Η μεγαλύτερη επιτυχία στη ζωή μας είναι να μπορούμε στο τέλος να βγαίνουμε ζωντανοί απ’ όλα. Κι όταν λέω ζωντανοί, εννοώ έτοιμοι να συνεχίσουμε ακριβώς από ‘κει που τα αφήσαμε, όσο βουνό κι αν είναι.
Εκεί που βρίσκεις όλα σου τα συναισθήματα παντός καιρού ικανά να ορμήσουν για να σε βγάλουν απ’ το λούκι σου, εκεί βρίσκεται το καμπανάκι που σου δείχνει ότι άρχισες να τα βρίσκεις με τον εαυτό σου.
Ε λοιπόν αυτό. Μια μορφή αναμέτρησης και στυγνής αλλά κι ιδιόμορφης πάλης με όλα όσα νιώθεις είναι και το γράψιμο.
Ανάμεικτα και κάποτε μονομερή συναισθήματα γέρνουν πότε στη χαρά , πότε στη λύπη κι απλώνονται όλα μπροστά σου την ώρα που γράφεις. Η επιλογή στα πιο πάνω γίνεται ανάλογα με τη διάθεσή σου, τις στιγμές που θυμάσαι ως πιο χαραγμένες , ακόμα κι αυτές που θα ήθελες να βιώσεις αλλά στάθηκες άτυχος.
Γράφοντας μπορείς να γελάς, να κλαις χείμαρρους μόνος σου κι όχι μόνο να μη στεναχωριέσαι για την τσαλακωμένη εικόνα σου, αλλά να το γουστάρεις κιόλας τρελά, γιατί αυτό είσαι.
Ακόμα κι εκείνες τις νύχτες που η οθόνη σου γινόταν τόσο θολή απ’ τα δάκρυα, συνέχιζες να γράφεις και στη δεύτερη ανάγνωση, ο ουρανός σου γινότανε ξαφνικά διαμάντι. Λύτρωση λέγεται.
Κι αν όλα αυτά δεν έχουν ένα συγκεκριμένο καλούπι, είναι γιατί δεν μπορείς να πεις ένα ή δυο λόγους σκέτους γιατί ένας άνθρωπος θα μπορούσε να επιλέξει να γράφει.
Τόσα διαφορετικά κεφάλια με τόσα διαφορετικά μυστικά είναι πασιφανές ότι βρίσκουν σάρκα κι οστά στο γράψιμο με μοναδικό τρόπο.
Ιδιαίτερα, όταν είναι μια συνήθεια που υιοθέτησες απ’ τα έξι σου, αντιλαμβάνεσαι ότι είναι κι αυτό μέρος της ζωής σου, ένα κομμάτι σου με το οποίο δε γίνεται να ζήσεις αλλιώς.
Είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση μίας βαθιάς ανάσας σε όσα σε βαραίνουν αλλά κι όσα σε κάνουν να νιώθεις πλήρης.
«Βγάζω το άχτι μου» είναι το πιο χιλιοειπωμένο σενάριο για την εύρεση λύσης στην τόσο ρητορική ερώτηση του γιατί να θέλει να γράψει ένας άνθρωπος και δεν είναι τυχαίο.
Τα χειρόγραφά σου είναι και το πιστό σου καταφύγιο για όσα διστάζεις να πεις με λόγια. Εδώ λοιπόν βρίσκεται η ασφαλέστερη πηγή εξωτερίκευσης της ευτυχίας σου.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που η εσωστρέφεια βρήκε στο γράψιμο τον καλύτερό της σύμμαχο. Γιατί σε μια λευκή κόλλα, σε ένα λευκό αρχικά υπολογιστή , μπορείς χωρίς κόστος να είσαι ο εαυτός σου.
Αυτή η μυστήρια η μοναξιά, η απρόβλεπτη απ’ τη φύση της κι η καταδικασμένη να σε τρώει, βρήκε ένα πολύ ισχυρό αντίπαλο. Λέξεις και φράσεις συνθέτουν εικόνες, παραστάσεις, ταινίες που καθίστανται ο πιο ισχυρός εχθρός της.
Όχι σαν ψευδαίσθηση αλλά ως η πραγματικότηταεκείνη που δεν αφήνεις τον έξω κόσμο σου να δει. Αυτήν την θετική πλευρά που με το γράψιμο καταλαβαίνεις πως τελικά υπάρχει.
Γράφεις, ρωτάς κι απαντάς μόνος σου κι αυτό μόνο στην τρέλα δε σε οδηγεί. Εάν αυτό δε λέγεται μαγεία, τότε τι;
Κι είναι σαν τώρα καλή ώρα, από εκείνες τις στιγμές, τις πολλές το τελευταίο διάστημα που όταν αντιλαμβάνεσαι για το πού γράφεις και σε ποιους απευθύνεσαι, αποκτάς ακόμα ένα κομματάκι δύναμης, ακόμα ένα μικρό χαμόγελο ανεκτίμητης ευγνωμοσύνης. Όλα φαινομενικά μικρά αλλά άκρως ικανά για να σε κάνουν να μη θες ποτέ να σταματήσεις.
Κι όπως σ’ όλες τις παραστάσεις, κάπου εδώ επέρχεται η κορύφωση κι ύστερα η κάθαρση. Είναι στο τέλος που κορυφώνεται το σημείο της αγωνίας σου, της μανίας σου να γράψεις αυτά που θες και να τελειώσεις· όχι γιατί βαριέσαι αλλά γιατί η σκέψη σου έχει φτάσει στο όριο εκείνο που την υπολόγισες όταν ξεκίνησες να γράφεις.
Το γράψιμο είναι ελευθερία κι αν δεν είναι, τότε είναι μια γλυκιά μορφή εγκλωβισμού στην πιο αληθινή εκδοχή του εαυτού μας.
Τόσα πολλά, τόσο αόριστα, αλλά τόσο εσύ.
Γιατί ακριβώς εδώ βρίσκεις την αλήθεια σου, μια αλήθεια που πριν γράψεις, δεν γνώριζες ούτε κι εσύ!