Γράφει η Χ.

 

Είχα ξεχάσει πώς είναι να ξυπνάς το πρωί και να έχεις εκείνο το χαμόγελο το ανούσιο, το ανεξήγητο, εκείνο που δεν έχει αιτία και λόγο ύπαρξης, αλλά είναι δείγμα ότι κάτι άλλαξε. Ναι, όντως κάτι άλλαξε μέσα μου και ξέρω καλύτερα απ’ τον καθένα ποιος προκάλεσε αυτήν την αλλαγή. Πρόκειται ξεκάθαρα για πρόκληση, αλλιώς δε θα έμπαινα καν στη διαδικασία ν’ ασχοληθώ.

Νομίζω αυτό είναι και το κουσούρι μου. Δεν αρέσκομαι στα εύκολα, στα κοινά. Μου αρέσουν τα ιδιαίτερα και κυρίως τα ανθρώπινα. Πόσο μου είχε λείψει  να έχω στη ζωή μου έναν άνθρωπο να τον θαυμάζω και να με εμπνέει. Ειλικρινής θαυμασμός για το ποιόν του κι ανιδιοτελής εκτίμηση για την ανθρωπιά του.

Είναι νωρίς να πω ότι ερωτεύτηκα, σκέφτομαι. Είναι νωρίς να εκφράσω ουρλιάζοντας πόσο πανηγυρίζει η ψυχή μου που γεννήθηκε ξανά απ’ τις στάχτες της. Ταλαίπωρη ψυχή μου, πόσο έχεις πονέσει, πόσο αδικήθηκες στο παιχνίδι του έρωτα, πόσα μαχαιρώματα δέχθηκες κι όμως στέκεσαι. Είσαι όρθια αν και μπαλωμένη κι έχεις τη θέληση να παλέψεις για την ευτυχία, εκείνη που σου στέρησαν.

Οι άνθρωποι που πληγώθηκαν πολύ και τους άλλαξε ο πόνος, δε δίνουν εύκολα την ευκαιρία στον εαυτό τους να ζήσουν. Κρύβονται στο κουκούλι τους μέχρι να επουλώσει η πληγή, να απεκδυθούν την ανασφάλεια που τους έκαναν να αισθανθούν, να νιώσουν και πάλι ερωτεύσιμοι.

Πώς ν’ αντισταθείς όμως στον ήλιο; Ανατέλλει και με το φως του εξαλείφει κάθε σκοτεινή πτυχή της ζωής σου. Έτσι ήρθες στη ζωή μου, σαν ήλιος. Δεν πρόλαβα να συνειδητοποιήσω τι συμβαίνει, αφέθηκα στην ομορφιά της στιγμής, στο χαμόγελο που μου προκαλεί κάθε συζήτηση μαζί σου, στις πεταλούδες στο στομάχι μου που είχα χρόνια να νιώσω.

Όχι, δε με κέντρισε η ομορφιά σου, αν και είσαι άκρως γοητευτικός. Είχαν περάσει κι άλλοι όμορφοι εξωτερικά άνθρωποι απ’ τη ζωή μου. Σε ξεχώρισα, ξέρεις γιατί; Γιατί ένα πρωί απ’ το πουθενά μου έμαθες να χαμογελάω στη ζωή, ν’ ανοίγω το παράθυρό μου, να βλέπω τον ήλιο και να είμαι ευγνώμων που και σήμερα έχω τη δυνατότητα να ζήσω. Να ζήσω τη στιγμή, να ζήσω έντονα, όπως γουστάρω.

Με γέμισες αισιοδοξία, ελπίδα και φώτισες τη μέχρι χθες σκοτεινή μου σκέψη. Είδα τη ζωή με άλλο μάτι και γι’ αυτό ευθύνεσαι εσύ. Και δεν είναι μόνο αυτό. Η φύσει-θέσει ευγένειά σου για τη ζωή, τη φύση, τον έρωτα είναι αποτυπωμένη σε κάθε σου λέξη, σε κάθε διάλογο, σε κάθε πράξη. Ανακάλυψα μετά από καιρό πώς απλές λέξεις, καθημερινές μπορούν να γίνουν τόσο όμορφες και τόσο ερωτικές αρκεί να βάλεις δίπλα τους ένα «μου».

Κι αυτό το «μου» δε φαντάζεσαι πόση χαρά μπορεί να προσφέρει σ’ έναν άνθρωπο. Αυτή η κτητικότητα που τόσο έχει ταυτιστεί με αρνητικά νοήματα, αλλά μπορεί ορισμένες στιγμές να σε στείλει στα ουράνια. Κανείς άνθρωπος δε θέλει να χάσει την αυτονομία και την ανεξαρτησία του, όλοι όμως θέλουμε να νιώθουμε ότι μας νοιάζονται. Αυτό δείχνει το «μου».

Δεν ξέρω αλήθεια πού θα μας οδηγήσει όλο αυτό κι ούτε με νοιάζει να σου πω. Δε θέλω να σκέφτομαι το τέλος μαζί σου, το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να ζήσω στιγμές, όσες περισσότερες στιγμές μπορώ. Να πάρω όλα αυτά που μου προσφέρεις απλόχερα, που μπορεί για κάποιους να μην είναι τίποτα, αλλά για μένα αυτή είναι η ουσία της ζωής.

Δεν πρόκειται ποτέ ξανά να γκρινιάξω για την ατυχία και τον πόνο του παρελθόντος. Δε θέλω καν να θυμάμαι άσχημες συμπεριφορές κι ανθρώπους που δεν μπόρεσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.

Εξευτελιστικά μικρές συμπεριφορές που έριχναν σε μένα το μπαλάκι και με έκαναν να αμφιβάλλω για τον ίδιο μου τον εαυτό. Με γέμιζαν φόβο κι ανασφάλειες. Άνθρωποι που δεν άξιζαν. Μην απελπίζεσαι, γιατί εκτός απ’ αυτούς υπάρχουν κι άνθρωποι με όλη τη σημασία της λέξης εκεί έξω, αρκεί να τους βρεις.

Γι’ αυτό κι εγώ σ’ ευχαριστώ που ήρθες στη ζωή μου. Σ’ ευχαριστώ που ήμουν στο χείλος του γκρεμού και μου άπλωσες το χέρι. Σ’ ευχαριστώ που μ’ έκανες να δω με τα δικά σου μάτια «μάτια μου», να ελπίζω, να ονειρεύομαι κι εκτός από μένα να βλέπω και το συνάνθρωπο. Ευχαριστώ που μου ‘μαθες την προσφορά. Γιατί είσαι ο πιο υπέροχος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ.

Είμαι έτοιμη! Κι αυτό το ταξίδι θέλω να το ζήσω μόνο μαζί σου.