Θυμάμαι κάπου στο δημοτικό είχαμε κάνει μια άσκηση η οποία περιέγραφε αλληγορικά τη ζωή σαν μια μεγάλη φρουτοσαλάτα, όπου εμείς υφιστάμεθα ως φρούτα που την απαρτίζουν. Στη συνέχεια, βασιζόμενη στην κοινή παραδοχή πως όλοι αγαπούν κι απολαμβάνουν τις μπανάνες, μιλούσε για την προσπάθεια που κάνουν τα λοιπά φρούτα- τ’ αδιάφορα μήλα, τ’ άνοστα αβοκάντο, τα ξινά μανταρίνια- να μοιάσουν στην μπανάνα. Γιατί η μπανάνα έχει πολλούς θαυμαστές, είναι γλυκιά, λαχταριστή και πάει με όλα, κυρίως με τη σοκολάτα- κι όλοι ξέρουμε πόσοι αγαπούν τη σοκολάτα.

Μη με παρεξηγείς, δεν πρόκειται να μιλήσω περί μαναβικής. Όλη αυτή η παιδική αλληγορία θέλει να φωτογραφίσει μια κοινωνία πολυπολιτισμική, πολυφωνική, πολύχρωμη. Μια κοινωνία που βρίθει συνδυασμών από αρώματα, γεύσεις και προτιμήσεις. Μια κοινωνία από λογής λογής φρούτα, το καθένα με τη δική του γεύση κι αξία, που χωρίς αυτά τίποτα δε θα ‘ταν η ζωή, παρά ένα άδειο μπολ και που όλα αυτά μαζί αποτελούν αναπόσπαστο σύνολο. Σ’ αυτό το σύνολο καθένας διατηρεί τη γεύση του και μαζί με τους υπολοίπους δημιουργούν ένα εκ νέου αναπάντεχο γευστικό αποτέλεσμα. Κι όμως, κανείς δεν εκτιμά τη δική του ομορφιά. Όλοι θέλουν να μοιάσουν στην κιτρινιάρικη μπανάνα, για ν’ αρέσουν σε όλους, για να ταιριάζουν κι αυτοί με τη σοκολάτα και να είναι δημοφιλείς στους πολλούς.

Δεν ξέρω αν τελικά φταίει η ανθρώπινη δίψα για ενσωμάτωση ή η τελειομανής κοινωνία που μας στριμώχνει όλους στα ασφυκτικά της καλούπια. Μάλλον το ένα φέρνει τ’ άλλο. Και μη φοβάσαι, δε θα σε βομβαρδίσω με κλισέ του τύπου «είναι ωραίο να είσαι διαφορετικός». Αυτό δεν έχει κανένα αποτέλεσμα και τρανή απόδειξη είναι αυτή η φρουτένια πανδαισία, η άσκηση της τάξεως του δημοτικού. Υπολογίζοντας τα χρόνια μου και τα χρόνια εκείνου του βιβλίου, σε συνάρτηση με το μέσο άνθρωπο της εποχής, καταλαβαίνεις εύκολα πως οι περισσότεροι που τη διδάχθηκαν, σήμερα προσπαθούν να μοιάσουν σε κάτι που δεν είναι, μόνο και μόνο για ν’ αρέσουν, για να νιώσουν αποδοχή. Παταγώδης αποτυχία.

Θα παρεκκλίνω λίγο από την πεπατημένη οδό και θα προσπαθήσω να σε μυήσω σε μια άλλη λογική. Γεννήθηκες διαφορετικός. Ακόμα και το DNA της φωνής σου είναι μοναδικό, δεν κοπιάρεται. Όταν γίνεσαι ένα με τους πολλούς, χάνεις λίγο από τη λάμψη και την ουσία σου, γίνεσαι λίγο συνηθισμένος, φτάνεις να περνάς απαρατήρητος. Μάλιστα, όσο κι αν προσπαθείς να γίνεις κάτι που δεν είσαι, ποτέ δε θα μπορέσεις να γίνεις κάτι άλλο αυθεντικό, παρά μόνο αυτό που γεννήθηκες. Δε γίνεται ένα μήλο να γίνει μπανάνα. Κι αν προσπαθήσει να το κάνει, μπορεί να φτάσει πολύ κοντά, μα πάλι μπανάνα κανονική δεν θα ‘ναι, ούτε στη γεύση, ούτε στην οσμή, ούτε στο σχήμα και το χρώμα. Θα είναι μια νοθευμένη μηλομπανάνα, θα χάσει τη νοστιμάδα του μήλου αλλά και μπανάνα δε θα το λες. Μια μέτρια ζωή, ένα χλιαρό ενδιάμεσο.

