Δεισιδαιμονίες ενός παρελθόντος που μας κληρονόμησαν οι πρόγονοι μας ή πραγματκότητα;

Όπως και να ‘χει οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, διαχωρίζουν ανθρώπους, σχέσεις, λαούς, έθνη. Κάτι, που θα έπρεπε να μας ενώνει, έχουμε καταφέρει να μας χωρίζει.

Και αν ακόμα κάποιες φορές μέσα από το φανατισμό μας συνδεόμαστε, με ανθρώπους που προσκυνούν τον ίδιο Θεο, στην ουσία χωριζόμαστε με όλους τους υπόλοιπους που προσκυνούν κάποιον άλλο.

Υπάρχουν καταγεγραμμένες περίπου 4.500 διαφορετικές θρησκείες και δόγματα.

Πολλοί μιλάνε για προσηλυτισμό. Αναρωτιέμαι, υπάρχει μεγαλύτερος προσηλυτισμός από αυτόν που ασκούν οι γονείς στα παιδιά τους;

Γύρω στα επτά ήταν τότε η Μελίτα. Δημοτικό ακόμα και όλοι γνώριζαν ότι ήταν διαφορετική. Το γνώριζε και η ίδια. Την αιτία, δεν την είχε καταλάβει.

Οι συμμαθητές αλλά και οι γονείς της, έλεγαν, πώς είναι «Μάρτυρας του Ιεχωβά».

Για να το λέγαν, έτσι θα ήταν, σκεφτόταν. Το τι σήμαινε βέβαια αυτό, δεν το πολυκαταλάβαινε ούτε εκείνοι, ούτε οι συνομήλικοι της. Μικρή σημασία είχε ωστόσο. Παρέμενε το περιθώριο.

Στη διπλανή πολυκατοικία ζούσαν το δικό τους θρησκευτικό δράμα.

Σε μια οικογενειακή συνάντηση έπεσε σαν πυρηνική βόμβα το νέο.

Η κόρη της θείας Λούλας είχε σχέση με έναν Μουσουλμάνο από το Μαρόκο.

Καταστροφικός συνδυασμός! Το σοκ για την οικογένεια μεγάλο. Μόνιμη συζήτηση στα πηγαδάκια για καιρό. «Δεν οδηγεί πουθενά», έλεγε ο περίγυρος, «χαντακώθηκε το κορίτσι».

Με τα πολλά η πλύση εγκεφάλου έπιασε. Ο έρωτας έμεινε στη μέση, χωρίς πολλές εξηγήσεις. Ο Οζμάν υπέφερε και επέστρεψε πληγωμένος στην πατρίδα του.

Αλλά ποιος κόπτεται, το συγγενολόι να ‘ναι καλά.

Τι και αν εσύ φοράς μπούρκα και προσκυνάς το Κοράνι, τι και αν ο άλλος προσκυνά την Καινή Διαθήκη και κάποιος άλλος τον Βούδα ή τους Θεούς του Ολύμπου; 

Είμαστε όλοι ίδιοι κι ας θέλουμε να νομίζουμε οτι είμαστε διαφορετικοί.

Τον χαρακτήρα μας, τον ορίζει η θρησκευτική μας ταυτότητα τελικά;

Γυμνοί δε γεννηθήκαμε όλοι; Γυμνοί κι από μανδύες,γυμνοί κι από «πιστεύω».

Οι προκαταλήψεις μας έντυσαν, μας διέσπασαν, μας γέμισαν κακία κι εγωισμό.

«Θα ζήσω μαζί σου», είπε και το τήρησε, ένα ζευγάρι στην άλλη άκρη της Αθήνας.

Δεν τους χώρισε ούτε ο δικός της Εβραϊσμός, ούτε ο σταυρός που εκείνος είχε κρεμασμένο στο λαιμό του. Δεν κόμπιασαν καν στην απορία, για το πού θα κατεύθυναν το παιδί τους να πιστέψει.

Του άφησαν ελεύθερη βούληση. Να επιλέξει εκείνο. 

Εκείνη βαπτίστηκε στα 33 της. Όρος απαράβατος από την αρχή της γνωριμίας τους. Η οικογένειά του, δεν άφηνε και πολλά περιθώρια κι εκείνη ήθελε να τον παντρευτεί πατροπαράδοτα. Να τον αισθανθεί δικό της.

Η αγάπη τους ήταν πάνω από Θεούς και δαίμονες.

Ίσως και γι’αυτό να άντεξε και ν’αντέχει ακόμα.

Συντάκτης: Πέννυ Πηττά