Όλοι οι άνθρωποι ερωτευόμαστε, όλοι πληγωνόμαστε και όλοι αλλάζουμε μέσα από αυτή τη διαδικασία. Τέτοια είναι και η ιστορία που θα προσπαθήσω να διηγηθώ εδώ.
Ο Γιώργος γνωρίστηκε με το πρόσωπο που στέκεται στο κέντρο της ιστορίας του σε μία διαδικτυακή εφαρμογή. Από αυτές που άλλοι ψάχνουν για σεξ και άλλοι για έρωτα. Ο Γιώργος είχε προλάβει να πληγωθεί ήδη αρκετά, ώστε να μην περιμένει και πολλά από τέτοιες γνωριμίες. Το κορμί του ήταν αυτό που ήθελε να ξεδιψάσει.
Ξεκίνησαν να μιλάνε με προφανή στόχο το σεξ, αλλά γρήγορα η συζήτηση ξέφυγε και άρχισε να ακουμπά κάθε πιθανό θέμα. Άθελά τους βρέθηκαν να συζητάνε με τις ώρες, κάθε μέρα σχεδόν, και όσο περισσότερο μιλούσαν τόσο ο Γιώργος ήθελε να συναντηθούν. Πλέον δεν ήταν το κορμί που τον έσπρωχνε να το ζητήσει, αλλά η περιέργεια να γνωριστούν, εκείνη που συχνά οδηγεί στον έρωτα.
Σύντομα κατάλαβε ότι έμοιαζαν πολύ, ότι και οι δύο ήταν πληγωμένοι στο παρελθόν, ότι είχαν αποφασίσει συνειδητά να μη ξαναφανούν ευάλωτοι και αμέσως ένιωσε μία πρωτοφανή οικειότητα. Αυτή ήταν που τον έπεισε να αρπάξει ένα λεωφορείο και πριν αυτό ξεκινήσει να πάρει ένα τηλέφωνο και να πει απλά «έρχομαι».
Ο πρώτος καφές ήταν αμήχανος. Και για τους δύο. Πράγμα που έκανε το Γιώργο να κολλήσει ακόμα περισσότερο, γιατί κατάλαβε ότι η αρχική απλοποίηση «όχι σχέσεις, μόνο σεξ» είχε πάει περίπατο. Πίσω από την αμηχανία ήξερε ότι κρυβόταν ένα βαθύτερο, αμοιβαίο ενδιαφέρον για κάτι παραπάνω.
Ανυπομονούσε εδώ και καιρό να νιώσει αυτή την ηρεμία, την πολυπλοκότητα του έρωτα που μόλις σκάει μύτη από το πουθενά. Εδώ και αρκετό καιρό τα είχε απλοποιήσει όλα: Ένα χρησιμοποιημένο προφυλακτικό πεταμένο στο πάτωμα, δύο-τρεις σβησμένες γόπες στο τασάκι να καπνίζουν ακόμα και την εξώπορτα να κλείνει κάπου στο φόντο.
Τώρα ένιωθε μετά από πολύ καιρό την επιθυμία για ένα φιλί και μία καληνύχτα. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.
Μετά τον καφέ κατηφόρισαν σε ένα μπαρ. Μέσα σε καπνούς και με μάτια να γυαλίζουν από αλκοόλ και πάθος, φιλήθηκαν. Ένα απλό, παρατεταμένο φιλί. Αλλά με όλη τη δύναμη των εφηβικών τους φιλιών. Εκείνων που κάνουν την καρδιά να αναπηδά σαν τρελή.
Έφυγε την επόμενη μέρα, χωρίς να γίνει τίποτα περισσότερο, πέρα από αυτό το φιλί. Συνέχισαν να μιλάνε καθημερινά και όλα έμοιαζαν ιδανικά. Και έγιναν ακόμα καλύτερα όταν ο Γιώργος έλαβε ένα μήνυμα στο δικό του κινητό «είναι η σειρά μου να έρθω».
Ήταν απλά παράδεισος η πρώτη μέρα. Βόλτα στο νησί, ο ήλιος να τους τυλίγει και να τους χαλαρώνει και η θάλασσα να γυαλίζει σε κάθε στροφή του δρόμου. Κάποια στιγμή βρέθηκαν στο σπίτι του Γιώργου. Με το που έκλεισαν την πόρτα πίσω τους, όλη η εγκράτεια πήγε περίπατο. Όπως και τα ρούχα που τους χώριζαν.
Ο Γιώργος δεν χόρταινε τις στιγμές με τίποτα. Αποφάσισε να πάνε σε ένα απομονωμένο σπιτάκι κάπου έξω από την πόλη. Το βράδυ ήταν μαγευτικό. Κάθησαν στη μικρή ταράτσα αγκαλιά, απολαμβάνοντας τις στιγμές, και σύντομα το πάθος έγινε οργασμός. Και όχι μόνο ένας. Όλα υπό το φως ενός μαγευτικού, πελώριου φεγγαριού. Σαν παραμύθι, σωστά; Ναι, έτσι είναι μερικές φορές η ζωή. Καλύτερη κι από παραμύθι.
