Αγάπη δίχως πείσματα, λένε, δεν έχει νοστιμάδα, κι ίσως να ήταν σωστοί, αν προσδιόριζαν στα πόσα πείσματα νοστιμεύει και στα πόσα δεν τρώγεται.
Το ξέρω πως σ’ αρέσουν τα δύσκολα. Τα δύσκολα φέρνουν, άλλωστε και τα καλύτερα αποτελέσματα και μπράβο σου που το κατάλαβες νωρίς και δεν έχασες χρόνο. Τι να την κάνεις, βρε παιδί μου, την αγάπη την άνοστη; Βαλ’ της εκεί ό,τι μπαχαρικό βρεις στο ντουλάπι, να το ευχαριστηθείς!
Μα κάπου βάλε και ένα στοπ, ναι; Γιατί, μη γελιέσαι, άνθρωπος είσαι, όχι θεός. Που, εδώ που τα λέμε, κι οι θεοί έχουν όρια, κι οι θεοί ξεσπάνε όταν τα ξεπερνάνε. Για ρίξε μια ματιά στο δωδεκάθεο να πάρεις μια ιδέα. Αν όταν μας κακοφέρονται περνάμε καλύτερα, η Ήρα θα ‘πρεπε να αυτοαποκαλείται η πιο τυχερή γυναίκα στον κόσμο.
Και σε ρωτάω τώρα εγώ, με το ταπεινό μου το μυαλό, γιατί δε σηκώνεσαι να φύγεις; Βλέπεις πως εσύ ζήτησες πείσματα και το σύμπαν σου έφερε Γολγοθά. Και τσακωμούς και φωνές κι απιστίες και ψέματα και λάθη μεγαλόπρεπα κι εμπόδια ανυπέρβλητα. Μα εσύ ακόμα εκεί, καλά τα πας, συνέχισε έτσι. Σίγουρα έχεις βρει την ευτυχία! Δε με νοιάζει τι μου δείχνεις. Τι σημασία έχει που το γκομενάκι είναι αυτό που λέμε goals και μπορείς ελεύθερα να το διαφημίζεις στα σόσιαλ;
Ναι, δε λέω, είναι κι αυτός ο έρωτας που σε θολώνει. Είναι αυτό το βλέμμα που σου ρίχνει όταν έχει κάνει μαλακία, αυτό το φιλί που σου σκάει στο λαιμό για να σε γλυκάνει όταν σε έχει πικράνει, κι εσύ -τι να κάνεις, βρε αδερφέ;- γίνεσαι χαλί να σε πατήσει. Και σε πατάει. Και μετά σηκώνεσαι και τον πνίγεις, γιατί είσαι μαγικό χαλί εσύ, δεν είσαι ό,τι κι ό,τι. Και μετά;
Μετά ζεις το ίδιο σε λούπα μέχρι κάποιος απ’ τους δύο να πάρει τη ριμάδα την απόφαση να φύγει. Ή να αλλάξει. Αλλάζει, όμως, ο άνθρωπος; Μάλλον όχι ιδιαίτερα. Και πες πως είναι όλα μαγικά και αλλάζει πράγματι. Κι αν χειροτερέψει; Σου υπέγραψε το σύμπαν κάνα συμβόλαιο πως θα πάνε όλα προς το καλύτερο αν σκύψεις το κεφάλι και διαιωνίσεις την κατάσταση;
Άμοιρη ψυχή, μην ξεγελαστείς, που λέει και το τραγούδι. Χάπι εντ έχουν μόνο τα παραμύθια, κι αυτό μέχρι εκεί που έγραψε ο συγγραφέας. Παντρεύτηκε η Σταχτοπούτα το πριγκιπόπουλο και όλα καλά. Μετά μας είπε κανείς τι συνέβη; Κι αν τελικά δεν ταίριαζαν; Πού το ξέρουμε εμείς; Αλλά, βέβαια, εμείς πιστεύουμε πως όλα πήγαν καλά, γιατί αν δεν είχαμε και μια φρούδα ελπίδα στην άκρη τι θα κάναμε; Υπογραμμίζω το «φρούδα». Όχι από απαισιοδοξία, από ρεαλισμό.
Ναι, τοξικές σχέσεις υπάρχουν να φαν’ κι οι κότες. Κι όλες οι σχέσεις έχουν προβλήματα, δε θα σου πω ψέματα. Ακόμα και η σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας. Βρε, αν δεν μπορούμε να τα βρούμε εκατό τοις εκατό με τον εαυτό μας, πώς περιμένουμε να τα βρούμε εκατό τοις εκατό με έναν άλλο άνθρωπο, μου λες; Γι’ αυτό σου λέω κι εγώ πως είναι οκ τα πείσματα κι είναι οκ οι κόνξες και είναι οκ τα λάθη. Τι είμαστε να έχουμε το αλάθητο, άλλωστε; Κι όταν αγαπάμε καλό είναι και να συγχωρούμε. Γιατί αν δε συγχωρούμε θα χάσουμε τα πάντα. Ακόμα και τον εαυτό μας.
Αλλά εδώ, φίλε μου καλέ, είναι που βάζουμε όρια. Αυτά τα πολύτιμα, αόρατα, εντελώς νοητά και αδιαμφισβήτητα πολύτιμα εργαλεία που μας βοηθούν να βρισκόμαστε στον ίσιο δρόμο. Τα θέτουμε στον εαυτό μας, τα θέτουμε και στους γύρω μας, και αφήνουμε όλη τη δουλειά πάνω τους. Εμείς το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να τα τηρούμε. Το ίδιο και οι άλλοι. Κι αν τα ξεπεράσουν, ήρθε η ώρα να ξεπεράσουν κι εμάς, γιατί γίναμε καπνός στο άψε σβήσε.
Μόνο έτσι λειτουργούμε, μόνο έτσι θα ‘πρεπε να λειτουργούμε. Γιατί να είμαστε χαλιά κι όχι πίνακες ζωγραφικής; Γιατί να μένουμε στο πάτωμα, λες και είμαστε τίποτα σκουπίδια, και να μη στολίζουμε έναν τοίχο; Αν είμαστε τυχεροί, μπορεί να διακοσμούμε και κάποιο μουσείο. Να πληρώνουν για να μας δουν, να ενθουσιάζονται όταν θα έχουν την ευκαιρία να μας χαζέψουν. Κι αν τους μιλήσουμε κιόλας, εκεί να δεις χαρά! Έχεις ακούσει ποτέ χαλί να μιλάει; Αν ναι, να πας να κοιταχτείς.
Έτσι, λοιπόν, για να καταλήξουμε επιτέλους κάπου, κράτα το εξής: δεν πειράζει να παιδεύεις τον άνθρωπό σου. Δεν πειράζει να σε παιδεύει κι αυτός. Πειράζει όταν η κατάσταση σε ενοχλεί σε σημείο που να μας έχεις πρήξει εμάς τους φίλους σου με τη γκρίνια σου και να κλαις κάθε τόσο με αυτό που ζεις. Και να θυμάσαι πως σε αυτό το σημείο φτάνεις μονάχα όταν δεν έχεις βάλει όρια. Ξέρεις τι να κάνεις από ‘δω και μπρος λοιπόν. Άντε να σε δω.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου