«Θα θέλετε όλοι να κλείσετε τους λογαριασμούς σας στο facebook, αλλά δε θα το κάνετε»
Και κάπως έτσι ο Ζούκερμπεργκ δημιούργησε τον μπλε τιτάνα.
Κατά καιρούς όλοι το έχουμε σιχτιρίσει, άλλοι ίσως το έχουν κλείσει για ένα διάστημα, όμως ελάχιστοι είναι αυτοί που πήραν την απόφαση να απέχουν στ’ αλήθεια.
Γιατί, για να είμαστε ειλικρινείς, ακόμη κι αν δε σου αρέσει το facebook, ακόμη κι αν δεν ποστάρεις τίποτα, ακόμα κι αν μπαίνεις πέντε λεπτά την ημέρα, είναι ένα εργαλείο. Για να ενημερώνεσαι πιο γρήγορα ή να μαθαίνεις πρώτος τις εκδηλώσεις της αγαπημένης σου μπάντας. Να βρίσκεις παλιούς γνωστούς ή να φυτέψεις κανένα κουνουπίδι τα μεσημέρια της Κυριακής. Ένας από τους πιο σημαντικούς του όμως, ρόλους είναι για να μαθαίνεις τι κάνει και πότε το έτερον ήμισυ. Είτε το τωρινό, είτε το μελλοντικό, είτε το παρελθοντικό.
Και δεν αναφέρομαι ούτε στα τραγούδια που θα ανεβάσει, ούτε στις φώτο, ούτε στα στάτους του. Αναφέρομαι στο αξιοσέβαστο, στο τίμιο, στο άγιο το τσεκ-ιν.
Παλιά, με το ένα μαγαζί στο χωριό ή τα τέσσερα στην πόλη, έβλεπε ο κολλητός το πρόσωπο κάπου, έτρεχε σε έπαιρνε τηλέφωνο και τσουπ εσύ, έκανες όλως τυχαίως την εμφάνισή σου. Ή τα γυρνούσες όλα κάθε βράδυ με την ελπίδα ότι κάπου θα συναντηθείτε. Τώρα; Τώρα έχουμε τα τσεκ ιν. Βγαίνει ο άλλος ή η άλλη και πριν καν παραγγείλει, φροντίζει πρώτα να μας ενημερώσει ότι ετοιμάζεται να πιει δηλητηριώδεις χημικές ουσίες σε κάποιο μπαρ, φίλινγκ ταυτόχρονα festive μαζί με άλλους 4 νοματαίους.
Και καθώς σκρολάρεις εσύ αμέριμνα το newsfeed σου, βλέπεις την πολυπόθητη δημοσίευση. Και κάπως έτσι οι άνθρωποι, εν έτει 2016, έρχονται κοντά. Πλένεσαι, ντύνεσαι, φτιάχνεσαι, αγγαρεύεις και δυο καλούς φίλους και πρόσω ολοταχώς.
Βέβαια επειδή αυτός που έκανε το τσεκ ιν ούτε ηλίθιος είναι για να πιστέψει ότι απ’ όλα τα περίπου 158 πέριξ μαγαζιά, εσύ διάλεξες το συγκεκριμένο για να πιεις το ποτό σου, μισή ώρα μετά τη δική του κοινοποίηση παρουσίας, αλλά ούτε και αθώος αφού το έκανε ακριβώς με σκοπό να πας. Βασικά δεν έχεις κάποιο λόγο να ντρέπεσαι ή να αισθάνεσαι περίεργα. Εκτός κι αν είσαι κάποιος ψυχασθενής stalker που στήνει παραγάδι κάθε βράδυ για να κατασκοπεύσει τον έρωτά του. Ή εκτός αν για άλλον πήγαινε το ποστ και εμφανίστηκες εσύ από το πουθενά, όπου εδώ μιλάμε για την ύψιστη μορφή ήττας. Όμως τότε και πάλι έχεις πάντα το άλλοθι της τύχης στο τσεπάκι σου.
Εφόσον όμως επέλεξες να ενδώσεις στο γαϊτανάκι των σόσιαλ, τσιμπώντας το δόλωμα που σου έριξε το πρόσωπο, το ζήτημα είναι να φερθείς άμεσα, ακομπλεξάριστα και με χιούμορ. Προσωπικά πιστεύω ότι η ειλικρίνεια είναι κάτι που πάντα θα κερδίζει έδαφος. Άρα ένα γελαστό κι ευθύ «είδα τσεκ ιν και μπήκα» μπορεί να λειτουργήσει πολύ πιο θετικά απ’ ότι ίσως θα περίμενες. Τι πιο ελκυστικό από κάποιον που ξέρει τι θέλει και το διεκδικεί; Εκείνος που δε φοβάται να δείξει ποιο είναι ακριβώς αυτό που θέλει.
Ναι, ίσως δεν είναι και ό,τι πιο θαρραλέο το να περιμένεις ένα τσεκ ιν για να προσεγγίσεις για πρώτη φορά ή και ξανά αυτόν που θες. Όμως, υπάρχουν πολλοί λόγοι που κάποιος προτιμά αυτόν τον πλάγιο τρόπο προσέγγισης απ’ ότι τον πιο άμεσο. Η μηδαμινή προϋπάρχουσα κοινωνική σας επαφή, η αδυναμία σου να εκφραστείς μέσα από έναν υπολογιστή, ένας χωρισμός ή ένας πρόσφατος καβγάς σας, για παράδειγμα. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάς, ότι είσαι πολλά περισσότερα από ένα προφίλ στο facebook. Και αυτή είναι η ευκαιρία σου να το αποδείξεις. Γιατί εφόσον ξεκουνήθηκες και τόλμησες, αυτές οι επόμενες κοινές σας στιγμές είναι που θα καθορίσουν την εξέλιξή σας και όχι το πώς βρεθήκατε στον ίδιο χώρο.
Κάπου εδώ ασφαλώς, θα πεταχτούν μερικοί φωστήρες και θα πουν ότι ο κόσμος δεν ξέρει πια να φλερτάρει ή να ζει. Παραβλέπουν όμως ότι αν το facebook χρησιμοποιηθεί ως πηγή πληροφορίας ώστε να συναντηθείτε, είναι ακριβώς το ίδιο με το τηλέφωνο από το περίπτερο που έκανε κάποιος φίλος το 1965. Είναι άλλο να κρέμεται η ζωή σου από αυτό, άλλο το να μιλάς μόνο σε μπλε κουτάκια και να ζεις μέσα από κόκκινους αριθμούς και είναι άλλο το να επωφεληθείς από μία «τυχαία» συνάντηση, προϊόν μίας φεισμπουκικής πληροφόρησης, η οποία μάλιστα προσφέρθηκε από το ένα μέρος. Αυτό δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
Γι’ αυτό, την επόμενη φορά που θα πέσεις πάνω στο τσεκ ιν που περίμενες, ξεπέρνα τον κόμπο στο στομάχι, πάλεψε με την εφίδρωση που σε κατέκλυσε, κατάπιε και πήγαινε. Γιατί, ακόμα και να χάσεις, θα κερδίσεις πολύ περισσότερα απ’ το να έμενες με τα «τι θα γινόταν, αν» σου παραμάσχαλα τις βραδιές πριν κοιμηθείς.
Τα «αν» είναι πολύ καλά για να τα κάνει ταινίες ο Παπακαλιάτης, όχι όμως για να χτίζουμε τις ζωές μας, πάνω τους.
Επιμέλεια Κειμένου Αγγελικής Κοντογιαννάτου: Σοφία Καλπαζίδου