Η σημερινή ηρωίδα είναι γνωστή για την πολυμορφία της. Ανήκει σε μια στερεοτυπική ομάδα, που της έχει προσδώσει συγκεκριμένο ρόλο, ιδιότητες κι υποχρεώσεις.
Όταν αποκλίνει από την εικόνα που της φτιάξανε, μοιάζει με παραφωνία σε μια τέλεια συμφωνική μπάντα. Ορχήστρα στην οποία ήδη ανήκει και κάποιος πρέπει να τη συντονίσει ή δεν ανήκει αλλά την αναζητά έτσι ώστε να ταιριάζει στα γούστα της.
Που να λέει τα τραγούδια με την καρδιά κι όχι βάσει των μουσικών κανόνων.
Που να τη νοιάζει να περάσει όμορφα η ώρα της πρόβας κι όχι το χειροκρότημα ή το βραβείο στο φινάλε.
Οι δικές της αντιπροσωπευτικές επιθυμίες, κλειδωμένες χρόνια σ’ ένα συρτάρι και το κλειδί κάπου στο βυθό κάποιου ωκεανού της λήθης. Τα «πρέπει» τα ‘χει φάει στη μάπα τόσα χρόνια και τα «θέλω» στήσανε πανηγυράκι πάνω απ’ το κεφάλι της. Την περιγελούν μπρος στα μάτια της. Δεν μασάει όμως, ξέρει τι πάει να πει πόνος .
Το μόνο που τη φοβίζει είναι ο χρόνος. Πώς πέρασε τόσο γρήγορα;
Παντρεύτηκε μικρή. Μόλις που ήξερε τι θα πει ο έρωτας. Με απέραντο ενθουσιασμό για τη ζωή που έρχεται αλλά χωρίς συναίσθηση πως ήταν ακόμη παιδί κι ό έρωτας ένα παιχνίδι της ηλικίας της. Σ’ένα χρόνο γίνανε τρεις, το μικρό κορίτσι μεταμορφώθηκε σε γυναίκα και το παραμύθι της, σε ωμή αλήθεια.
Τόσο πολύ μπήκε στο διττό της ρόλο κι αφοσιώθηκε στο να δώσει αγάπη, που λίγο την ένοιαζε αν θα πάρει. Ήτανε μια καθωσπρέπει σύζυγος, που στον ελεύθερο χρόνο της έπρεπε να είναι ερωμένη, αλλά συνάμα και η καλύτερη νοικοκυρά.
Τόσους ρόλους είχε αναλάβει που ξέχασε την ταυτότητά της. Κι ο χρόνος κυλούσε κι όλο πιο πολύ έμοιαζε με μεγάλη γυναίκα παρά με παιδί.
Έτσι ήταν το σωστό.
Ένας μικρός καθημερινός υπερήρωας, τον οποίο όλοι θεωρούσαν ως δεδομένο.
Και πιο πολύ την ένοιαζε η γνώμη του κόσμου. Πριν κάνει οτιδήποτε, σκεφτόταν τι θα πει ο κόσμος γι’αυτή την πράξη. Kι όλο πιο σοβαρή γινότανε, πιο ιερή στα μάτια όλων.
Γιατί ο κόσμος έτσι την ήθελε. Τίποτα δεν της συγχωρούσε.
Έτσι, ο αυθορμητισμός της έδινε τη θέση του στη σοβαρότητα ή ακόμη χειρότερα στη σοβαροφάνεια. Η τρέλα που κουβαλούσε γινόταν συνέπεια και τυπικούρα .
Ενώ η ερωμένη έμοιαζε όλο και περισσότερο με σύζυγο.
Πενήντα τεσσάρων χρονών βρέθηκε με τόσο ελεύθερο χρόνο που δεν ήξερε τι να τον κάνει.
Με την ψυχική εγκατάλειψη της γυναίκας στη Σονάτα του Σεληνόφωτος. Που όμως της έχει απομείνει λίγη ακόμη Άννα Καρένινα, ώστε να διεκδικήσει όσα της έλειψαν, χωρίς να λογαριάζει πια την κατακραυγή του κόσμου.
Μια γυναίκα που αναζητά όλα όσα άφησε τόσο καιρό. Μια γυναίκα που βαρέθηκε να προσαρμόζεται στις προσδοκίες των άλλων.
Θέλει να κάνει λίγο πίσω το χρόνο, να δει τι της έλειψε για να το αναπληρώσει. Δε θυμάται όμως τον τρόπο. Μοιάζει άχαρη, αταίριαστη στο περιβάλλον και στο σώμα της.
Γιατί η ψυχή της είναι ένα πληγωμένο παιδί και τώρα που το δικό της έφτιαξε τη ζωή του κι ο άντρας της αποφάσισε να τραβήξει χωριστά το δρόμο του, αποπροσανατολίστηκε.
Το όνομα της σημερινής πρωταγωνίστριας είναι «μάνα» και θα μπορούσε να είναι η δική μου κι η δική σου.
Αυτή που σε μεγάλωσε θυσιάζοντας τον δικό της εαυτό, πνίγοντάς σε με αγάπη.
Αυτή που σου έμαθε ν’αγαπάς το χάδι και ξέχασε πως είναι να τη χαϊδεύουν.
Αυτή που σε είχε πυξίδα πορείας στη ζωή της, κάνοντας πέρα το «εγώ» της.
Αυτή που κάθε νύχτα θα έρθει στο δωμάτιό σου για να σε σκεπάσει, όσο χρονών και να είσαι.
Αυτή που έμαθε στους λεξικογράφους τι σημαίνει ανιδιοτελής αγάπη.
Αυτή που της φόρεσαν το πέπλο του «πρέπει» ετσιθελικά, γιατί έτσι τη φαντάστηκαν .
Αυτή που βλέπεις να ψάχνει τον εαυτό της και βιάζεσαι να της βάλεις ταμπελάκι.
Αυτή τη μάνα, επειδή την έχεις στο μυαλό σου έτσι όπως σου μάθανε, μην την κατηγορείς. Βγάλε τις παρωπίδες. Όλοι χανόμαστε σε κάποιο σημείο της ζωής μας.
Αν την δεις να ψάχνει τον εαυτό της κάπου εκεί έξω, όταν αδειάσει η καθημερινότητά της και επίκεντρο γίνει ο εαυτός της, μην γίνεις άλλος ένας από αυτούς που σηκώνουν το δάκτυλο. Αυτή είναι η εύκολη λύση.
Από το ίδιο υλικό είναι φτιαγμένη. Το έργο της είναι το παιδί και το σπιτικό της, αλλά ακόμη κι αν έκανε λάθος, ποιός είσαι εσύ που θα το κρίνεις;
Κάθε υπερήρωας έχει αχίλλειο πτέρνα κι αδύναμες στιγμές. Επειδή φαντάζει άτρωτος, δε σημαίνει κιόλας ότι είναι.