«Μην εμπιστεύεσαι πολύ κανέναν, θα την πατήσεις». Μόνιμη συμβουλή απ’ το στόμα όσων σ’ αγαπούν, όσων την έχουν πατήσει πριν από σένα. Να σε προστατεύσουν προσπαθούν, κι εσύ ξέρεις και φυσικά προσέχεις. Χαζός είσαι;
Θεωρητικά προσέχεις. Όπως θεωρητικά ξέρω κι εγώ τι σημαίνει γονιός, αλλά αν μου δώσεις να κρατήσω παιδί θα τα χάσω. Αν δεν πάθεις, δε θα μάθεις.
Γι’ αυτό θεωρητικά προσέχεις και πρακτικά την πατάς. Φυσικά και θα την πατήσεις. Γιατί δε θα σταματήσεις να εμπιστεύεσαι ανθρώπους, γιατί ρομαντικά πιστεύεις πως όλοι σκέφτονται όπως εσύ, γιατί δε σου περνά απ’ το μυαλό ότι ο κολλητός σου θα στη φέρει. Γιατί επιμένεις να ζεις σε μια άλλη εποχή, με σχέσεις πιο αυθόρμητες και ειλικρινείς. Γιατί δεν παύεις να πιστεύεις στους ανθρώπους και σε πείσμα των καιρών, ορκίζεσαι ότι αυτό δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Γιατί έτσι σε μεγάλωσαν.
Η χειρότερη σφαλιάρα είναι φυσικά η πρώτη. Αυτή που τρως συνήθως σε νεαρή ηλικία, όταν ανακαλύπτεις ότι οι δικοί σου είχαν τελικά δίκιο κι ότι ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Ότι υπάρχουν όντως άνθρωποι κακοί, άνθρωποι που δε θα σου μιλήσουν σταράτα. Η ροζ φούσκα στην οποία μέχρι πρότινος ζούσες, σκάει κάνοντας ένα θόρυβο εκκωφαντικό κι εσύ έρχεσαι για πρώτη φορά στη ζωή σου αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Τώρα πια θα προσέχεις. Ξέρεις τώρα. Δε θα ξανακάνεις τα ίδια. Χαζός είσαι;
Θα την πατήσεις ξανά και ξανά και κάθε φορά θα μουρμουρίζεις ότι τώρα έμαθες, τώρα έχεις βάλει μυαλό και πια δεν την ξαναπαθαίνεις και μονίμως θα βρίσκεται κάπου εκεί ένας εν δυνάμει Ιούδας, να γελά με τα μουρμουρητά σου. Χίλιες φορές θ΄απογοητευτείς απ’ τους ανθρώπους και χίλιες μια θα πιστέψεις ότι ο άνθρωπος μπροστά σου είναι καλός, άκακος. Τώρα είναι αλλιώς, γι’ αυτόν είσαι σίγουρος, το βλέπεις. Χαζός είσαι;
Πάντα θα εκπλήσσεσαι από την τάση των ανθρώπων να ξεχνούν, πάντα θ’ απορείς με την αχαριστία, πάντα θα μένεις σοκαρισμένος από τον τελευταίο συνάδελφο που σε πούλησε για λίγα παραπάνω αργύρια. Θα συνεχίσεις να πληγώνεσαι από τον γκόμενο που δεν εκτίμησε αυτά που έκανες κι από την γκόμενα που πηδήχτηκε με τον κολλητό σου, κι αμέσως μετά θα εμπιστεύεσαι το επόμενο πολλά υποσχόμενο αίσθημα που ορκίζεται πως ήρθε για να μείνει.
Και κάπως έτσι έρχονται και φεύγουν οι άνθρωποι κι εσύ καθημερινά πέφτεις απ΄τα σύννεφα -πόσους ν’ αντέξουν κι αυτά τα σύννεφα πια. Δηλώνεις κυνικός και ρεαλιστής, μέχρι να εναποθέσεις τις ελπίδες σου στους ώμους κάποιου άλλου, ελπίζοντας πως αυτός θα μείνει. Κάποιες φορές πέφτεις μέσα. Όχι τις περισσότερες.
Όσες φορές κι αν σου κουνήσουν το δάχτυλο με αγάπη αυτοί που σε νοιάζονται, τόσες φορές θα τους θυμηθείς όταν φας τα μούτρα σου κι άλλες τόσες θα τους αγνοήσεις στην επόμενη συναναστροφή.
Και είναι απολύτως λογικό, γιατί το γαμημένο το καμπανάκι του κινδύνου μέσα σου ξεγελιέται πολύ εύκολα. Μερικά χαμόγελα, ορισμένα πηγαινέλα σε σπίτια, μετρημένα μυστικά και πείθεται. Δε χτυπάει, δεν οσμίζεται τον κίνδυνο, δε σε προειδοποιεί για τις προθέσεις του άλλου. Το ίδιο ευκολόπιστο μ’ εσένα είναι.
Ακόμη και τώρα, μετά τις τόσες απογοητεύσεις, μετά τους τόσους ανθρώπους που σε πλήγωσαν, σχεδόν σε βλέπω να ψιθυρίζεις «Τελευταία φορά, δεν την ξαναπατάω» και γελάω. Γελάω, γιατί κι εγώ έτσι είμαι, και το ίδιο είπα με σιγουριά στον εαυτό μου πριν λίγες μέρες. Εξάλλου, αλήθεια δεν πρόκειται να την ξαναπατήσουμε. Χαζοί είμαστε;