Και τι ζητάμε πια; Έναν έρωτα ιδανικό, μια σχέση στιβαρή, μια αγκαλιά θερμή κι ένα φιλί που να ψιθυρίζει πως όλα θα πάνε καλά. Έναν άνθρωπο, να συμπληρώσει το παζλ της ζωής μας. Ένα δειλό «μου αρέσεις», ένα «σ’αγαπώ», που θα στεγνώσει δάκρυα ένα «δέχομαι», που θα σωπάσει όλα τα παράλληλα σύμπαντα, που δεν ευνόησαν για την ύπαρξή σας.
Θέλεις ένα Φθινόπωρο κι εκδρομή στο σουπερμάρκετ. Να τρέχετε μην σας πιάσει η βροχή για να πάρετε εκείνη τη ζέστη σούπα που αποζητούσες. Θέλεις να σε περιμένει έξω από την τάξη σου όταν σχολάτε, γιατί είστε σε διαφορετικό τμήμα και να περπατάτε μέχρι το περίπτερο για να πάρετε χυμό και πατατάκια. Θέλεις να πηγαίνετε μαζί φροντιστήριο και να του λες πόσο βαριέσαι που έχεις δύο ώρες βιολογία και μία έκθεση, ενώ εκείνος έχει μόνο δύο ώρες φυσική. Θέλεις να σε περιμένει όταν γυρίζεις από τη δουλειά και να σου έχει έτοιμο φαγητό ή να περιμένει κάτι που έφερες απʼ έξω. Ο ήχος της βροχής, θα συνοδεύει το χορό σας ή θα προμηνύει μια γνωριμία την ώρα, που ψάχνεις το εισιτήριό σου κι ο οδηγός του λεωφορείου σε διαολοστέλνει.
Θέλεις ένα Χειμώνα γιορτινό, λαμπερό και αγνό. Να πηγαίνετε μαζί να ψωνίζετε στολίδια για το δέντρο και δώρα για τους αγαπημένους σας. Θέλεις να είναι το κρυφό δώρο, που βρήκες κάτω από το θρανίο σου, που σαν αγχολυτικό σε βοηθάει σε εκείνο το διαγώνισμα, που δε λέει να τελειώσει. Θέλεις να είναι το ταίρι σου όταν πάτε για κάλαντα, ακόμα κι αν είναι η τελευταία φορά γιατί μεγαλώσατε πια. Θέλεις να είναι το φιλαράκι που θα πάτε για καφέ νωρίς το απόγευμα πριν δύσει ο ήλιος, πριν αρχίσει να χιονίζει, πριν αρχίσει να το στρώνει. Θέλεις να είναι η συντροφιά σου δίπλα από τη φωτιά και το γλυκό κρασί, που γεύεσαι από τα χείλη του να είναι το προκαταρκτικό σου. Θέλεις να είναι το χαμόγελο, που θα βλέπει το παιδάκι, που χτύπησε δειλά δειλά την πόρτα σας για να σάς πει τα κάλαντα. Θέλεις να είναι εκείνο το πρώτο φιλί της Πρωτοχρονιάς, τότε που το έσκασες για να τον συναντήσεις μες στο κρύο ή που ήρθε να σε πάρει από το σπίτι και τα μάγουλά σου είχαν ροδοκοκκινίσει, επειδή δεν είχες πει σε κανέναν ακόμα για εκείνο το άτομο.
Θέλεις μια Άνοιξη, όλο πάθος. Όσο κουρασμένος κι αν είσαι, θέλεις να περάσεις την Πρωτομαγιά στην αγκαλιά του, παρέα με την οικογένειά σας. Θέλεις να πάτε εκείνο το τριήμερο, που είχατε υποσχεθεί ο ένας στον άλλον από το χειμώνα. Θέλεις να βγάλεις φωτογραφία όλα τα λουλούδια, που βλέπεις με φόντο εκείνον. Θέλεις να χαθείς στο βλέμμα του, πριν χαθείς στις πανελλήνιες. Θέλεις, να διασχίζει το βλέμμα σου τα βουνά καθώς τρέχετε στην Εθνική οδό και να χάνεσαι στο άπειρο πράσινο, το δολομίτη και το υγρό χώμα. Θέλεις να πάτε σε εκείνο το ταβερνάκι στο χωριό σου, που όλοι και κανένας δε σας ξέρουν. Θέλεις να παίξεις μαζί του κρυφτό και μετά να έρθει σπίτι σου για το παγωτό βανίλια της γιαγιάς.
Μα, θέλεις κι εκείνο το καυτό Καλοκαίρι. Που το γαλάζιο φωτίζει τα κορμιά σας κι ο ήλιος καίει τις καρδιές σας. Που η άμμος γαργαλάει τα δάχτυλά σου και τα βότσαλα περιμένουν τα χέρια του, να τα μαζέψει. Θέλεις εκείνη τη μπίρα, που θα δροσίσει την ψυχή σου κι εκείνο το βραδινό μπάνιο, που κάθε φορά λέτε, μα πότε δεν κάνετε. Θέλεις να ακούς τον ήχο της θάλασσας, που ηρεμεί όλο σου του είναι. Θέλεις να ξεδώσεις, ελεύθερος να κάνεις ό, τι γουστάρεις δίχως να σε νοιάζει το αύριο, περιμένοντας στα ΚΤΕΛ Κηφισού. Θέλεις να παγώσεις τη στιγμή και να κοιτάξεις τα μάτια που σε κοιτούν, ενώ στα χέρια σου στάζει η βότκα λεμόνι κι η μουσική του κλαμπ σάς ξεκουφαίνει.
365 μέρες και μια καρδιά, που δεν παύει να ερωτεύεται. Μια ψυχή, που όσο και να μεγαλώνει ποτέ δεν ξεχνάει πως ο έρωτας είναι αιώνιος, είναι πάντοτε φρέσκος και περιμένει κάθε φορά μια νέα περιπέτεια που θα μπει στο βιβλίο του. Τα λεπτά, οι ώρες, οι μέρες, οι μήνες και τα χρόνια περνούν και πάντοτε αναζητάς κάτι καινούργιο, κάτι παλιό, κάτι φθαρμένο. Αποζητάς την αγκαλιά, που σε ράγισε, που σε στιγμάτισε, που σε έκανε τον άνθρωπο που είσαι. Ψάχνεις εκείνη τη ματιά, που πήρε την αθωότητα από πάνω σου κι εκείνον τον άνθρωπο, που ποτέ δε θα πάψεις, να φωνάζεις τις δροσερές νύχτες του Αυγούστου.
Το παιδί μέσα μας είναι ερωτευμένο. Είναι λαχανιασμένο. Αναστενάζει βλέποντάς μας να κλαίμε, να πονάμε. Να πίνουμε για να ξεχνάμε. Χορεύει, όταν μας βλέπει να γελάμε, να φιλάμε, να τολμάμε. Ο έρωτας ποτέ δε θα φθαρεί. Θα εμφανίζεται πάντοτε από εκεί που δεν το περιμένουμε και θα φεύγει δίχως να είμαστε έτοιμοι. Εσύ ψάχνεις μες στις λέξεις τον έρωτά σου, τον έχεις βρει ή μήπως στέλνεις αφιέρωση στο ραδιόφωνο να λέει με παράπονο: «365 μέρες, 4 εποχές κι εσύ».
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου