Μια τιμωρία γραμμένη στο ψυγείο «σειρά σου να πλύνεις πιάτα», μια φρουτοσαλάτα ροδάκινο-φράουλα, δυο παντόφλες γυρισμένες ανάποδα στα αριστερά του κρεβατιού.
Τρεις γλάστρες ανθισμένες, μερικά παγωτά στην κατάψυξη, σεντόνια απλωμένα, πετσέτες με κραγιόν, δυο χείλη σαλιώνουν το μαξιλάρι και το μπράτσο σου κι εσύ χαμογελάς.
Στη θετική εκδοχή της πιθανότητας ή φυσικής εξέλιξης.
Γιατί στην αρνητική, η τιμωρία ίσως είναι κλείδωμα έξω απ’το διαμέρισμα, η φρουτοσαλάτα να ‘χει σαπίσει και οι παντόφλες να εκσφενδονίζονται προς πάσα κατεύθυνση.
Στο φάκελο συγκατοίκηση, το μυστικό κρύβεται στη λαχτάρα των πρωινών διασταυρωμένων αγουροξυπνημένων ματιών.
Στο πρόσωπο που θα δεις και για δευτερόλεπτα θ’ανοιγοκλείσεις τα βλέφαρα, να καθαρίσεις το βλέμμα, για να βεβαιωθείς για την παρουσία του.
Και αν αυτό για κάποιους είναι ουτοπικό, υπάρχει και το πιο ρεαλιστικό.
Να γουστάρεις τόσο την ανήσυχη ησυχία σας, ώστε να μη σου κάνει κέφι να πάτε για ποτό, για σινεμά ή να απαντήσετε στα τηλέφωνα.
Ώστε να βγαίνετε για ένα κρασί μία στο τόσο και δυο ώρες μετά, να γυρνάτε σπίτι, γιατί σας κούρασαν τα αδιάκριτα βλέμματα και τα ρούχα σας.
Στο δυάρι, έχει κάθε μέρα φωνές, μουσική και γέλια.
Οι γείτονες επιδεικνύουν ανοχή και αξιοπρέπεια.
Η βρύση στάζει και σας νανουρίζει γύρω στις τρεις, συνήθως.
Όλο λέει θα την φτιάξει και όλο την αφήνει.
Παραδόξως, δεν γκρινιάζεις.
Ακούω ήδη τις προσγειωμένες κουβέντες των γύρω σας.
Τις ίδιες και απαράλλαχτες που έχω πει και εγώ, όταν ήθελα κάπου να ρίξω την ευθύνη της αποτυχίας.
«Το πολύ μαζί σκοτώνει», αξιοπρεπές και all time classic άλλοθι.
Και να σου οι αναλύσεις, οι αναδιατυπώσεις, οι αναθεωρήσεις.
«Δεν ξανασυγκατοικώ εγώ, ο κόσμος να χαλάσει!», λες με στόμφο και κοιτάς δεξιά κι αριστερά, ν’απολαύσεις τους καρπούς του γοητευτικού κυνισμού σου.
Πέντε χρόνια σου πήρε να στήσεις την περσόνα, πώς επιτρέπεις να ‘ρχεται κάποιος και να στην κάνει στάχτη και μπούρμπερη σε ένα μήνα μέσα;
Επιτρέπεις, γιατί το θες αυτό το ολοκαύτωμα περισσότερο απ’τον καθένα.
Κι έτσι απλά, πετάς εσύ το οινόπνευμα να ‘ρθουν να φουντώσουν οι πάσης φύσεως φλόγες.
Με το μισό μισθό σου να φεύγει σε μεταφορικές και επιπλάδικα, μετακομίζεις.
Με την αισιοδοξία της πρώτης φοράς, με την εμπειρία των επόμενων.
Με τη λογική σε ημερήσια συνιστώμενη δόση, υπό τη μορφή υπενθύμισης των φορών που δεν έτυχε.
Με τον ενθουσιασμό σε κατάχρηση, να επιμένει ότι τώρα θα πετύχει.
Τα ρημάδια τα λάθη, πάντα κάπου μελλοντικά αποδεικνύονται σωτήρια.
Όχι για την καραμέλα της μη επανάληψης, απλώς γιατί τα μυρίζεσαι νωρίτερα.
Μια ιστορία της οποίας οι δρόμοι κατέληξαν κάθετοι, αντί παράλληλοι, προφανώς ολίσθαιναν εξ’αρχής.
Το αν οι τιμονιέρηδες, εκτός από στραβοτιμονιές, έκαναν και τα στραβά μάτια, είναι άλλο θέμα το οποίο και έχουμε ήδη γράψει εδώ.
Σήμερα συζητάμε τα της συγκατοίκησης.
Και αυτά ευτυχώς, φαίνονται από νωρίς.
Απο τότε που οι τρίχες στο νιπτήρα, είναι αφορμή για πείραγμα αντί για γκρίνια.
Σ’εκεινη τη φαντασιακή περίοδο, αν έχεις τα μάτια σου ανοιχτά μπορείς να δεις μπροστά.
Να προβλέψεις αν οι νύχτες στο σαλόνι θα ‘χουν χάδια και πειράγματα ή εργασία και ανία.
Αν οι δουλειές του σπιτιού, θα είναι η αγγαρεία του ενός ή η διασκέδαση και των δύο.
Αν το πρωί θα σηκώνεστε απ’το κρεβάτι, χωρίς φιλί και καλημέρα.
Και όλα αυτά, συνήθως, φαίνονται απ’τους πρώτους μήνες μιας σχέσης και κυρίως από το πόσο μιλάμε. Ποιοτικά και χρονικά.
Πόσο μιλάνε τα στόματα, πόσο τα χέρια, πόσο τα μάτια, σε φλύαρες αναλογίες.
Και πόσο δε βαριούνται να ξαναμιλάνε, πολλές φορές λέγοντας τις ίδιες ακριβώς λέξεις.
Αυτή η μαγική επαναληπτικότητα των ερωτευμένων. Στιχομυθίες ολόκληρες.
Ο έρωτας δε συνοδεύεται πάντα από επικοινωνία. Κι αυτός είναι που λήγει άδοξα, τις περισσότερες φορές.
Γιατί ανάμεσα στα πιτσούνια και τα φαντασματάκια, χρειάζεται και μια τέχνη και μια πολιτική και μια άποψη να γεμίσει τις συζητήσεις.
Χρειάζονται πρόθυμα αυτιά και όχι αυθάδικα στόματα.
Θέλουν χάδια οι κουβέντες. Χάδια, ποικιλία και ιστορία.
Κι αν δεν είναι τόσο φλύαρες, ας είναι ουσιαστικές.
Κάπως έτσι το πολυ μαζί φουντώνει.
Κι ας αφήνουν το πλύσιμο το πιάτων, για τιμωρία στο ψυγείο.