Σκέψου όμως τι περηφάνια θα ‘νιωθες, όταν βρισκόταν εκείνος ο ένας που θα προτιμήσει εσένα, τη μονάδα μέσα στο πλήθος, το διαφορετικό μέσα στα όμοια. Πόσο όμορφη αίσθηση είναι κάποιος ν’ αναγνωρίσει την ιδιαιτερότητά σου και να την αγαπήσει. Ξαφνικά, όλη η θεωρία της διαφορετικότητας αλλάζει. Ξαφνικά είσαι περίεργος, αλλά σου αρέσει. Γιατί γι’ αυτό το κάτι περίεργό σου κάποιος σ’ επιλέγει.

Όσα κοπλιμέντα τυπικά, συνηθισμένα κι αν ακούσεις, όσο ματαιόδοξος κι αν είσαι, κάποια στιγμή θα τα βαρεθείς. Θα σε τονώσουν, θα σε κάνουν για λίγο να φουσκώσεις από περηφάνια, μα αργότερα θα χαθούν. Γιατί όταν κοιτάξεις γύρω σου θα δεις πως είναι χιλιοειπωμένα. Θ’ αρχίσεις να το αισθάνεσαι πως λέγονται μηχανικά κι όχι εκ βαθέων ψυχής, αγγίζουν την επιφάνεια κι όχι την ουσία.

Εμπιστεύσου με, θα ‘ρθει η στιγμή και κάποιος θα σου κάνει εκείνο το κομπλιμέντο που δε θα μοιάζει με τ’ άλλα. Θα σου πει πως δεν έχει γνωρίσει κανένα σαν κι εσένα. Θα σε κάνει να καταλάβεις πως μέσα σ’ όλη αυτήν την άμορφη μάζα από πανομοιότυπα είδωλα εσύ είσαι σπάνιος και ξεχωρίζεις. Σαν κατακόκκινο λουλούδι που ανθίζει μόνο του μέσα στο πράσινο. Κι εκείνος σε είδε. Και περπάτησε πολύ δρόμο και ποδοπάτησε πολλή πρασινάδα για να σε προσεγγίσει.

Τότε θα καταλάβεις πως καλύτερο κομπλιμέντο απ’ το να σου πουν «Είσαι διαφορετικός» δε θ’ ακούσεις. Γιατί αυτό θα σου δώσει δύναμη να συνεχίσεις να είσαι ο εαυτός σου. Θα επουλώσει κάθε πληγή που άνοιξε όταν κάποιος δε σε αποδέχτηκε γι’ αυτό που ήσουν. Και θα σε αποζημιώσει για όλη την απόγνωση και την ταλαιπωρία που πέρασες, προσπαθώντας αδιάκοπα να γίνεις κάτι που δεν είσαι, να κρύψεις τη δική σου λάμψη, να τη θαμπώσεις και να την κουκουλώσεις με χιλιοφορεμένες συμπεριφορές και δανεικές συνήθειες.

Σ’ έναν κόσμο που τα πάντα είναι γκρι, διάλεξε να τον χρωματίσεις. Ν’ αφήσεις το δικό σου σημάδι στον καμβά. Και θα είναι υπέροχο να νιώσεις πως οι υπόλοιποι το αντιλαμβάνονται και το εκτιμούν αυτό το ταλέντο σου, το ταλέντο να μην αφομοιωθείς στο σύνολο. Κι η απόχρωσή σου τους ελκύει, τους κεντρίζει το ενδιαφέρον και τους αποσπά την προσοχή απ’ τη μουντή γκριζάδα.

Γι’ αυτό το να είσαι ιδιαίτερος είναι το καλύτερο κομπλιμέντο που θα λάβεις ποτέ σου. Θα το λάβεις από ανθρώπους που σ’ έχουν νιώσει λίγο παραπάνω, που έχουν γευτεί λίγη απ’την ουσία σου και θ’ αφήσεις στη ζωή τους ένα αποτύπωμα με τη μοναδική σου απόχρωση. Σου προτείνω ανεπιφύλακτα τέτοιους ανθρώπους να βάλεις στη ζωή σου και ν’ αφήσεις απ’ έξω όσους δε βλέπουν τη μοναδικότητά σου, πόσο μάλλον όσους την κατακρίνουν.

 

Επιμέλεια Κειμένου Φένιας Σκαρλά: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Φένια Σκαρλά