Έχεις αισθανθεί το σώμα σου να κατακλύζεται από εμμονές και συναισθήματα που δεν μπορείς να ελέγξεις; Μια τεράστια εσωτερική δύναμη να ορίζει τα «θέλω» σου και όλο σου το κορμί, μυαλό και καρδιά, απλά να υπακούει στο εσωτερικό αυτό κάλεσμα; Έχεις νιώσει ποτέ πώς είναι να κερδίζεις σε ένα εγκεφαλικό παιχνίδι χωρίς κανόνες, χωρίς όρια, με μοναδικό στόχο τον πλήρη έλεγχο του αντιπάλου; Και δεν αναφέρομαι στον σωματικό έλεγχο. Εκεί αγάπη μου, όλα είναι αρκετά εύκολα. Αφόπλισε τον αντίπαλο ελέγχοντας πρώτα το μυαλό του. Ένα παιχνίδι που λίγοι θα μπορούσαν να παίξουν και λιγότεροι ακόμα να κερδίσουν.
Αρχικά, ο ψυχολογικός κόσμος του ανθρώπου είναι μια εγκυκλοπαίδεια τεράστια γεμάτη μυστικά. Ευμετάβλητος και εύθραυστος. Τρομερά ελκυστικός όμως. Και υπάρχει κι εκείνος ο άνθρωπος που όταν συνδέεται συναισθηματικά με κάποιον χάνει τον έλεγχο τον συναισθημάτων του, αυτοσυγκράτηση καμιά. Η αγάπη του και ο έρωτας του, περίεργα συναισθήματα μπλεγμένα σε ένα κουβάρι σκοταδιού και σαδισμού. Κάποιος θα έλεγε πως αυτό δεν είναι αγάπη. Εγώ θα πω πως η αγάπη είναι υποκειμενική για αυτό ο καθένας την εκφράζει όπως την αισθάνεται.
Για να γίνω κατανοητή, λοιπόν, μπορεί και εσύ να έχεις γνωρίσει κάποιον που λατρεύει να παίζει με την ψυχολογία του άλλου. Εκεί που γελάς, όλα όμορφα τριγύρω σου, πετάει μια βόμβα για να σε νευριάσει και τώρα γελάει εκείνος. Μόνο και μόνο για να δει πως αλλάζει το πρόσωπό σου όταν θυμώνεις. Μαγεμένος ίσως από τη δύναμη που ρέει στο αίμα του κάνοντας πράξη τις σκέψεις του. Δεν είναι πως δε σε αγαπάει. Δεν είναι πως θέλει το κακό σου. Αντιθέτως, τα συναισθήματά του για εσένα είναι τόσο ισχυρά που όλα εντείνονται, αυξάνοντας έτσι κάθε του σκέψη. Μπορείς να τον αποκαλέσεις και λίγο διεστραμμένο. Δεν τον πειράζει, το γνωρίζει ήδη αυτό.
Μην το πάρεις προσωπικά, δεν έχει να κάνει με εσένα όταν σε βλέπει να κλαις κι ένα μικρό πονηρό χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπό του. Δε χαίρεται με τη λύπη σου. Ούτε όταν σου πει μια ατάκα που ίσως σε στεναχωρήσει, τον δεις να σηκώνει το ανάστημα του και το βλέμμα του να γεμίζει υπερηφάνεια. Είναι απλά αυτή η ένταση στο σώμα σου κάθε φορά που καταφέρνει με μια κουβέντα να σε κάνει να αλλάξεις χίλια χρώματα, είναι το τρέμουλο στη φωνή σου όταν τα δάκρυα χύνονται στο μαξιλάρι σου που τον εξιτάρουν. Και όλα αυτά όχι επειδή εσύ υποφέρεις.
Και αν ρωτήσεις έναν τέτοιο άνθρωπο γιατί το βλέμμα του είναι συννεφιασμένο, δε θα σου απαντήσει. Δε θα παραδώσει ποτέ τόσο εύκολα τον εαυτό του, δε θα κρεμάσει τόσο ψυχρά το μεγαλείο της προσωπικότητάς του στο σταυρό για μια ερώτηση. Θα χαμογελάσει και πετώντας μια πικρόχολη ατάκα, γνωρίζοντας μεν τα κουμπιά σου ή απλά ποντάροντας εκείνη τη στιγμή στο ενδιαφέρον σου, θα κάνει το δικό σου βλέμμα συννεφιασμένο ώστε να σου κάνει ο ίδιος την ερώτηση που τόλμησες να κάνεις εσύ προηγουμένως.
Ναι, είναι κυνικός και ψυχρός άνθρωπος. Και ναι, αν μπλέξεις μαζί του, θα παίζει με τη ψυχολογία σου διαρκώς, μια κρύο μια ζέστη. Ίσως από βαρεμάρα, ίσως για πλάκα, ίσως για να σε κάνει να νοιαστείς με τον δικό του παράδοξο τρόπο. Αλλά θα σ’ αγαπάει και θα σου το δείχνει πάντα έτσι, αλλόκοτα. Και αν κάνεις την παραμικρή κίνηση να τον πληγώσεις, ψάξε τρύπα να κρυφτείς. Και μόνο στην υπόνοια πως τον πληγώνεις, θεριεύει μέσα του μια μανία τόσο δυνατή που ούτε οι κουβέντες σου, ούτε η αγκαλιές σου καθησυχάζουν. Και το παιχνίδι του γίνεται πιο τακτικό.
Τελικά, όταν εσύ, από την άλλη μεριά, αρχίσεις να φτάνεις στα όρια σου, ξαφνικά όλα σταματάνε. Η καταιγίδα κοπάζει. Και νομίζεις πως είναι όλα καλά. Πως τελικά κατάφερες να δαμάσεις το θηρίο. Ξεχνάς όμως, πως ακόμη και σε αυτό παίζει με την ψυχολογία σου. Κάνει πειράματα πάνω στην υπομονή και τις αντοχές σου. Και σαν καλός επιστήμονας, σε κρατά ζωντανό, δε σε αφήνει να χαθείς, ξέρει ακριβώς πότε να σταματήσει.
Οι άνθρωποι είμαστε περίεργα όντα. Γεμάτοι σκουριασμένα γρανάζια και γρατσουνιές. Ουδείς αναμάρτητος. Καθένας με μια ή περισσότερες ατέλειες. Το τέλειο άλλωστε κουράζει. Ίσως πριν κρίνεις αυτόν που φαντάζει στα μάτια σου παράξενος επειδή είναι πιο σκοτεινός ή πιο χαρούμενος, πιο κοινωνικός ή πιο μοναχικός από εσένα, να ελέγξεις σε ποια κανονικότητα έβαλες τον εαυτό σου. Γιατί στην τελική δεν υπάρχει φυσιολογικό, υπάρχει απλά το συνηθισμένο.
Επιμέλεια Κειμένου: Κατερίνα Κεχαγιά