Αλήθεια, πόσοι από εμάς προλάβαμε και ζήσαμε την τρελή δεκαετία ανάμεσα στα 1980 και 1990; Περασμένες δεκαετίες. Περασμένος αιώνας. Εντάξει, μην πάει το μυαλό σου στην εποχή των παγετώνων. Δεν πέρασαν και εκατό χρόνια από τότε. Ούτε αυτοί που έζησαν τότε είναι τίποτα δεινόσαυροι. Απλώς έχουν ωριμάσει. Πώς, όμως ζούσαν εκείνη την εποχή αυτοί οι ώριμοι πλέον άνθρωποι την εφηβεία τους τότε που σχεδόν τίποτα δεν είναι ίδιο με το σήμερα; Από την καθημερινότητα μέχρι το στιλ και από τη διασκέδαση μέχρι και το φλερτ, τα πάντα ήταν διαφορετικά. Κάποια πάλι έχουν χαθεί. Ωστόσο υπήρχε κάτι το μαγικό. Ποια ήταν αυτά τα στοιχεία που έκαναν την εποχή εκείνη τόσο ξεχωριστή; Ας θυμηθούν οι παλιοί κι ας μάθουν οι νεώτεροι.
1. «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα»
Από τις βιντεοταινίες που βλέπαμε τότε, ειδικά αυτές που σχετίζονταν με σχολικές τσακαλοπαρέες βλέπε «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα», μέχρι και τις εφηβικές αμερικάνικες σειρές του τύπου “Fame” ή «στον Πυρετό της δόξας» κατά την ελληνική, το “Degrassi High” ή «Σκανδαλιές στο γυμνάσιο Ντεγκράσι», όλοι οι έφηβοι εκείνης της εποχής είχαν τον αγαπημένο τους ήρωα και ταυτίζονταν μ’ αυτόν.
2. Οι τηλεοράσεις που έμοιαζαν με ψυγεία.
Επίπεδη οθόνη; Smart TV; Ψηφιακά κανάλια; Έννοιες άγνωστες τότε. Στην αρχή οι τηλεοράσεις ήταν ασπρόμαυρες, μέχρι και περίπου στα μισά του 1980. Αν τυχόν χρειαζόταν να μετακινηθεί η τηλεόραση, έπρεπε να επιστρατευτούν τα πιο χειροδύναμα μέλη της οικογένειας. Βαριές κι ασήκωτες τότε οι τηλεοράσεις. Αν καμιά φορά χαλούσε η εικόνα, τα «χιόνια» που λέγαμε τότε, αρκούσαν δυο τρία χτυπήματα στο πλάι για να φτιάξει. Αν τα δεν απέδιδαν, τότε τα μέτρα ήταν δραστικά. Ένας στην ταράτσα να μετακινεί την κεραία, ένας να ελέγχει την οθόνη και ένας τρίτος στο μπαλκόνι να φωνάζει «Λίγο πιο δεξιά. Λίγο ακόμα. Ασ’ την, έφτιαξε!».
3. Τα κασετόφωνα.
Όχι youtube, όχι mp3. Ούτε τα cd δεν ξέραμε τι ήταν. Είτε αγοράζαμε κασέτες από τα δισκάδικα της εποχής, είτε πηγαίναμε με μια χειρόγραφη λίστα τραγουδιών και ζητούσαμε να μας τη γράψει σε μια άδεια κασέτα, είτε βάζαμε την κασέτα στο κασετόφωνο και δίναμε τηλεφωνικές παραγγελιές στους ραδιοφωνικούς παραγωγούς με το δάχτυλο στο rec έτσι ώστε με το που έπαιζε η παραγγελιά μας να κάνουμε τη δική μας ηχογράφηση. Τα μεγάλα άγχη ήταν δυο. Μη μιλήσει ο παραγωγός επάνω στο τραγούδι και μη μασήσει το κασετόφωνο την ταινία της κασέτας.
4. Το φλερτ στο ραδιόφωνο.
Πολλές φορές οι παραγγελιές στους ραδιοφωνικούς παραγωγούς, συνοδεύονταν πάντα κι από μια αφιέρωση στο πρόσωπο που μας ενδιέφερε. Το ζευγάρι συντονίζονταν στην ίδια συχνότητα και αντάλλαζαν αφιερώσεις, ή μόνος του ο καψούρης έκανε την αφιέρωση στο πρόσωπο κι ευελπιστούσε να ακούει κι αυτό την εκπομπή. Η φωνή του παραγωγού, πάντα ερωτιάρικη. Σαν να ήθελε να δώσει έμφαση στο feeling της αφιέρωσης. Τα τραγούδια πάντα φουλ στο αίσθημα. «Ο Δ. αφιερώνει με πολλή αγάπη στη Σ. το επόμενο κομμάτι». Αν πάλι το τραγούδι ηχογραφούνταν στην κασέτα, φυσικά γράφονταν και η αφιέρωση.
5. Η λακ και το ζελέ.
Αν το πρόσωπο έπεφτε και κανονιζόταν το πολυπόθητο ραντεβού, τότε η ετοιμασία έπαιρνε το χαρακτήρα ιεροτελεστίας. Τα στενά μπλου τζιν με τα εμπριμέ πουκάμισα, το σπορτέξ το STRIKE με τη λευκή αθλητική κάλτσα ήταν must για τα αγόρια. Το ζελέ στο μαλλί και το αποσμητικό στα ρούχα, σε αφθονία. Οι κοπέλες αντιστοίχως φορούσαν τη μίνι τζιν φούστα, καλσόν φιμέ και μπότες μέχρι το γόνατο. Το μπούστο δεν επιδεικνύονταν ιδιαίτερα. Πουλοβεράκι ζιβάγκο ή πουκάμισο κουμπωμένο μέχρι το λαιμό, ανάλογα την εποχή. Απαραίτητα αντιστοίχως τουλάχιστον τρία μπουκάλια λακ για το μαλλί.
6. Η Disco.
Είτε ζευγάρια, είτε για φλερτ την τιμητική τους είχανε οι Disco ή και τα πάρτι που γίνονταν σε σπίτια με αφορμή κάποια γιορτή ή κάποια γενέθλια. Μέσα στο ημίφως, στους ρυθμούς των μπλουζ, τα ζευγάρια ερχόταν πιο κοντά σε έναν αγκαλιαστό χορό και οι καψούρηδες ευελπιστούσαν στο να δεχθεί το πρόσωπο να χορέψει μαζί τους το επόμενο κομμάτι.
7. Τα ηλεκτρονικά.
Λέγοντας ηλεκτρονικά νοούνταν οι χώροι ψυχαγωγίας με ηλεκτρονικά παιχνίδια ενίοτε και με κάποιο ποδοσφαιράκι ή κι ένα μπιλιάρδο. Εκεί περνούσαν τα απογεύματα. Τα ζευγάρια έπαιζαν bubble bobble. Το αγόρι πάντα έδινε το μπλε τερατάκι στην κοπέλα του που μπορούσε να μαζέψει απεριόριστες ζωές και κρατούσε το πράσινο που μπορούσε να κερδίσει μέχρι τρεις. Έριχνε το κέρμα στο μηχάνημα και το ταξίδι στον κόσμο των ζαχαρωτών και των φούσκων άρχιζε. Ένα παιχνίδι φτιαγμένο για ερωτευμένα ζευγάρια. Τα καψούρια πάλι, εκεί ξεχνούσαν για λίγο τον καημό τους. Παίζοντας ένα Shinobi ή ένα Golden Axe, έμπαιναν σε έναν φανταστικό κόσμο όπου η καψούρα δεν χωρούσε. Αυτοσκοπός ήταν η τελική επικράτηση. Μέχρι που τελείωναν τα κέρματα κι επέστρεφαν στην πραγματικότητα.
8. Τα παπάκια.
Όλοι σχεδόν οι έφηβοι της εποχής είχαν απωθημένο να αποκτήσουν το δικό τους παπάκι. Ξέρεις εκείνες τις μηχανές μικρού κυβισμού που σήμερα αποτελεί εργαλείο κυρίως των παιδιών που κάνουν delivery. Ήταν μεγάλη υπόθεση να έχεις τότε παπάκι και να σηκώνεις τη γειτονιά στο πόδι στις τρεις το πρωί. Κι ας ήξερες ότι σε βρίζουν.
9. Οι αφίσες στα δωμάτια.
Δεν υπήρχε περίπτωση να έμπαινες σε εφηβικό δωμάτιο της εποχής εκείνης και να μη δεις τοίχους γεμάτους με αφίσες. Νίκος Γκάλης, Μπάνε Πρέλεβιτς και άλλοι αθλητές, Jon Bon Jovi, Michael Jackson από τραγουδιστές ήταν must. Την πρώτη καλημέρα πάντως, πάντα την έλεγες στην αγαπημένη σου αφίσα.
10. Οι δέσμες.
Ερχόταν κι εκείνη η ώρα που έπρεπε να περάσουμε τη δοκιμασία των πανελληνίων εξετάσεων για να εισαχθούμε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τότε υπήρχε το σύστημα των δεσμών. Τέσσερις δέσμες, με τέσσερα μαθήματα η καθεμιά. Αγαπούσες τα μαθηματικά; Πήγαινες πρώτη δέσμη. Ήθελες να γίνεις γιατρός; Διάλεγες την τρίτη. Ήσουν αρχαιολάτρης; Τρίτη δέσμη βεβαίως βεβαίως. Κι αν ήσουν ο, τι να ‘ναι. Χαλαρά στην τέταρτη. Τη δέσμη του λαού. Έλα μωρέ, το απολυτήριο να πάρουμε.
Κάπως έτσι ήταν η ζωή εκείνες τις μακρινές δεκαετίες του 1980 μέχρι και το 1990. Όχι, μην ψάχνεις να βρεις ποια είναι η καλύτερη. Δεν είναι αυτός ο σκοπός. Απλά, αυτή ήταν η δική μας εποχή. Και την αναπολούμε. Όπως θα έρθει η ώρα που κι εσύ θ αναπολήσεις την δική σου. Μια συμβουλή μονάχα. Σήμερα, είναι η δική σου εποχή. Ζήσε την.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου