Υποσχέθηκα σε προηγούμενο άρθρο μου να γράψω για τις παγιδευμένες σχέσεις σε επιβολές κοινωνιών, που τις διέπει το απαγορευμένο διαμέσου θρησκευτικής και εν δυνάμει πολιτισμικής παράδοσης.

Και όταν μιλάμε για παράδοση, να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτή είναι ένας πηλός, τον οποίο όλοι μας και ο καθένας ξεχωριστά λατρεύουμε να αγαπάμε αλλά και να πολεμάμε, όταν παραβιάζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Υπάρχουν όμως ακόμα αυτές οι κοινωνίες που με την λαγνεία της μεταθανάτιας ζωής υποβιβάζουν, καταδικάζουν και εγκλωβίζουν τον άνθρωπο και τις εγγενείς επιθυμίες του. Δεν είμαι εδώ για να αναλύσω τα καρεκλοπόδαρα και τα ουράνια τόξα της πίστεως, όχι.

Θα σταθώ στις ιστορίες ανθρώπων που μου έμαθαν να εκτιμώ ακόμη περισσότερο ότι μου δόθηκε και να μην το προσπερνάω σαν το πιπίλισμα καραμέλας.

Η Manisha γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα μικρό χωριό της βορειοδυτικής Ινδίας.
Βαθιά ποτισμένη με την Ινδουϊστική κοσμοθεωρία, δεν έμαθε τι σημαίνει ραντεβού, έρωτας, κρυφές συναντήσεις.
Τι σημαίνει να επιλέγεις.

Στάθηκε τυχερή γιατί τον άντρα που της πλασάρανε, τελικά τον ερωτεύτηκε.
Τι σημαίνει «πλασάρω» λοιπόν. Όχι δεν είναι απλά ένα προξενιό, όπως τον γνωρίσαμε εμείς οι Δυτικοί από ιστορίες γεροντότερων. Είναι ένα νταραβέρι που στήνεται μεθοδευμένα προς μια γενική τακτοποίηση.

Είναι ο γαμπρός από το ίδιο ή διπλανό χωριό; Είναι δουλευταράς; Είναι η τιμή του αμόλυντη;
Στην τιμή συμπεριλαμβάνεται η σχέση που διατηρεί με τους γονείς του, η οποία συνήθως θυμίζει ψυχική κατοχή.

Για την κοπέλα; Πέρα από την παρθενία και την καρπερότητα τα άλλα δεν πολύ μετράνε.
Έγινε η αγοραπωλησία κορμιών και ψυχών και έρχεται η καμαρούλα μια σταλιά, όπου το «ζευγάρι/έκθεμα» συναντιέται για πρώτη φορά.
Και ξέρουν πριν καν ανοίξει η πόρτα, ότι μαζί θα περάσουν την υπόλοιπη ζωή τους.

Όχι ότι η συνάντηση θα τους απαλλάξει από το σύμφωνο γάμου που υπογράφηκε μετά των κηδεμόνων τους, αλλά έτσι για να δούνε και καμιά φάτσα, για τα τυπικά βρε αδερφέ.

Εδώ να δεις εγκώμια γραφής που θα έκανε ο Ιονέσκο! Μάλλον θα καθιέρωνε ένα νέο είδος θεάτρου που θα ξεπερνούσε τα όρια του παραλόγου.

Ο γαμπρός –Ινδός εκ Λονδίνου, με πληρόρητα στις απαιτήσεις- καταφθάνει με κομφετί, σοκολατένια Big Ben και γεμάτο πορτοφόλι. Και ένα χαμόγελο, γιατί το πολύ σε ένα χρόνο θα γίνει μπαμπάκας. Γιατί αυτό είναι δεδομένο και τα χρονικά περιθώρια δεν επιτρέπουν ταξίδια, εξερευνήσεις και αμμουδερές αγκαλιές.

