«Πούλα με, λοιπόν, στο ξαναλέω. Πούλα με για λίγη σιγουριά».
Στοπ! Παρ’ το αλλιώς. Αυτά once upon a time. Πλέον «πούλα με για ακόμα πιο πολλά, έντονα και διαφορετικά». Για εσένα αναδιατυπώνονται και τα τραγούδια, ορίστε!
Σιγουριά; Χα, ακούς εκεί. Πολύ μονότονη, βαρετή, χωρίς ενθουσιασμό και σασπένς τέλος πάντων. Εσύ ζητάς δονήσεις ισχυρές από καινούργιες εμπειρίες. Ζεις γι’ αυτές. Θες το νέο, το ωραίο, το διαφορετικό. Μη ρουτινιάσεις κιόλας βρε παιδί μου.
Από την άλλη, όμως, δηλώνεις ότι εσύ προς Θεού δεν είσαι τέτοιος τύπος. Δηλώνεις ότι γουστάρεις ένα λιμάνι συναρπαστικό μεν αλλά λιμάνι δε, δηλαδή ασφαλές, σταθερό, που θα σε ηρεμήσει από τις κουραστικές κι άσκοπες περιπλανήσεις σου σε άγνωστα πελάγη. Προσπαθείς να πείσεις εμένα ή τον εαυτό σου; Kαι βασικά τέλος πάντων ξέρεις τι θες; Μοιάζεις με ένα μικρό, λαίμαργο, αχόρταγο, κακομαθημένο παιδί που μπορεί να έχει τα πάντα αλλά συνέχεια μένει ανικανοποίητο.
Τελικά ποτέ καμιά εμπειρία δε σου ήταν αρκετή, δε σε κάλυπτε. Δε χόρτασε το αχόρταγο εγώ σου και τη δίψα σου για ολοένα και περισσότερη επιβεβαίωση. Πάντα ήθελες κι άλλο, κι άλλο.
Τι κι αν υπήρχαν στιγμές που μέχρι κι εσύ πίστευες ότι βρήκες το απόλυτο, αυτό που είχε όλα όσα χρειάζεσαι για να σε κρατήσει κι όλα έδειχναν πως έχεις βρει τη γαλήνη και την ισορροπία μέσα σου; Τι κι αν έδειχνες να έχεις βρει το λιμάνι σου; Τι κι αν ήσουν γεμάτος πάθος, ενθουσιασμό και φαινομενική –τελικά– πληρότητα;
Στο τέλος πνίγηκες από την ίδια την ένταση των όσων ένιωθες. Όλα ήταν πυροτεχνήματα που για όσο κρατούσαν ήταν μαγικά και ήθελες να πιστεύεις ότι θα κρατήσουν για πάντα. Αλλά η έκσταση κι ο ενθουσιασμός τελείωνε όσο έντονα κι απότομα ξεκινούσε κι αναζητούσες το επόμενο πυροτέχνημα, το πιο λαμπερό, το πιο εκθαμβωτικό, το πιο θορυβώδες.
Ξόδεψα ώρες ολόκληρες από τη ζωή μου κι άπειρη φαιά ουσία από τον εγκέφαλό μου υπεραναλύοντας σε και σίγουρα κατάλαβα ένα πράγμα: μέσα σου παραμένει πάντα άσβηστη η ανάγκη να είσαι αιώνιος κυνηγός. Ποτέ δεν ικανοποιείσαι με όσα έχεις ήδη αποκτήσει. Απολαμβάνεις προσωρινά τη λεία σου, ενθουσιάζεσαι και τελικά απλά παίρνεις όλη την ενέργεια που χρειάζεσαι για να προετοιμαστείς για το επόμενο θήραμα. Έχεις ξεχάσει ήδη το παλιό γιατί πλέον δε σου αρκεί, έπαψε να σε δελεάζει και να σε τρέφει.
Με κοιτούσες με αυτά τα τεράστια όλο υποσχέσεις και πόθο μάτια σου και με έκανες να πιστέψω πως θα ήταν παντοτινό. Με ανέβασες στους ουρανούς και με γκρέμισες στα τάρταρα με όση επιτάχυνση διαθέτει το σύμπαν, φροντίζοντας εσύ να προλάβεις να ανοίξεις φτερά για νέους ουρανούς.
Κι όμως δεν ήταν «το λίγο μου» που σε έκανε να φύγεις. Εσύ και μόνο εσύ ήσουν ο λίγος της ιστορίας. Κι όσες πολλές και αν είναι αυτές οι νέες εμπειρίες που αχόρταγα και λυσσασμένα θες να ζήσεις, δε θα είναι ποτέ αρκετές για να γεμίσουν αυτό το λίγο και να σε κάνουν «πολύ». Πάντα θα επιβεβαιώνεσαι λίγο ακόμα και θα τρέφεις κι άλλο το υπερφίαλο εγώ σου αλλά η ψυχή σου θα λιμοκτονεί. Το κρεβάτι σου θα είναι πάντα γεμάτο και το κορμί σου πάντα ζεστό από τις νέες αγκαλιές, αλλά η καρδιά σου θα είναι αιώνια τόπος παγωμένος.
Ξοδέψου ελεύθερα λοιπόν. Καλή τύχη!