Ανεβάζεις κάτι στα social media. Αυτό το κάτι μπορεί να είναι μία φωτογραφία σου που άγγιζε την απόλυτη τελειότητα, ένα τραγούδι γιατί είσαι τρέλα ερωτευμένος και θέλεις να το φωνάξεις, να το εκδηλώσεις στον (κρυφό) έρωτά σου. Μέχρι εδώ όλα καλά, όλα ανθηρά. Τι γίνεται, όμως, όταν μπαίνεις στη διαδικασία να πατήσεις like στον ίδιο σου τον εαυτό;

Εντάξει, δε θα σου κρύψω πως όλοι μας λίγο-πολύ έχουμε μπει στη διαδικασία να το σκεφτούμε μα το αρνηθήκαμε στον εαυτό μας να πέσουμε σε τόσο μεγάλη παγίδα και να χωθούμε σε δρόμο χωρίς γυρισμό. Σε εποχές που τα social media ήταν κάτι το άγνωστο και καινούριο για εμάς, σαφώς κι έγιναν πολλά -πάρα πολλά- λάθη, αλλά μάθαμε, αφού φάγαμε την ντροπή και με το παραπάνω, πως ό, τι ανεβαίνει στο άτιμο το ίντερνετ, περνάει από γενεές δεκατρείς ή και σαράντα τρεις μη σου πω. Καταφέραμε να ανακαλύψουμε κι αυτή την πτυχή του, μεγαλώσαμε, ωριμάσαμε και καταλάβαμε πως ήταν εντελώς ανούσιο να το κάνουμε. «Αυτο-like» λοιπόν, κι αυτόματο ρεζιλίκι μεγατόνων.

Μα πώς στο καλό σκέφτηκες πως θα είναι καλή ιδέα, γιατί σου έχει τύχει και είμαι σίγουρη γι’ αυτό, μα είχες τη γνώση και τη σύνεση να το διορθώσεις. Ανεβάζεις κάτι που θες να μοιραστείς με τους φίλους σου. Κατά λάθος πατάς εκείνο το απαγορευμένο κουμπάκι. Βιάζεσαι, βλέπεις, και σκοντάφτεις. Κρύος ιδρώτας σε λούζει και αυτόματα το αναιρείς. Τρέμεις, στην ιδέα και μόνο, μην τυχόν και κάποιος το είδε και γελάει αυτή τη στιγμή μαζί σου. Πόσο σε νιώθω να ήξερες!

Υπάρχουν κι εκείνοι που το κάνουν, όμως, συστηματικά. Χωρίς κανένα ίχνος ενδοιασμού και νιώθουν αρκετά κουλ με αυτό. Τώρα, ο λόγος; Εδώ γίνεται το μεγαλύτερο μπέρδεμα. Παράνοια σκέτη ή ένδειξη ωραιοπάθειας; Είναι τελείως περιττό αρχικά, κυρίως γιατί ούτως ή άλλως για να ανεβάζεις κάτι στα σόσιάλ σου προφανώς και σου αρέσει, άρα γιατί μας το ξαναδηλώνεις, μήπως και δεν το πήραμε χαμπάρι; Είναι σαν να φιλάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη, τελείως ανούσιο και δεν κερδίζεις καν ανταπόκριση αληθινή, καθώς το είδωλό σου δε θα σε φιλήσει πίσω και το ξέρεις. Το ξέρεις, έτσι;

Έχω ακούσει ανθρώπους που έχουν εμμονή με τα like. Ανθρώπους που παρακαλάνε. Αλληλεπιδρούν μαζί σου για την ανταπόδοση και μάλιστα δε διστάζουν να την απαιτήσουν κιόλας. Δε θα το κατακρίνω, ο κάθε ένας μπορεί να κάνει ότι θέλει. Για εμένα είναι απλά ανόητο. Αντί να βγεις έξω, να γνωρίσεις νέο κόσμο και να μοιραστείς απόψεις, κάθεσαι μπροστά σε μία οθόνη ανεβάζοντας τραγούδια, στιχάκια και φωτογραφίες με τα μουτράκια σου -κι ας είναι και τα πιο όμορφα του κόσμου- αναζητώντας την επιβεβαίωση. Και δε φτάνει μόνο αυτό, επικροτείς και τον εαυτό σου για το γούστο σου, το χιούμορ σου και την ομορφιά σου.

Δεν μπορώ να πω με σιγουριά γιατί ψυχολόγος δεν είμαι, μια δόση ανασφάλειας και τρέλας -έτσι ήπιας- πάντως διακρίνω στη συμπεριφορά σου. Καλό θα ήταν, κυρίως για την ψυχική σου υγεία, να παρατήσεις για λίγο το χαζοκούτι που έχεις μπροστά σου και να βγεις να ζήσεις. Τα like δεν κάνουν τον άνθρωπο. Το ίντερνετ είναι πλέον κάτι πολύ εντός της ζωής σου για σένα. Ξεκίνα να το χρησιμοποιείς σωστά.

 

Συντάκτης: Λαμπρινή Νταβέλη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου