Σ’ ένα πρόσφατο άρθρο της η Έλενας Ακρίτα σχολιάζοντας το σύμφωνο συμβίωσης των ομοφυλόφιλων ζευγαριών κι όλα τα παραλειπόμενά του είπε μεταξύ άλλων: «Μα έρωτας δεν είναι το κρεβάτι, ρε μαλάκα, δεν είναι η κλειστή πόρτα. Είναι η κοινή ζωή, η έκφραση έξω, είναι οι κοινοί φίλοι.»
Μια φράση που τα λέει όλα. Μια φράση που ισχύει όχι μόνο για τα ομόφυλα ζευγάρια αλλά και για ετερόφυλα. Ο έρωτας, έτσι κι αλλιώς, δεν τα λογαριάζει αυτά.
Όταν μιλάμε για έρωτα, δε μιλάμε για ένα συναίσθημα που χτυπάει συγκεκριμένους ανθρώπους, σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, σ’ ένα ξεχωριστό μέρος αυτού του κόσμου.
Αυτό το αίσθημα δε λογαριάζει χρώμα, βάρος, θρησκεία, δόγμα, ύψος, πολιτικές πεποιθήσεις, οικογενειακές διαμάχες, κοινωνική θέση. Ο έρωτας χτυπάει αλύπητα όποιον, όπως κι όποτε θέλει. Απρόβλεπτος, ανατρεπτικός, ανελέητος, αμείλικτος και πολλά ακόμη επίθετα. Αυτός είναι.
Σ’ ένα κρεβάτι, σ’ ένα καναπέ, στο πάτωμα κι όπου αλλού ο έρωτας απλά εκτονώνεται. Δεν είναι το κρεβάτι που κάνει τους ανθρώπους ξεχωριστούς. Εκεί καθένας κάνει ό, τι νομίζει, όπως άλλωστε, κάνει κι οποιαδήποτε άλλη πράξη εκτός της ερωτικής. Όταν η πόρτα κλείνει και μένουν μέσα απ’ αυτή δύο άνθρωποι το τι κάνουν και τι όχι δεν αφορά κανέναν.
Είναι σαν να λέμε, να κρίνουμε ένα άτομο επειδή του αρέσει να κοιμάται μπρούμυτα ή γιατί τρώει το μεσημεριανό του στον καναπέ κι όχι στο τραπέζι. Αφορά κανέναν; Κανέναν.
Η πόρτα κλείνει και μαζί θα ‘πρεπε να κλείνουν και τα έξω στόματα εφόσον η συμπεριφορά κι η στάση των ανθρώπων που ζουν μέσα σ’ αυτήν, όταν ανοίγει δεν προσβάλλει και δεν προκαλεί άλλους.
Ο έρωτας βρίσκει την καλύτερή του έκφραση πέρα από τις κλειστές πόρτες και τα ιδρωμένα σεντόνια. Ο ερωτευμένος άνθρωπος είναι ο πιο ευτυχισμένος του κόσμου, η ζωντάνια που του δίνει τον κάνει την καλύτερη παρέα, μοιράζει το γέλιο του απλόχερα και θεωρεί πως όλος ο κόσμος του ανήκει για να μπορέσει να τον κάνει καλύτερο.
Ένα ερωτευμένο ζευγάρι έχει κάθε νόμιμο δικαίωμα να ζήσει αυτό το αίσθημά του όπως επιθυμεί. Είτε αυτό λέγεται γάμος, είτε συμβόλαιο, σύμφωνο, είτε απλή συμβίωση. Όταν δεν μπορεί κανείς να εκφράσει τον έρωτά του όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, πνίγεται. Θέλει να λέει συνεχώς τα κατορθώματα του ανθρώπου του, πού βγήκανε, τι φάγανε, τι δώρο θα πάρει στις γιορτές.
«Αχ, ξέρεις τι μου κάνει όταν αργώ να γυρίσω;», «τις προάλλες πήγαμε σ’ ένα πολύ ωραίο εστιατόριο.», «σε μια βδομάδα έχει γενέθλια και θέλω να κάνω το καλύτερο πάρτι που είχε ποτέ», «δες αυτή τη φωτογραφία μας, δεν είναι τέλεια;»
Αν δεν έχει την πολυτέλεια να διατυμπανίζει αυτές κι άλλες παρόμοιες εκφράσεις στον κοινωνικό του περίγυρο, ο άνθρωπος ασφυκτιά.
Τ’ άτομα που ζουν κι υπάρχουν μέσα σε παράνομους, ανομολόγητους, κρυφούς έρωτες κουβαλούν μια μικρή ή μια μεγάλη δυστυχία. Έχουν τόσα να πουν και δεν μπορούν ή δεν τους αφήνουν ή δεν πρέπει.
Τελικά μ’ αυτά και με ‘κείνα ένα συμπέρασμα έχω βγάλει. Η έλλειψη του έρωτα κι οι άνθρωποι που τον έχουν ξεχάσει είναι αυτά που δημιουργούν τιποτένια προβλήματα και μας απομακρύνουν απ’ τα υπαρκτά.
Επιμέλεια Κειμένου Σταυρούλας Φωτιάδου: Πωλίνα Πανέρη