Ένα απ’ τα πιο δύσκολα πράγματα, στις μέρες μας, είναι να προσπαθήσεις να καταλάβεις πώς λειτουργεί ο φόρος εισοδήματος. Γιατί απλά δεν έχεις καταλάβει γιατί τα έξοδά σου είναι περισσότερα απ’ τα έσοδά σου. Κι αν από μικρό παιδί σου έμαθαν τι πάει να πει αποταμίευση και την αξία αυτής- μ’ εκείνο το γνωστό κουμπαρά δώρο- προκειμένου να συνειδητοποιήσεις τη σημαντικότητα του χρήματος, μεγαλώνοντας , σιγουρεύτηκες γι’ αυτήν.
Κι αν ο άνθρωπος δεν είναι προϊόν ανταλλακτικής αξίας και φυσικά δεν μπορεί να μπει στο χρηματιστήριο, βρέθηκες σ’ έναν κόσμο όπου σε πληρώνουν για να πληρώνεις. Τώρα, αν θες να τα κάνεις μασούρια, είναι καθαρά δικό σου θέμα. Δεν πέφτει λόγος σε κανέναν. Αλλά στη τελική, μαζί σου θα τα πάρεις; Γιατί το χρήμα έχει στάδια και κάθε πράγμα έχει διπλή αξία. Σκέψου το. Θέμα αντιπραγματισμού με μια αξία χρήσης και ανταλλακτικής αξίας ταυτόχρονα.
Κι εργάζεσαι για να’ χεις τις δικές σου απολαβές. Την ψυχική σου ισορροπία, την αίσθηση της ανεξαρτησίας, της ατομικότητας αλλά και της ασφάλειας. Ορίζοντας τα δικά σου μέτρα. Τώρα, αν έχεις καλή σχέση με το χρήμα ή όχι, είναι ένα άλλο θέμα. Ένα θέμα όμως που όταν φτάνει το τέλος του μήνα και το ταμείο είναι μείον, σ’ αναγκάζει να ψάχνεις απελπισμένα για χορηγό, τότε θα πρέπει να βρεις κι απάντηση στην ερώτηση «πού τα έφαγες τα λεφτά σου;». Διαφορετικά δεν πέφτει λόγος σε κανέναν.
Γιατί το δικό σου χρήμα είναι μια μορφή της ακίνητης ελευθερίας σου. Όταν φυσικά το κατέχεις. Αν το κυνηγάς είναι κάτι διαφορετικό. Είσαι ελεύθερος και χωρίς υποχρεώσεις. Επομένως και δικαίωμά σου πού θα το ακουμπάς. Σε άλλη περίπτωση, πρέπει να τα ζυγίσεις. Κανένας τρίτος, σ’ αυτή τη σχέση, δεν έχει λόγο και φυσικά χώρο για σχολιασμό. Τουλάχιστον μπροστά σου.
Εκτός κι αν ανήκεις στην κατηγορία που κλαίγεσαι μόνιμα για την άδεια τσέπη σου και την ίδια στιγμή συναλλάζεις τις τσαντούλες και τα παπουτσάκια σαν να’ ναι κάλτσες- άσχετα αν κι αυτές έχουν γίνει πανάκριβες. Τότε θέλει να τ’ ακούσει το αυτάκι σου. Με δυο λόγια, το τραβάει ο οργανισμός σου το κράξιμο. Ασχέτως αν θυμώνεις μετά.
Έλα όμως που τα αρνητικά του χρήματος κυκλώνουν και την αλλοίωση των ανθρώπινων σχέσεων. Κι όταν το αγαπητό ενδιαφέρον φτάσει στο σημείο να γίνει έλεγχος κι έπειτα αδιακρισία, με αποκορύφωμα μια ανεξήγητη εσωτερική ενοχή, τα πράγματα μπλέκονται αρκετά. Είναι η στιγμή όπου ο γλώσσα μετατρέπεται σε γρόσια, όπως λέει μία ελληνική παροιμία. Και τι σημαίνει αυτό; Απώλεια σεβασμού.
Οι επιλογές σου σε φιλίες, έρωτες ακόμα και σε θέματα οικογένειας, δεν πρέπει να αποτελούν φορέα αξιολόγησης των χρηματικών σού κινήσεων. Γιατί απλά το χρήμα δεν μπορεί να αναγνωρίσει κάποιον. Δεν έχει ούτε αυτιά αλλά ούτε και καρδιά. Και κουβέντες γύρω απ’ αυτό, αυτό χαρακτηρίζουν και γι’ αυτό το λόγο δεν πρέπει να γίνονται.
Βγάλε απ’ το μυαλό σου το τυπικό ενδιαφέρον. Ακόμα κι αυτό θέλει μέτρο. Βγάλε απ’ το μυαλό σου και όλες εκείνες τις περιπτώσεις όπου η σπατάλη γίνεται εις βάρος άλλων. Βγάλε κι απ’ το μυαλό σου τη βοήθεια που θα χρειαστεί ένας δικός σου άνθρωπος. Είναι άλλες περιπτώσεις. Στην περίπτωση που είσαι για πάρτη σου και μόνο, δεν έχεις να λογοδοτήσεις, σε κανέναν. Κάψ’ τα που λέει και ο λόγος.
Μόνο μη φτάσεις και στο άλλο άκρο. Εκείνο όπου το χρήμα γίνει ο ανθρώπινος προορισμός σου. Εκείνο που θα σε οδηγήσει σε πλεονεξία και υποκρισία. Το θέμα είναι να ζεις με αξιοπρέπεια και φυσικά να το σέβεσαι. Για να μπορεί να σε σεβαστεί και αυτό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου