Τις προάλλες, που λες, συνάντησα την Αννούλα στο δρόμο, τη συμμαθήτριά μου απ’ το λύκειο κι ήταν όλο της το ντύσιμο πολύ περιποιημένο. Εμένα, ωστόσο, αλλού έπεσε το μάτι και κόλλησε κιόλας. Ήταν το σακάκι που φορούσε. Κι ήταν τόσο απλό, τόσο συνηθισμένα μαύρο, αλλά δεν ξέρω, κάτι είχε πάνω του το διαφορετικό. Σαν άλλο αέρα να κουβαλούσε μαζί του κι η Άννα που το φορούσε, το ίδιο.
Κι αφού τη ρώτησα όλο θαυμασμό και κομπλιμέντο από πού ψώνισε το υπέροχο «vintage» σακάκι της, αντί να μου απαντήσει από κάποιο μαγαζί που μάλλον δεν έχω ανακαλύψει ακόμα, μου ξεφούρνισε μ’ υπερηφάνεια ότι το «τσίμπησε» απ’ τη ντουλάπα της μητέρας της, η οποία με τη σειρά της το παρέλαβε από μια δική της θεία. Μωρέ μπράβο! Λέω κι εγώ. Μπράβο και στη θεία για την επιλογή, μπράβο και στην Αννούλα για την εκ νέου αξιοποίησή του.
Και κάπως έτσι, βρεθήκαμε ξάφνου να ψάχνουμε τα καταχωνιασμένα στις ντουλάπες, στα πατάρια, στα μπαούλα κι όπου αλλού μπορεί να βάλει ο νους μας και να χωρέσει ο τόπος, ρούχα του παρελθόντος, προκειμένου να βρούμε τ’ αυθεντικά παλιά, τα πρωτότυπα του είδους.
Κι αν οι παραδοσιακές κρυψώνες δε μας ικανοποιούσαν τις επιθυμίες, δεν είναι λίγα τα μαγαζάκια που ‘χουν ξεφυτρώσει τώρα τελευταία σε διάφορα σημεία, πουλώντας παλιά, vintage, αφόρετα ή και μεταχειρισμένα κομμάτια. Γεγονός που ενδεχομένως παλιότερα πολλοί να σνόμπαραν και τώρα μπορείς να πεις ότι έχει μετατραπεί στη νέα τάση των Αθηναίων κι όχι μόνο.
Αυτό που κάποτε μπορεί να τ’ αποκαλούσαν παλιομοδίτικο, σήμερα τ’ αποκαλούν vintage κι αποτελεί κομμάτι της μόδας. Παλιά, ψηλοκάβαλα τζιν που ‘ναι σαν να μην πέρασε από πάνω τους μέρα κι επέστρεψαν για τα καλά στη μόδα. Πουά πουκάμισα κι εμπριμέ μπλουζάκια. Όλα σαν ρόδα γύρισαν και μας βρήκαν απ’ το τότε στο σήμερα, επαληθεύοντας τη διαχρονική αξία τους.
Ο όρος όμως του vintage, που ‘χει μπει για τα καλά στη ζωή μας, δεν έχει να κάνει μόνο με τα ρούχα, φυσικά.
Αν κάνουμε μια ανασκόπηση στην ιστορία για την προέλευση της λέξης, γυρνάμε αρκετά πίσω, στον 15ο αιώνα, όπου κι ειπώθηκε για πρώτη φορά στον τομέα της παραγωγής κρασιών. Ρίζα της αποτελεί η γαλλική λέξη vendage που είναι η συγκομιδή κρασιού, ενώ αποτελείται από το λατινικό «Vinum demere», που σημαίνει αποσπώ κρασί, περιγράφοντας στην οινοποίηση ολόκληρη τη διαδικασία που ακολουθείται, απ’ τη συλλογή των σταφυλιών ως την παραγωγή του τελικού προϊόντος.
Με τα χρόνια, ο όρος διευρύνεται και σ’ άλλους τομείς πέρα απ’ αυτόν του κρασιού και παύει να χρησιμοποιείται τόσο συγκεκριμένα και κλειστά σαν έννοια, αποκτώντας διάφορες σημασίες.
Έτσι, λοιπόν, σήμερα τον χρησιμοποιήσουμε προκειμένου να μιλήσουμε πέρα απ’ τα ρούχα, για διάφορα άλλα αντικείμενα όπως βιβλία ή έπιπλα ακόμα και γι’ αυτοκίνητα, ενώ αποτελεί ολόκληρο κεφάλαιο στη διακόσμηση και το στιλ.
Το κύριο χαρακτηριστικό που προσδίδει στ’ αντικείμενα η λέξη αυτή είναι αυτό του χρόνου και της φθοράς. Μιλάμε για vintage, δηλαδή, όταν κάτι είναι παλιό ή και μεταχειρισμένο, δίνοντάς του την αξία της διαχρονικότητας. Vintage αμάξια και μηχανές, vintage πολυθρόνες, vintage καθρέφτες κι ούτω καθεξής. Vintage στιλ που συνθέτουν τόσα ξεχωριστά και παλιά κομμάτια.
Κι είναι τόσα μαγαζιά χωμένα σε κάθε πλευρά της πόλης που φιλοξενούν τέτοια έπιπλα κι αντικείμενα. Αν κάνεις έστω και μια μικρή βόλτα στο κέντρο της Αθήνας, για παράδειγμα στα στενάκια στο Μοναστηράκι, θα πάρεις μια καλή γεύση απ’ αυτά. Θα δεις να στέκονται επιβλητικά έπιπλα παλιά, ιδιαίτερα, αρχοντικά κι ενίοτε μεταχειρισμένα, που ο χρόνος όμως τους φέρθηκε γενναιόδωρα, κρατώντας τα σ’ άριστη κατάσταση και μην έχοντας να ζηλέψουν σε τίποτα τα μεταγενέστερα.
Γιατί τίποτα δεν είναι αυθεντικότερο απ’ το γνήσια παλιό. Καθετί μεταγενέστερο αποτελεί αντίγραφό του πρώτου, χωρίς όμως την αρχική σφραγίδα που ‘χει αφήσει ο χρόνος σ’ αυτό.
Αν θες λοιπόν να δεις τι εστί αυθεντικό vintage, καλύτερα να ψάξεις σε κάτι τέτοια μαγαζάκια που φυλάνε μικρούς θησαυρούς ή ακόμη καλύτερα στο σπίτι των παππούδων ή των θείων σου, που δεν μπορεί, κάτι θα ‘χουν φυλάξει από παλιά ως πολύτιμό τους.
Επιμέλεια Κειμένου Σταυρούλας Βιτετζάκη: Ιωάννα Κακούρη