Όλοι έχουμε βρεθεί σε άβολη θέση κάποιες φορές, σε στιγμές που θα θέλαμε ν’ ανοίξει η γη και να μας καταπιεί, που έχουμε κοκκινίσει σαν παντζάρια και ψάχνουμε τρύπα να χωθούμε. Στιγμές που πραγματικά θέλουμε να διαγράψουμε απ’ τη μνήμη μας και να μη θυμόμαστε καν και που αναπολώντας και γυρνώντας σ’ αυτές μόνο το συναίσθημα της ντροπής νιώθουμε.

Συνήθως κάτι τέτοιες καταστάσεις είναι συνδεδεμένες με αδιάκριτες ερωτήσεις που δε θα θέλαμε ν’ απαντήσουμε, με λάθος κινήσεις ή λάθος λέξεις τη λάθος στιγμή, με αδέξια περιστατικά και πολλές φορές με κόσμο αρκετό ή με περιέργεια τρίτων.

Όταν σκέφτομαι την άβολη θέση δε, δεν μπορεί το μυαλό μου να μην τρέξει στην οικογένεια, την ευρύτερη προφανώς, τους συγγενείς τους μακρινούς που τους συναντάς μια στο τόσο και κυρίως στα οικογενειακά τραπέζια.

Αυτά που δεν ξέρεις τι να πρωτοφάς, σε ταΐζουν από τη μια, σε μπουκώνουν από την άλλη, έχει όλα τα καλά απλωμένα σε αφθονία και χορταίνει πρώτα το μάτι σου και μετά το στομάχι σου. Είναι ένα χάρμα οφθαλμών και κοιλίας τέλος πάντων και γι’ αυτό τα λατρεύεις.

Ωστόσο όση χαρά σου δίνουν, τόση αμηχανία σου φυλάνε και στη δίνουν σε ανύποπτο χρόνο, εκεί που δεν το περιμένεις. Συνήθως κάπου ανάμεσα στη μπουκιά και το μάσημα, έρχεται κι η στάση στο λαιμό και το πνίξιμο στο άκουσμα της επίμαχης ερώτησης που θα σου απευθύνουν.

Καλοί κι αγαπημένοι οι συγγενείς, βλέπεις, αλλά έχουν ένα χαρακτηριστικό στάνταρ και συμπεριλαμβάνεται  απαραίτητα στο πακέτο. Την περιέργεια. Θέλουν να μάθουν τα πάντα και με λεπτομέρειες, κι αν δεν τους τα πεις μόνος σου, εκείνοι δε διστάζουν να ρωτήσουν κι ας σε φέρνουν καμιά φορά σε δύσκολη θέση.

Από ενδιαφέρον κι από αγάπη που διαθέτουν πολλή αναμφισβήτητα, δεν αντιλέγω. Δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, τους τρώει η απορία κι αν δεν τελειώσει το τραπέζι έχοντας πάρει τις επιθυμητές πληροφορίες, δε λογίζεται ως πετυχημένο τραπέζι, θαρρούν πως είναι λειψό.

Και τι πιο σημαντικό γι’ αυτούς απ’ το να μάθουν την προσωπική σου κατάσταση; Να μην ξέρουν αν έχεις σύντροφο; Να μην ξέρουν τι κάνεις, με ποιον είσαι, πού βαδίζεις; Να μη μάθουν με τι είδους κατάσταση έχουν να κάνουν, μόνιμη ή εφήμερη, αν η κοπέλα είναι σοβαρή ή αν το παλικάρι άξιο; Πώς; Να μην ξέρουν να κάνουν τα κουμάντα τους, να προετοιμαστούν κατάλληλα; Να ξέρουν στην τελική, να ραφτούν ή να μη ραφτούν; Θα σε αποκαταστήσουν ή με το μαράζι θα συνεχίσουν;

Κι αν όντως είναι σοβαρό να μη γνωρίσουν το σύντροφο σ’ επόμενο τραπέζι αφού υπάρχει; Αυτός θα είναι ο νέος στόχος φυσικά, αν κι εφόσον το μάθουν, για να τον έχουν κι από κοντά, να ελέγχουν και την κατάσταση.

Αυτό το κομμάτι του τραπεζιού είναι που κάθε φορά πιστεύεις ότι θα παραληφθεί και τελικά κάθε φορά πέφτεις έξω, μιας κι εκεί θα καταλήξει, όπως και να ‘χει. Κι ας αλλάζεις την κουβέντα κι ας την αποφεύγεις κι ας υπάρχουν τόσα άλλα θέματα συζήτησης, δεν τη γλιτώνεις, πολύ απλά.  Όπως και να έχει το πεντανόστιμο φαΐ, που τόσο λαχταρούσες, στο τέλος θα σου βγει απ’ τη μύτη μ’ αυτά και με ‘κείνα.

Γι’ αυτό την επόμενη φορά που θα βρεθείς σ’ ένα από αυτά τα τραπέζια φρόντισε να κάνεις μικρές μπουκιές, δεν ξέρεις πότε από πού θα σου ‘ρθει. Γιατί θα σου έρθει, αυτό είναι σίγουρο. Και να παίρνεις ανασούλες, θα σε βοηθήσουν να μείνεις ήρεμος. Δεν έμαθες, άλλωστε, απ’ τις μέχρι τώρα εμπειρίες σου;

Φιλική συμβουλή: Χαμογέλα και παίξ’ το άνετος. Μην ψαρώνεις. Α! Και φάε καλά, να βρεις το λόγο ν’ αξίζει η ανάκριση που θα έχεις υποστεί.

 

Επιμέλεια κειμένου Σταυρούλας Βιτετζάκη: Νάννου Αναστασία.

Συντάκτης: Σταυρούλα Βιτετζάκη