Από τα πρώτα μας διδάγματα στα παραμύθια κι άλλοτε μέσα από «απειλές» των μεγάλων, ο λύκος συνόδευσε τους περισσότερους από εμάς μέχρι και την ενηλικίωση. Ήταν εκείνος που οι περισσότεροι φοβόταν κι ως επί τω πλείστον είχε αναλάβει το ρόλο του «κακού» στα παραμύθια. Ήταν εκείνος που φοβέριζε τους καλούς χαρακτήρες και πάντοτε προσπαθούσε να τους εξουδετερώσει, μα στο τέλος η καλοσύνη ήταν εκείνη που υπερίσχυε κι έτσι ο λύκος κατέληγε στην καλύτερη των περιπτώσεων ηττημένος. Ήταν εκείνος που φοβόμασταν και που ποτέ το μέρος του δεν πήραμε, σε καμία ιστορία. Είναι αυτός που μέχρι και σήμερα, αναφέρεται σε συζητήσεις, όταν θέλουμε να κακοχαρακτηρίσουμε κάποιον.
«Βάλαμε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα» θα σου πουν κι αμέσως θα καταλάβεις πως δεν αναφέρονται σε κάποιο άτομο εμπιστοσύνης, ούτε και σε κάποιο αξιόλογο χαρακτήρα. Κι αν γλυτώσεις «από το στόμα του λύκου», ξέρεις πως είσαι τυχερός γιατί κάτι πολύ κακό επρόκειτο να σου συμβεί. Στο χωριό της Ζουμπουλίας, «όποιος φεύγει από το μαντρί, τον τρώνε οι λύκοι» λένε και μάλλον είναι πιο διαδεδομένη τελικά αυτή η φράση. Δε χρειάζονται φυσικά περαιτέρω εξηγήσεις για το παραπάνω, αφού ευθύς κατανοείς πως μονάχα η ομαδικότητα μπορεί να σε σώσει από τον κίνδυνο του «κακού λύκου».
Τα διδάγματα που πήραμε ωστόσο από τα παραμύθια, ήταν πολλά και το βασικότερο είναι πως μάθαμε ότι το καλό υπερισχύει του κακού. Μάθαμε επίσης, πως πρέπει να αποφεύγουμε τους λύκους στη ζωή μας και σε καμία περίπτωση να μη γίνουμε οι ίδιοι λύκοι. Ξέρουμε πως ο λύκος δεν έχει καλή κατάληξη, παρ’ όλο που χάρη σ’ αυτόν πάτησαν τόσοι και τόσοι συγγραφείς, ώστε να αναδείξουν το συγγραφικό τους ταλέντο και να διατυπώσουν έξυπνα τα παιδικά μηνύματα.
Ίσως μια ψυχολογική προσέγγιση, να θέλει το λύκο ν’ αντιπροσωπεύει τους φόβους και τις ανασφάλειές μας. Παίρνοντας παράδειγμα από την Κοκκινοσκουφίτσα, θα μπορούσαμε να πούμε πως ο λύκος που την παρακολουθεί, είναι η ίδια της η ανασφάλεια που τη συντροφεύει στο μοναχικό της περίπατο. Είναι ο φόβος, που τελικά επιβεβαιώνεται αφού εκείνη πρώτη ασχολείται μαζί του. Το δίδαγμα, επομένως, του παραμυθιού, ίσως να μην είναι αυτό που πιστεύαμε τόσο καιρό. Ίσως το σκηνικό που η Κοκκινοσκουφίτσα έρχεται αντιμέτωπη με το λύκο, να συμβολίζει την αντιμετώπιση των φόβων μας και κυρίως πως όσο ασχολούμαστε μ’ αυτούς, τόσο πιο επικίνδυνοι καταλήγουν να είναι. Αν η Κοκκινοσκουφίτσα είχε αγνοήσει την πρώτη συνάντηση, στο δάσος, με το λύκο, αν δεν του είχε δώσει προσωπικές της πληροφορίες κι αν απλώς τον προσπερνούσε, δε γνωρίζουμε πώς θα κατέληγε η ιστορία.
Επιπλέον, τον βαφτίσαμε «κακό», γνωρίζοντας πάντοτε μονάχα τη μια πλευρά. Δεν ακούσαμε ποτέ τη δική του εκδοχή. Γιατί σε κάθε ιστορία, οι οπτικές που υπάρχουν είναι τόσες όσες και τα πρόσωπα που εμπλέκονται. Έτσι και στα τρία γουρουνάκια και τα εφτά κατσικάκια, ακούσαμε μονάχα την εκδοχή των «θυμάτων». Ο λύκος δεν ερωτήθηκε ποτέ για το πώς αισθανόταν, για ποιο λόγο συμπεριφερόταν με τον συγκεκριμένο τρόπο κι αν χρειαζόταν κάποια βοήθεια.
Επομένως, μπορεί οι πλειονότητα των παιδικών παραμυθιών να μας διδάσκει την καλοσύνη και τη σημασία της, ωστόσο παρουσιάζει τρομακτικά κενά και δημιουργεί λάθος αντιλήψεις για τον τρόπο διαχείρισης των προβληματικών καταστάσεων. Οι λύκοι που θα συναντήσουμε στη ζωή μας είναι πολλοί και είναι σημαντικό να μάθουμε να τους ακούμε. Διότι ο κάθε λύκος, έχει μια ιστορία την οποία ίσως δε μάθαμε ποτέ, όμως αν την ξέραμε θα καταλαβαίναμε πως η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο λύκο και το εκάστοτε θύμα είναι πολύ λεπτή και πως εμείς οι ίδιοι συχνά γινόμαστε οι λύκοι στα μάτια των άλλων, χωρίς να το γνωρίζουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου