Το μήνυμα ήταν απλό και λακωνικό.
«Έχεις θέμα να μου δώσεις, να γράψω;»
Και μου είπε.
Δεν ήταν πως δε μου άρεσε το θέμα της, αλλά βρήκα πιο πολύ ζουμί στη σκέψη που μου προκάλεσε το γεγονός, πως ζητούσα υλικό από την αρχισυντάκτριά μου, εγώ που παλιότερα σημείωνα παντού «να γράψω για το ένα», «να γράψω για το άλλο», σε κινητά, χαρτοπετσέτες και παλάμες.
Η αμέσως επόμενη σκέψη, ήταν κάτι παραπάνω από αυτό, ένα κλικάρισμα μέσα στο μυαλό μου και ένα έργο που έχω πολλάκις στο παρελθόν δει, μαζί με μια ερώτηση που δε μπορώ να την αφήσω πια να είναι ρητορική.
Γιατί όταν ερωτευόμαστε, σχετιζόμαστε, ενθουσιαζόμαστε, στερεύουμε από αυτή την πρώτη ύλη; Την πρώτη ύλη του προβληματισμού πάνω στις σχέσεις. Την πρώτη ύλη του εαυτού μας.
Η Κατερίνα, στο bio της στη σελίδα αυτή, γράφει πως αν δεν κάνει τίποτα από όσα κάνει καθημερινά, τόσο ως χόμπι όσο και ως προς το ζην, γράψιμο, μουσικές, ραδιόφωνα, τότε είναι ερωτευμένη.
Εγώ δεν σκέφτηκα καν να γράψω κάτι τέτοιο, αν και συμπάσχω.
Γιατί, λοιπόν, αυτό το αναπόφευκτο (;) πάγωμα, όταν ερωτευόμαστε;
Κοιτάω το ταβάνι, και προσπαθώ να στύψω το μυαλό μου, εεε, την καρδιά μου εννοώ, ώστε να καταλάβω γιατί ο ερωτευμένος ο άνθρωπος τα βάζει όλα στην άκρη.
Φίλους, χόμπι, διαβάσματα, ό,τι έκανε πριν γνωρίσει «τον άλλον».
Εμείς, οι άνθρωποι, όταν είμαστε δίχως σύντροφο, μηχανευόμαστε τρόπους για να γεμίσουμε τα κενά της μοναξιάς μας.
Όχι, όχι, δεν είναι μόνο αυτό. Δε μπορεί να είναι τόσο απλό. Αυτό είναι ένας μόνο παράγοντας.
Ο άλλος είναι πως όταν είσαι single (πόσο μισώ να τη χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη!), είσαι το 100% του εαυτού σου.
Αυτόν τον εαυτό καλείσαι καθημερινά να διασκεδάζεις και να καλλιεργείς, ώστε να μην σου είσαι τόσο ανυπόφορος.
Με το που γνωρίσεις τον άλλον, παύεις να θεωρείς τον εαυτό σου ανυπόφορο, μιας και κάποιος άλλος σε ερωτεύτηκε, αγάπησε ή συμπάθησε.
Μόλις πάρεις την επιβεβαίωση πως το πας καλά, είσαι κουλ, αστεία, ψαγμένη, τότε αφήνεις αυτό το καθημερινό κυνήγι της αναβάθμισης προσωπικότητας και επαναπαύεσαι.
Γιατί, επιτέλους,βρέθηκε κάποιος να αγαπήσει αυτό που είσαι, επομένως δε χρειάζεται άλλο να προσπαθείς.
Στο So Bright and Delicate, κάποια στιγμή ο John Keats, γράφει στη Fanny Brawne «You have absorbed me».
Δεν ξέρω αν το εννοεί, όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ στον έρωτα, αλλά δε μπορώ να αντισταθώ στη σκέψη της «απορρόφησης» του ενός από τον άλλον.
Μαζί σχεδόν όλες τις ώρες της ημέρας, σε σπίτια, καναπέδες, κινητά, skype.
Μια ανάγκη να κορεστεί κάτι που όσο κι αν προσπαθείς, δε μπορείς να το βιώσεις χωρίς να νιώθεις την επιθυμία, να γίνεις υπερβολικός, ακόμα κι αν η μέρα τελικά αποκτήσει 4800 ώρες, αντί για 24.
Μια τάση πως θα σου φύγει αν δεν τον κρατήσεις, αν δεν τον σφίξεις σε αγκαλιές και λόγια.
Δε θα σου φύγει αυτός. Θα σου φύγει όμως ο άλλος σου εαυτός.
Κινητά σε φίλους που δε σηκώνεις, δικαιολογίες της πλάκας για να μη βγεις, ώστε να βουτηχτείς και σε άλλες αγκαλιές σε στρώματα και σε πατώματα.
Μήπως γινόμαστε υπερβολικοί στην αρχή μιας σχέσης;
Μήπως δε μπορούμε να αποφύγουμε τη γραφικότητα;
Πάντα τα μισούσα αυτά τα ζευγάρια.
Και δε θα πω ψέμματα, δεν έχει υπάρξει ούτε μια φορά στη ζωή μου που δεν έγινα έτσι.
Που δεν γίναμε έτσι.
Το χιλιοπαιγμένο αυτό έργο, δε θέλω να το ξανά δω. Κι όχι γιατί δε μου αρέσει.
Το λατρεύω.
Απλά, έτσι μια φορά, για την αλλαγή, θα ήθελα να αφήσω λιγάκι ανεκπλήρωτη αυτή την ανάγκη που με κάνει τσιμπούρι, να δω που θα με πάει.
Δε θα πάρω είκοσι τηλέφωνα τη μέρα. Θα πάρω επτά.
Δε θα αποφύγω τις φίλες μου, για να πάω βόλτα στη θάλασσα μαζί του.
Άν υπάρχει δυναμική στη σχέση, θα έχουμε άπλετο χρόνο για παραθαλλάσιες βόλτες, αγάπες και λουλούδια. Θα μας δοκιμάσω λίγο. Ναι, από την αρχή.
Συμφωνώ πως δεν είναι καλό, να καταπιέζεις τα συναισθήματά σου.
Αλλά εδώ δε μιλάμε για ατόφιο συναίσθημα, αλλά για μια παρόρμηση, ένα πάθος, που σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά, θ’αφήσει δυο ανθρώπους μόνους. να ψάχνουν πάλι από την αρχή τις «σταθερές» τους.
Τις σταθερές εκείνες που κάποτε, σύρθηκαν από τα πατώματα για να βρουν.
Τις μουσικές εκείνες που άκουγαν στην Πανεπιστημίου περπατώντας μόνοι, κι έλεγαν πως καλή είναι κι έτσι η ζωή, και τα βιβλία εκείνα που διάβαζαν στα λεωφορεία (αντί να κάνουν ζουζουνιές με το έτερον ήμισυ στο τηλέφωνο) και τους έκαναν να νιώθουν πως «καλή μωρέ είναι κι η παρέα του εαυτού μου».
Τους φίλους που έβγαιναν γελώντας, μεθώντας, φιλοσοφώντας, κάνοντάς τους να πιστεύουν ότι η ζωή γεμίζει κι από τέτοιες στιγμές.
Από περιέργεια και μόνο, μια φορά, για πρώτη φορά, θα ήθελα να με δω σε μια σχέση που θα κάνω και τα δικά μου, που θα κρατήσω τη δικιά μου τη ζωή και μαζί με αυτή, θα έχω και μια ζωή μαζί του.
Που στο εξάμηνο πάνω που θα τα έχουμε πει όλα, όταν θα μου πει «πες τίποτα», βαριεστημένος στον καναπέ με το τηλεκοντρόλ ,θα του πω για τις βιτρίνες που χαζέψαμε με τα κορίτσια, για τον περίεργο γέρο στο μετρό, για το βιβλίο που πήρα από την Πολιτεία και που όσο και αν μην τον ενδιαφέρουν, πέρα από το κάτι που θα έχουμε να συζητήσουμε, θα νιώσω κι εγώ μια φορά πως μπόρεσα να τα έχω όλα.
Και φίλους, και χόμπι, και ενδιαφέροντα,πέρα από αυτόν.
Όχι γιατί δεν τον αγαπάω, αλλά γιατί αγαπώ κι εμένα.
Εμένα που με αγάπησε έτσι.
Με τις μουσικές, τα αστεία μου,τ α περίεργα ενδιαφέροντά μου, τις ιστορίες με τις φίλες μου, τις σκέψεις που έκανα χωρίς αυτόν και που μ’έκαναν αυτό που τον «τράβηξε».
Και είμαι σίγουρη πως κι αυτός τότε θα με ερωτευτεί λίγο παραπάνω τη στιγμή εκείνη, γιατί θα δει για ακόμα μια φορά μπροστά του το είδωλο της γυναίκας που ερωτεύτηκε.
Και δε θα απογοητευτεί κανείς μας.
Τον λατρεύω τον έρωτα.
Πιο πολύ από τον έρωτα, λατρεύω τις σχέσεις.
Έφτασα όμως σε μια ηλικία -και δεν εννοώ απαραίτητα τη βιολογική- που αυτό που έγινα, αυτό που είμαι, το αγαπώ όσο θέλω να το αγαπήσει κι ο άλλος.
Ποιο το νόημα, λοιπόν, να χαλάσω την πρώτη ύλη μου;
Ποιο το νόημα, εσένα, που σ’έρωτεύτηκα ανεξάρτητο, με τόσους φίλους, δουλειές, ιστορίες, να σε κάνω ένα με μένα; Ένα μόνο με μένα.
Αν ήθελα κάποιον ίδιο με εμένα, θα έμενα μόνη μου. Το ίδιο ισχύει και για εσένα.
Ας είμαστε οι δυο μας, μα δύο ξεχωριστοί και δύο μαζί. Ταυτόχρονα.
Ισορροπία, φίλοι μου.
Ισορροπία ανάμεσα στον εαυτό που έχεις και σε αυτόν που γίνεσαι μαζί του.
Κράτα αυτό που σε ζέστανε, όταν δεν είχες από πουθενά αλλού να πιαστείς.
Ισορροπία. Εννιά γράμματα, μια έννοια, μια πρόκληση.
Εγώ είμαι μέσα. Εσείς;