καθένας παίρνει ότι του φέρει η τύχη, ό,τι έρθει στο δρόμο του και πέσει μπροστά στα πόδια του την ώρα που αμέριμνος απολαμβάνει την απογευματινή του βόλτα.
Κάποιοι πιο συναισθηματικοί θα πουν σίγουρα πως απ’ τις διαπροσωπικές μας σχέσεις εξαρτάται τι θα πάρουμε, μιας και τα υλικά αγαθά δεν έχουν κανένα νόημα μπροστά στην ψυχική ικανοποίηση που σου δίνει η φροντίδα των δικών σου ανθρώπων, μια αγκαλιά, ένα πείραγμα, μια γλυκιά χειρονομία. Αρκούν, θα ‘πουν, αυτά, για να γεμίσεις κι αν είσαι πλήρης ψυχικά όλα θα ‘ρθουνε μόνα τους στην καθημερινότητά σου. Κι αυτοί που μάθανε να κυνηγάν τα όνειρά τους, όσο παράτολμα κι αν φαίνονται, όσο ουτοπικά κι αν δείχνουν, θα ισχυριστούν πως δεν μπορείς παρά να πάρεις αυτό που εσύ διεκδικείς, πως όλα έρχονται στη ζωή μετά από δική μας προσπάθεια και κόπο, αφού πρώτα βάλουμε συγκεκριμένους στόχους και προσπαθήσουμε να τους υλοποιήσουμε.
Η αλήθεια καθόλου απίθανο να κρύβεται σ’ ένα κράμα απ’ όλα αυτά, μα θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας πως τίποτα δεν έρχεται χωρίς να διαπραγμαυτευτούμε γι’ αυτό. Η διαπραγμάτευση είναι η διαδικασία εκείνη με την οποία θέτεις στο τραπέζι προς συζήτηση τη δική σου άποψη προσπαθώντας να θέσεςι εξαρχής τα όρια σου, ώστε να μην αισθανθείς μακροπρόθεσμα ότι πιέζεσαι ή ότι παρεξηγήθηκες, γιατί δεν εξηγήθηκες.
Στη δουλειά σου μπορεί να είσαι ο εργαζόμενος, μα αυτό δε σημαίνει πως δεν έχεις δικαίωμα να μιλήσεις ανοιχτά στον εργοδότη για ό,τι σε προβληματίζει, να ξεκαθαρίσεις πόσες ώρες μπορείς να εργαστείς, αν είσαι ή όχι διατεθειμένος να κάνεις υπερωρίες, αν θα τις πληρωθείς, πόσες μέρες άδεια θέλεις το χρόνο και ποια περίοδο θα προτιμούσες να είναι αυτές. Κι ο εργοδότης απ’ τη μεριά του οφείλει να σου αναλύσει εξαρχής ποιες ακριβώς θα είναι οι αρμοδιότητές σου, τι περιμένει από εσένα και τις ανάγκες του πόστου σου. Όλα αυτά θα πρέπει να συζητηθούν διεξοδικά, ώστε ο καθένας να ξεκαθαρίσει εξαρχής τι ακριβώς τον προβληματίζει και σε τι πιστεύει πως δεν θα καταφέρει να ανταπεξέλθει.
Στην οικογένειά σου ως ενήλικος θα πρέπει να βάλεις όρια στους γονείς σου όσον αφορά το βαθμό που θα παρεμβαίνουν στη ζωή σου, όπως και οι γονείς σου στην εφηβεία στάθηκαν μπροστά σου με σκοπό να διαπραγματευτείτε και να ορίσετε μαζί το χαρτζιλίκι σου με βάση τις δικές σου ανάγκες και τις δραστηριότητες στις οποίες ήθελες να συμμετέχεις και αυτές στις οποίες μπορούσαν οι ίδιοι οικονομικά να σε στηρίξουν.
Και στη σχέση σου, επίσης, όσο νωρίτερα ανοίξεις τα χαρτιά σου και ξεκαθαρίσεις ποιες συμπεριφορές δεν είσαι διατεθειμένος να ανεχτείς, τι περιμένεις από το σύντροφό σου, το χρόνο που ήθελες να περνάτε παρέα, όσο νωρίτερα επισημάνεις λόγια που σε πείραξαν γιατί πρόσβαλαν είτε εσένα είτε τις πεποιθήσεις σου και το αξιακό σου σύστημα, τόσο πιο εύκολο θα είναι να βρείτε μια μέση λύση, αν θέλετε να συνεχίσετε την κοινή σας πορεία.
Πρέπει να μάθεις να διαπραγματεύεσαι. Να είσαι διαλλακτικός και να λες πού και πού «όχι». Να αντιπροτείνεις κάτι άλλο, όταν σου προτείνουν κάτι που βλέπεις πως δεν είναι στα μέτρα σου, να έχεις μια εναλλακτική δεύτερη λύση. Να προσπαθείς να τροποποιήσεις τους όρους που σου θέτουν, ώστε να εξυπηρετούν τόσο εσένα όσο το πρόσωπο που έχεις απέναντί σου σε κάθε περίπτωση. Για να γίνουν, όμως, όλα αυτά πρέπει πρώτα να μάθεις να συζητάς. Να ξεκαθαρίζεις τη θέση σου, να αξιολογείς καταστάσεις και να μην σταματά την προσπάθεια, μέσα απ’ τη δύσκολη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, να πετύχεις τον καλύτερο δυνατό συμβιβασμό.