Εντάξει, ας μιλήσουμε ανοιχτά, μεταξύ μας είμαστε. Ποιος από μας δεν το έχει παίξει άρρωστος για ν’ αποφύγει μια οποιαδήποτε δυσάρεστη ή βαρετή υποχρέωση; Κι όποιος πει «εγώ, ποτέ!» ψεύδεται ασυστόλως καθώς τη δικαιολογία «Δεν αισθάνομαι πολύ καλά, μωρέ» όλοι μας λίγο-πολύ κάτω απ’ τη γλώσσα την έχουμε.
Η συγκεκριμένη δικαιολογία ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ήδη απ’ τα παιδικά μας χρόνια. Τύχαινε πάντοτε –κατά ένα μαγικό τρόπο– μια μέρα πριν από κάποιο δύσκολο διαγώνισμα, να μας πονάει η κοιλιά μας. Σηκωνόμασταν το πρωί και με ύφος οσιομάρτυρα διπλωνόμασταν με απίστευτο υποκριτικό ταλέντο στα δύο, μπας και καταφέρουμε να πείσουμε τη μαμά να μας κρατήσει στο σπίτι. Καμιά φορά υποκρινόμασταν παράλληλα έναν πονοκέφαλο ή και κανέναν πονόλαιμο, ώστε να εντείνουμε τη δραματικότητα της κατάστασής μας
Η μαμά στο μεταξύ μπορεί να μην είχε πειστεί στο εκατό τοις εκατό, αλλά ποια μανούλα ρισκάρει να στείλει το παιδί της στο σχολείο όταν είναι αδιάθετο; Κι αν χειροτερέψει; Ας κάτσει καλύτερα στο σπίτι να φυλαχτεί. Και για τις πιο δύσπιστες μαμάδες, υπήρχε πάντα και το κόλπο με το τρίψιμο του θερμόμετρου στην κουβέρτα. Γιατί ποιος μπορεί ν’ αμφισβητήσει την εγκυρότητα της ένδειξης ενός θερμόμετρου; Και κάπως έτσι γλιτώναμε το διαγώνισμα μαζί με το ούτως ή άλλως ανιαρό εφτάωρο κι είχαμε την ευκαιρία ν’ αράξουμε όλη τη μέρα στον καναπέ βλέποντας παιδικά, με μοναδική συνέπεια κάνα δυο ντεπόν για να πέσει ο υποτιθέμενος πυρετός.
Μεγαλώνοντας συνηθίζουμε ακόμα να προτιμάμε τα ήδη δοκιμασμένα κόλπα, όταν ερχόμαστε σε τέτοιου είδους αδιέξοδα. Ξυπνάς με φοβερό χανγκόβερ και μέσα στη ζάλη σου συνειδητοποιείς ότι θα έπρεπε ήδη να βρίσκεσαι στο δρόμο για τη δουλειά. Έλα όμως που μετά τη χθεσινή κραιπάλη δεν μπορείς να πάρεις τα πόδια σου ούτε για να πας μέχρι την κουζίνα να φτιάξεις καφέ. Χωρίς να το σκεφτείς ιδιαίτερα αρπάζεις το κινητό απ’ το κομοδίνο και τηλεφωνείς στο γραφείο να ενημερώσεις ότι μάλλον έχεις κολλήσει εκείνη τη γρίπη που θερίζει κόσμο και κοσμάκη και σ’ έχει καθηλώσει στο κρεβάτι.
Κι επειδή το αφεντικό ούτε το ρίσκο θα πάρει να διαπραγματευτεί θέματα υγείας, αλλά ούτε γουστάρει να πας εκεί, να τους κολλήσεις όλους και να το κλείσετε εντελώς το μαγαζάκι, θα σου ευχηθεί περαστικά και θα κλείσει βιαστικά το τηλέφωνο, λες κι υπάρχει κίνδυνος να του μεταδώσεις το μικρόβιο εξ αποστάσεως. Εσύ απλά γυρνάς απ’ την άλλη, συνεχίζεις ατάραχος τον ύπνο σου μέχρι το μεσημέρι, οπότε και θα ξυπνήσεις να πας για καφέ με τα ρεμάλια για να συζητήσετε τα χθεσινοβραδινά, έχοντας πάντοτε το νου σου μην περάσει έξω απ’ την καφετέρια το αφεντικό σου.