Αποφάσισαν να προσπαθήσουν για σχέση, έστω και με την απόσταση αντίπαλο. Ο Γιώργος ήταν διατεθειμένος. Έβλεπε στις φωτογραφίες του τριημέρου τους μόνο ασχημάτιστα όνειρα και ένα μέλλον γεμάτο υποσχέσεις για ακόμα πιο όμορφες στιγμές. Όλα έμοιαζαν δυνατά.
Κι όλα πήγαν περίπατο όταν την επόμενη κιόλας μέρα, στο σάιτ γνωριμιών που πρωτομίλησαν, ανέβηκε φωτογραφία προφίλ που δεν ήταν μαζί. Μία φωτογραφία που ο Γιώργος είχε τραβήξει σε μία παραλία, την τελευταία μέρα του τριημέρου τους.
Ένιωσε απογοήτευση και μία παράξενη πικράδα στη γλώσσα. Αλλά δεν παραιτήθηκε.
Γκρίνιαξε και πίστεψε ότι αυτό έφτασε για να σώσει την παρτίδα. Αμ δε. Ένα μήνα μετά το προφίλ ήταν και πάλι ενεργοποιημένο και φαινόταν να είναι εξαιρετικά ενεργό. Δεν ήξερε τι να κάνει. Τόση υποκρισία και ψέμα; Γιατί; Δεν είχε ζητήσει τίποτα, εκτός από ειλικρίνεια. Ό,τι ακριβώς ήταν και ο ίδιος διατεθειμένος να δώσει.
Έπαψε να πιστεύει στο όνειρο την ίδια στιγμή. Έχασε κάθε ενδιαφέρον και έπνιξε την απογοήτευσή του σε άλλες αγκαλιές. Κρύες και απόμακρες. Αλλά τουλάχιστον ειλικρινείς. Την επόμενη φορά που συναντήθηκαν ήταν απλά ο επίλογος μίας ιστορίας που ούτε καν πρόλαβε να αρχίσει. Κι όμως τον είχε ήδη κάνει να πει στον εαυτό του «είμαι ερωτευμένος».
Μερικούς μήνες αργότερα οι δρόμοι τους συναντήθηκαν ξανά. Ο Γιώργος πήρε να ευχηθεί λόγω ονομαστικής γιορτής και μίλησαν λίγο στο τηλέφωνο. Έπεσε και η πρόταση για έξοδο το βράδυ με μία παρέα. Για το κέρασμα. Ανάμεσα στα ονόματα από την παρέα που ακούστηκαν, ένα φάνηκε να λέγεται με διαφορετική χροιά. Ο Γιώργος ήξερε την απάντηση πριν καν ρωτήσει. Ναι, ήταν ο νυν.
Παρόλ’ αυτά πήγε. Πριν συναντηθούν ήπιε. Πολύ. Μετά ήπιε κι άλλο, χόρεψε μέχρι τελικής πτώσεως, φλέρταρε χωρίς ενδοιασμούς και μπροστά στα μάτια όλων. Ήταν η δική του εκδίκηση, που τελικά το μόνο που κατάφερε ήταν να τον κάνει να μισήσει τον ίδιο του τον εαυτό. Τότε κατάλαβε ότι όλα είχαν τελειώσει. Μέσα του μόλις είχε πεθάνει η ελπίδα.
Βρέθηκαν λίγες ώρες αργότερα μόνοι στο αμάξι. Ήταν η ευκαιρία του να πει όλα όσα κρατούσε μέσα του τόσο καιρό από ευγένεια, από δειλία, από ελπίδα. Τα είπε. Ειλικρινής μέχρι το τέλος.
Φεύγοντας, έκλεισε την πόρτα του αμαξιού πίσω του και μαζί της ένα μικρό, αλλά σημαντικό κεφάλαιο της ζωής του. Δάκρυσε στο δεύτερο βήμα, έκλαψε μόλις έστριψε στη γωνία. Ήταν δάκρυα λύτρωσης και πόνου μαζί.
Πέρασαν έξι μήνες από τότε. Καμία επικοινωνία μέχρι σήμερα. Ο Γιώργος νιώθει την απουσία των στιγμών και των αναμνήσεων να τον γεμίζει ακόμα. Μερικές βραδιές πονάει ακόμα, αλλά δε μετανιώνει.
Όχι, δε μετανιώνει που ερωτεύτηκε τον Νίκο.
Όπως λέει «χωρίς καρδιά θα ήμασταν μόνο μηχανές» και έτσι θέλει να πορευτεί. Με την καρδιά του οδηγό και είναι σίγουρος ότι θα βρεθεί εκεί έξω μία αγκαλιά να τον τυλίξει και να τον ερωτευτεί γι’ αυτό που πραγματικά είναι.
Ήταν η ιστορία του Γιώργου για τη στήλη Your Stories Reloaded. Στείλε κι εσύ τη δική σου ιστορία εδώ.