Εδώ να σημειώσω ότι η Manisha παραλία έχει δει μόνο από καρτ ποστάλ και τώρα δειλά δειλά απο το διαδίκτυο.
Μη φανταστείτε τίποτα social media και τέτοια, ένα skype να επικοινωνεί με φίλους, οικογένεια πίσω στη πατρίδα και πολύ της είναι. Την έχω βοηθήσει λίγο με amazon και ebay, αλλά λογαριασμό η ίδια δεν έχει, δεν της επιτρέπεται εξάλλου.
Μου δείχνει τι θέλει, το εγκρίνει ο σύζυγος και μου δίνει χέρι χέρι τα λεφτά αφού γίνει η παραγγελία.

Έχει δυο παιδιά και κατάφερε να αντισταθεί στην επιθυμία του βασιλέα για τρίτο. Κρυφά μου λέει ότι ακόμα και στο κρεβάτι πολεμάει γιατί δεν θέλει πια να έχουν ερωτικές σχέσεις.
Και κάθομαι και εγώ και αναρωτιέμαι τι σημαίνει ελευθερία και πόσες ελευθερίες τελικά έχουμε καθιερώσει;

Τι θεωρούμε δεδομένο και πως το διαχειριζόμαστε; Ευλογώ την απόφασή μου του φευγιού μου από Ελλάδα, μιας και θεράπευσε την βλεφαρόπτωση σχετικά με το κόσμο και τις θεωρίες συνωμοσίας.

Μετατόπισε μοχλούς πλοήγησης σχετικά με αλήθειες και με έφερε κοντά σε αυτούς που όχι μόνο βιώνουν συναισθηματικό εκβιασμό, αλλά δε μάθανε ποτέ τι σημαίνει «ο εαυτός σου και οι ανάγκες του». 

Πάρε τη σκούπα, μαγείρεψε δυο τρία φαγητά, βοήθα στην επιχείρηση και θα σε πάω και στο Victoria Park αμά έχω κέφι. Έτσι λοιπόν κυλούν τα δεκαπέντε χρόνια γάμου της Manisha.  

Της πήρε περίπου ένα τρίμηνο να καταλάβει γιατί μια κοπέλα «όμορφη, καλή και γερή» σαν και εμένα δεν έχει παντρευτεί, δεν έχει παιδιά και βολοδέρνει στα εξωτερικά.
Θυμάμαι τη πρώτη φορά που έμαθε την ηλικία, την ιδιότητα και την προσέγγιση μου για τη ζωή γενικά, είχε κάτι στο βλέμμα της σαν να βλέπει το δαιμονισμένο κοριτσάκι του Εξορκιστή.

Αντιλαμβάνεστε πόσο καιρό πήρε στο σύζυγο να με αποδεχτεί ως υγιές μέλος της κενο-νίας ηθικού πλεονάσματος.

Ποτέ μου δεν τους κατσούφιασα. Ούτε αυτόν. Γιατί βλέπω ότι βγάζει και αυτός την αρρώστια προκειμένου να ικανοποιήσει τους κηδεμόνες. Δεν έχει σημασία αν είναι σαράντα χρονών.
Μοιάζει με πενήντα, δουλεύει και αυτός σαν το σκυλί και οι γονείς καρπώνονται -στιβαγμένοι έξι άτομα σε ένα δυάρι με καμένους τοίχους – τη μελωδία της ευτυχίας.

Αυτά για όλους εμάς τους Δυτικούς που γκρινιάζουμε γιατί μας παράτησε ο/η πρώην, γιατί είμαστε μόνοι σε ένα κόσμο με την κρίση/καρμανιόλα και γιατί φέτος θα αναγκαστούμε να πάμε μια βδομάδα διακοπές αντί για δύο.

Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης θα μου πείτε. Συμφωνώ μέχρι ενός σημείου.
Εκείνου που εθελοτυφλώντας θεωρούμε ότι ο ουρανός πέφτει μόνο στο δικό μας κεφάλι.

Ρε θα το φωνάζω και ας με λέτε τσεκεβαρική κορασίδα: Μάθετε να εκτιμάτε, ρίξτε και κανένα βλέφαρο τι γίνεται στην άλλη πλευρά του πλανήτη και μετά δείτε τον ουρανό με μάτια μεγαλύτερα από το μπόι σας.

Συντάκτης: Ξένια Μπολομύτη