Μετά είναι και κάτι άλλα πρωινά που ξυπνάς και βλέπεις το έτερον ήμισυ να κοιμάται δίπλα σου και δε σου πάει η καρδιά να σηκωθείς από τώρα. Κάθεσαι και το χαζεύεις για λίγο μέχρι που ανοίγει τα μάτια και σε κοιτάει πονηρά και ναζιάρικα και κάπου εκεί ξέρεις στα σίγουρα πως δεν πρόκειται να εγκαταλείψετε σύντομα το κρεβάτι. Οι άγριες διαθέσεις παίρνουν την πρωτοβουλία και προτού καλά-καλά να το καταλάβεις έχεις ακυρώσει σχολή, δουλειά κι οτιδήποτε είχες να κάνεις εκείνο το πρωί.
Με ποια πρόφαση; Είσαι άρρωστος, φυσικά! Η πρώτη δικαιολογία που έρχεται στο μυαλό όλων μας και ταυτόχρονα η καλύτερη, γιατί μπορεί μεν να μην ακούγεται πάντα τόσο πειστική, αλλά ξέρεις ότι κανείς ποτέ δεν πρόκειται να την αμφισβητήσει. Γιατί η υγεία, φίλε μου, δεν είναι παίξε-γέλασε.
Πρόκειται για μια δικαιολογία που λειτουργεί σε όλες τις περιπτώσεις, ακόμα κι όταν έχεις κανονίσει κάποια έξοδο ή έχεις κάποια κοινωνική υποχρέωση και βαριέσαι θανάσιμα να πας. Ξέρεις ότι θα βγείτε και θα είναι κι εκείνη η τύπισσα που δεν τη χωνεύεις στο ελάχιστο ή σ’ ενημερώνουν ότι αποφάσισε να έρθει και το γκομενάκι που λίγες μέρες πριν σου έριξε χυλόπιτα και δεν έχεις καμία όρεξη να το υποστείς αυτό όλο το βράδυ. Σ’ έχουν καλέσει σ’ ένα πάρτι που δεν ξέρεις κανέναν πέραν του οικοδεσπότη κι η ιδέα και μόνο σε ξενερώνει.
Παίρνεις, λοιπόν, το φιλαράκι σου τηλέφωνο, αλλοιώνεις και λίγο τη φωνή ώστε να μοιάζει βραχνιασμένη κι ανακοινώνεις ότι έχεις τα χάλια σου και σχεδόν αργοπεθαίνεις. Το φιλαράκι, βέβαια, αναστατώνεται και προθυμοποιείται να περάσει απ’ το σπίτι να σε δει κι εσύ σπεύδεις να διαβεβαιώσεις ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Δεν ξεχνάς να επισημάνεις πόσο λυπάσαι που θα χάσεις την έξοδο, τους εύχεσαι να περάσουν τέλεια και περνάς ένα υπέροχο βράδυ στον καναπέ με νάτσος και Game of Thrones.
Γι’ αυτό, λοιπόν, μην υποτιμάς, αλλά ούτε και να κατακρίνεις τη συγκεκριμένη δικαιολογία, γιατί έχει τεράστια δύναμη. Σε βγάζει μ’ έναν τρόπο πολύ άμεσο κι ανώδυνο απ’ τη δύσκολη θέση να κάνεις κάτι που δε θέλεις και ν’ αποφύγεις καταστάσεις που εκείνη τη στιγμή δεν είσαι σε φάση ν’ αντιμετωπίσεις. Παρ’ όλα αυτά καλό θα ήταν να μη γίνεται και κατάχρησή της, διότι κάποια στιγμή θα κρυολογήσεις στ’ αλήθεια και τότε δε θα μπορέσεις να πείσεις κανέναν να έρθει να σου φέρει ένα πιάτο κοτόσουπα κι ένα κουτί καραμελίτσες για το λαιμό.
Επιμέλεια Κειμένου Δάφνης Μαυρίδου: Πωλίνα Πανέρη