Έχει αρχίσει να νυχτώνει κι εσύ βρίσκεσαι κάπου μόνος να πονάς, να σκέφτεσαι, να τριγυρνάς. Στο μυαλό σου σκέψεις για το σήμερα, το αύριο και το χθες. Περιμένεις να σουρουπώσει καλά κι ετοιμάζεσαι να υποδεχτείς μια ακόμη νύχτα μα αυτή τη φορά με τ’ αμάξι και τα κλειδιά στο χέρι.
Κλείνεις το σπίτι και φεύγεις με σκοπό να σκεφτείς λίγο παραπάνω απόψε. Πατάς μίζα και νιώθεις πως αυτό είναι που χρειάζεσαι. Έτσι διαλέγεις μια καινούργια κι άγνωστη, κοντινή ή μακρύτερη διαδρομή να ταξιδέψεις λίγο το κορμί σου. Στο δρόμο έχεις το καλύτερο φιλαράκι για παρέα, τον εαυτό σου κι όλους τους άλλους παραπέρα.
Έχεις φροντίσει να ανανεώσεις τη λίστα τραγουδιών γι’ απόψε. Ξέρεις πως σου αξίζει. Αισθάνεσαι πως θες να σε διασκεδάσεις. Κι οδηγείς για πάρτη σου. Μέχρι ν’ αποφασίσεις τον προορισμό σου, ξεχνάς για λίγο τα πάντα και σαν ορίσεις την πορεία, βάζεις τις σκέψεις στη σειρά.
Δυναμώνεις λίγο τον ήχο κι εκτονώνεσαι, κλαίς, δακρύζεις, γελάς. Και ξανά χαμηλώνεις. Παρατηρείς τα πάντα γύρω σου ενώ ταυτόχρονα τακτοποιείς τις σκέψεις σου ή έστω προσπαθείς. Θέλει δουλειά για να τα βρεις με τον εαυτό σου και καλό είναι μερικές φορές να αφιερώνεις χρόνο για ‘σένα. Είναι κι αυτά τα βράδια κάπου-κάπου που σε βοηθούν να ηρεμήσεις και θέλεις να τα ζήσεις.
Παίρνεις μαζί και φωτογραφική, μαζί και τα τσιγάρα, άλλες φορές μια πένα και χαρτί και άλλες μια κιθάρα. Αράζεις πέρα από τα φώτα της πόλης κι αρχίζεις να ηρεμείς. Γεμίζεις λίγο με στόμφο τη σιωπή στη μοναξιά σου και ξεκινάς ξανά με μια καινούρια μελωδία για το υπόλοιπο της διαδρομής. Κουμπώνεις ξανά τη ζώνη και ξεκινάς.
Στόχος της βόλτας είναι να καταφέρεις να κερδίσεις ξανά την ηρεμία του μυαλού σου. Την ηρεμία στην ψυχή σου. Κοιτάς και λίγο πιο ψηλά για να ξεφύγεις για μια ακόμα φορά. «Είναι ωραία η ζωή, είναι ωραία » σκέφτεσαι, αλλάζεις τις ταχύτητες με πάθος και ξανά χαμογελάς. Φυσάς με δύναμη έξω τον καπνό κι ανοίγεις το παράθυρο να νιώσεις τον αέρα να φλερτάρει με την κούρασή σου.
Κι οδηγείς. Αλλάζεις διαδρομές κι ας είχες ορίσει μία. Πηγαίνεις όπου σου κάνει κέφι γιατί σου γυάλισε μια ταμπέλα, ένα τοπίο, μια κοπέλα. Μπλέκεις και στην κίνηση να δεις τους περαστικούς, να παρατηρήσεις αν οι άνθρωποι αγαπιούνται. Σταματάς σε πάρκα και πλατείες για να τους δεις ακόμα και να φιλιούνται. Θυμάσαι. Σκέφτεσαι. Ζηλεύεις λίγο και προχωράς.
Ή μπορεί και να θέλεις να απομακρυνθείς απ’ την κίνηση, να γουστάρεις την ταχύτητα. Να μείνεις μόνος· εσύ, το αυτοκίνητο, η νύχτα κι η μουσική – κι αυτή όχι απαραίτητα. Ο καθένας άλλωστε λειτουργεί διαφορετικά, τόσο μοναδικά ξεχωριστά.
Όποιος κι αν είσαι, ό,τι κι αν σε απασχολεί, η μαγεία του να οδηγείς μόνος τη νύχτα χωρίς συγκεκριμένο προορισμό, δεν περιγράφεται. Αυτή η οδήγηση, η βόλτα και η γόμα στη θύμηση, είναι το ησυχαστήριο για το «εγώ» σου που σε φέρνει στην απόλυτη ηρεμία και την πολυπόθητη ισορροπία. Βρίσκεις τον τρόπο να ξεφύγεις εύκολα, γρήγορα και χωρίς μεγάλο κόπο. Είναι η ώρα που τα λες με τον εαυτό σου και διεκδικείς την πνευματική σου γαλήνη.
Επιμέλεια Κειμένου Παναγιώτη Κωτσαντή: Πωλίνα Πανέρη