Ο Μαρκήσιος Παπακώστας, όπως έχουμε πει και παλαιότερα, είναι πολύ σπουδαίος καλλιτέχνης.
Τερμάτισε την ποίηση στα πέντε, την μουσική στα έξι και προχθές ασχολήθηκε με την γλυπτική και την τερμάτισε και αυτή.
Άλλα δεν ξεχνάει τις υποσχέσεις του και είχε υποσχεθεί να ασχοληθεί με τον κονιόρδο.
Ο «Κονιόρδος» είναι ένα είδος άντρα, το οποίο συναντάται κυρίως στα βόρεια προάστια. Είναι πάντα καλοντυμένος, σοβαρός και στητός, λες και έχει βάλει μια κρεμάστρα στο σακάκι για να είναι σαν εύζωνας στο σύνταγμα.
Τα μαλλιά του είναι τρεις φόρες πιο φτιαγμένα από γκόμενα σε πασαρέλα και έχει ύφος μπλαζέ και σνομπ.
Έχει κοινά στοιχειά με τον κλαρινογαμπρό, άλλα το βασικό του γνώρισμα είναι η μουσική.
Ενώ ο «Άντρακλας» είναι λαϊκό παιδί και ακούει Καρά και Νότη και ο «Κλαρινογαμπρός» ακούει σύγχρονα ποπάκια, ο «Κονιόρδος» κινείται αποκλειστικά σε αυτό το ξέρασμα της Ελληνικής μουσικής που ακούει στο όνομα έντεχνο.
Ας κάνουμε μια μικρή παρένθεση να μιλήσουμε για το έντεχνο.
Έχει βγάλει όντως μερικούς αξιόλογους τραγουδιστές, έχει βγάλει και μερικά αξιόλογα τραγούδια, άλλα στην πλειοψηφία του είναι κλάψα, μιζέρια και θάνατος.
Βασιλιάς του έντεχνου είναι ο Θάνος Μικρούτσικος, που έχει να γράψει διαφορετική μουσική από το ’91 και πρίγκηπας ο Θηβαίος, που έχει τραγουδήσει όλα τα τραγούδια του μπαμπά Μικρούτσικου, τον Άμλετ της Σελήνης, τον Άμλετ της Βροχής, τον Άμλετ της Παντόφλας και τον Άμλετ του Μελ Γκίπσον. Γουστάρει Άμλετ το παιδί.
Σύμβουλος-μάγος του Βασιλιά είναι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και τσοπάνηδες του βασιλείου, ο Μάλαμας και ο Χαρούλης, που κατέβηκαν από τις στάνες στα χωριά τους και το παίζουνε τραγουδιστές, ο ένας κατακλέβοντας τους μουσικούς δρόμους του Ρεμπέτικου, και ο άλλος κρατώντας την ελληνική κρητική μουσική παράδοση, η οποία αποτελείται από το να πίνουμε ρακές και να πυροβολάμε τον κόσμο.
Ειδίκα ο Χαρούλης μοιάζει με γατά που χει πάρει LSD και απορεί ο Μαρκήσιος πώς γίνεται να μη ντρέπεται που είναι κοτζάμ μαντράχαλος και τον φωνάζουνε Χαρούλη.
Αυτοί οι πέντε είναι που ακούει ο κονιόρδος, γιατί –μην τον βλέπετε ομορφόπαιδο και με λεφτά– το παιδί είναι δυστυχισμένο, γιατί είχε ευτυχισμένα παιδικά χρονιά και δεν έχει έμπνευση να γράψει τραγούδια.
Ο κονιόρδος θα πίνει γουλιά-γουλιά την ράκη του στα τσιπουράδικα που έχουν γίνει της μόδας και θα αναστενάζει όταν ακούει την «Κοιλάδα των τεμπών» και τον «Πεχλιβάνη» λες και καταφέρνει να βγάλει κάποιο νόημα, που εμείς οι υπόλοιποι δεν μπορούμε.
Ο κονιόρδος, επίσης, θα ασχολείται και με μια τέχνη.
Μπορεί να κουτσο-παίζει κιθάρα, άλλα θα παίζει μόνο έντεχνα γιατί είναι 4 ακόρντα (5 τα ψαγμένα που έχουνε και ντο μινόρε) και θα ξέρει συνολικά 10 τραγούδια απ’ έξω, ή μπορεί να γράφει ποιήματα, ή διηγήματα.
Πάντως μια φορά με κάποια τέχνη θα ασχολείται. Είναι που η μίζερη του φύση προσπαθεί να βρει διέξοδο.
Αυτό που του δίνει ο Μαρκήσιος του κονιόρδου, είναι ότι είναι χουβαρντάς, γιατί έχει λεφτά.
Το θέμα είναι ότι κερνάει μόνο σε κάτι μαγαζιά που παίζουν την ηλίθια μουσική που ακούει, όποτε τι να τον κάνεις;
Δυστυχώς, σε αντίθεση με τον «Άντρακλα», ο «Κονιόρδος» δεν είναι είδος προς εξαφάνιση.
Δυστυχώς, είναι η εποχή του και αυξάνεται με σταθερό βαθμό, όπως η έμπολα.
Σε αντίθεση με την έμπολα όμως, ο κονιόρδος δεν έχει καμιά απολύτως χρησιμότητα.