Ένας από τους όρκους του νιόπαντρου ζευγαριού είναι το «μαζί μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος». Όρκος που δίνεται με φόντο χέρια μπλεγμένα και μάτια να στάζουν αγάπη.
Χέρι χέρι, λοιπόν, μέχρι το τέλος.
Για τα δικά μου μάτια, μια από τις ομορφότερες εικόνες εκεί έξω, είναι να βλέπω ηλικιωμένα ζευγάρια να κρατιούνται σφιχτά και να προχωρούν μαζί. Είναι από τις εικόνες εκείνες, που σου γαργαλάν το μυαλό με σκέψεις.
«Θα τα καταφέρω, άραγε, κι εγώ να το κάνω αυτό κάποια στιγμή;»
Η αλήθεια είναι, πως το φαινόμενο αυτό δεν είναι σύνηθες. Οι άνθρωποι παλιά παντρεύονταν από στημένα προξενιά. Γάμοι-συμβόλαια στη ρουλέτα της αγάπης, άφηναν τον έρωτα στη τύχη του.
Με την πάροδο των ετών, ίσως, ερχόταν η αγάπη και το ενδιαφέρον. Όχι, όμως, σε όλες τις περιπτώσεις.
Οι γάμοι από έρωτα ήταν το σπάνιο φαινόμενο των εποχών. Δυο άνθρωποι που κατάφερναν να επισημοποιήσουν τη σχέση τους όντες ερωτευμένοι, νομίζω πως ήταν τα πλέον ευτυχισμένα πλάσματα.
Ένα ζευγάρι που γύρω στα ογδόντα περπατάει κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου, είναι ένα από εκείνα τα τυχερά ζευγάρια, που έγιναν ένα με σύμμαχο τον έρωτα.
Μπορεί και όχι. Μπορεί αυτή να είναι η δική μου ρομαντική σκέψη.
Όπως κι αν έχει, βέβαια, η εικόνα αυτή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη, γιατί είναι σπάνια.
Και αν γυρίσει τώρα κάποιος να μου πει, «Καλά εσύ άλλη δουλειά δεν έχεις κι ασχολείσαι με το γέρο και τη γριά που κάνουν βόλτα;»
Θα του πω πως μακάρι να είχαν όλοι την τύχη να γεράσουν μαζί με τον άνθρωπο τους. Έτσι θα ‘πρεπε να κλείνει ο κύκλος της ζωής.
Θέλει να διαθέτει κανείς μεγάλη μαγκιά για να μείνει σαράντα, πενήντα, εξήντα χρόνια με τον ίδιο άνθρωπο. Να έχουν περάσει μπόρες και φουρτούνες αλλά και χαρές κι ευτυχισμένες στιγμές μαζί.
Λένε, πως στα δύσκολα κρίνονται οι σχέσεις, εγώ νομίζω πως τα εύκολα καμιά φορά είναι πιο ύπουλα.
Ο ένας στήριγμα του άλλου, λοιπόν, και στα κακά και στα καλά.
Χρόνια ολόκληρα να μοιράζεσαι τα ίδια πράγματα, τις ίδιες αναμνήσεις, κοινούς στόχους, όνειρα, ανησυχίες και παράλληλα να έχει ο καθένας το χώρο και το χρόνο του στη σχέση.
Πόσο εύκολο είναι; Καθόλου.
Τη φυσική φθορά που χαρίζει ο χρόνος δεν την αντιλαμβανόμαστε στον εαυτό μας ή τουλάχιστον δεν την παραδεχόμαστε.
Στον άλλον είναι πολύ εύκολο να βρούμε τα ελαττώματα και τα ψεγάδια.
Οι σχέσεις που κρατούν τόσο πολλά χρόνια συνοδεύονται από βαθιές ρυτίδες στο πρόσωπό, χαλάρωση στο σώμα, άσπρα μαλλιά, έλλειψη δύναμης κι αντοχής και διάφορα πολύχρωμα χαπάκια για το σάκχαρο, την πίεση, τα τριγλυκερίδια κι όλα τ’ άλλα.
Ου γαρ έρχεται μόνον το γήρας.
Πόσο εύκολο είναι να συνεχίσεις ν’ αγαπάς, να φροντίζεις και να περιποιείσαι κάποιον που σου θυμίζει ελάχιστα την πρώτη του εικόνα;
Μάλλον, γι’ αυτούς τους ανθρώπους, όσο βαθαίνουν οι ρυτίδες τόσο μεγαλώνει η αγάπη.
Για να μην αναφερθώ και στις γεροπαραξενιές. Διότι καλώς ή κακώς, ο άνθρωπος, όταν γερνάει, γίνεται ολίγον τι περίεργος. Δεν μπορεί ν’ αρνηθεί κανείς πως όλοι έχουμε παραξενιές.
Δεν είναι πολύ καλοί όλοι αυτοί οι λόγοι για ν’ ασχολούμαι μαζί τους;
Νομίζω, πως το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε όλοι μας είναι να μαθαίνουμε από τέτοια παραδείγματα.
Όπως είπε και ο κύριος Νίκος, ετών ογδόντα εφτά, «Μαζί μεγαλώσαμε, μια ζωή μαζί της είμαι, δεν ξέρω να ζω χωρίς αυτήν.»